Η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας όλα αυτά τα χρόνια έχει αποτελέσει ένα από τα βασικά θέματα αντιπαράθεσης στο δημόσιο πεδίο. Τα στρατόπεδα είναι λίγο πολύ γνωστά· Νεοφιλελεύθεροι που την υπερασπίζονται στο όνομα της ανάπτυξης και των επενδύσεων, το κίνημα και η αριστερά από την άλλη πλευρά, που στέκονται απέναντι προασπίζοντας τόσο την έννοια του κοινού, όσο και τα ίδια τα αγαθά που κάθε δημόσια ιδιοκτησία κατά κανόνα περικλείει.

Στο πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε την Κυριακή από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή, ανάμεσα σε άλλες διατάξεις (κόκκινα δάνεια, φορολογικό, κόφτης κλπ) που συνεχίζουν και βαθαίνουν τον πόλεμο που ξεκίνησε το 2010 ενάντια σε όλους τους εργαζόμενους-ανέργους-αυτοπασχολούμενους, κεντρικό ρόλο έχει το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.

Σε αυτό το ζήτημα, η μνημονιακή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν υπαναχώρησε απλά από την αντίθεση της στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, την κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ, αποδεχόμενη να υλοποιήσει τις πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων. Προχώρησε ακόμα παραπέρα δεσμευόμενη ότι η δημόσια περιουσία θα ξεπουλιέται και θα διαχειρίζεται σε όφελος και από τους «δανειστές». Πιο συγκεκριμένα, με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου συγκροτείται η ανώνυμη εταιρία «Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας», το κοινώς λεγόμενο υπερταμείο.

Η ιδιοκτησία

Καλείται υπερταμείο διότι στην εταιρία αυτή μεταβιβάζεται χωρίς αντίτιμο σχεδόν το σύνολο της δημόσιας περιουσίας. Ενδεικτικό είναι ότι από την σύστασή του ορίζονται τέσσερις θυγατρικές εταιρίες:

  1. Το ΤΑΙΠΕΔ, το ταμείο δηλαδή που συγκροτήθηκε το 2011 από την κυβέρνηση Παπανδρέου για το ξεπούλημα μεγάλου μέρους της δημόσιας περιούσιας. Το ταμείο αυτό περιλαμβάνει μια σειρά υπό ιδιωτικοποίηση εταιριών, συμμετοχών του δημοσίου σε εταιρίες, υποδομών και ακινήτων σ.1Για την περιουσία του ΤΑΙΠΕΔ δείτε το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 σελ.57 .
  2. Εταιρία Ακινήτων Δημοσίου ΑΕ (ΕΤΑΔ) η οποία διαχειρίζεται το σύνολο των ακινήτων του Δημοσίου (71.000 τον αριθμό), όπως επίσης και Τουριστικά και Ολυμπιακά ακίνητα. Ενδεικτικά στην εταιρία αυτή εντάσσονται νησιά, πρώην ξενοδοχεία Ξενία, μαρίνες, κάμπινγκ, γκολφ, χιονοδρομικά κέντρα, μουσεία, σπήλαια, τουριστικά περίπτερα, ιαματικές πηγές αλλά και σημαντικού μεγέθους εκτάσεις προς τουριστική αξιοποίηση σ.2για το μητρώο ακινήτων του ΕΤΑΔ δείτε εδώ.
  3. Το ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (ΤΧΣ), που εποπτεύει το τραπεζικό σύστημα, και το οποίο μέχρι πρότινος κατείχε υπό τον έλεγχό του σχεδόν το σύνολο των συστημικών τραπεζών.
  4. Τέλος συστήνεται η Εταιρία Δημοσίων Συμμετοχών (ΕΔΗΣ), στην οποία με βάση τον νόμο θα περιέλθουν οι εταιρίες όπου το κράτος έχει συμμετοχές. Σε πρώτη φάση θα ενταχθούν οι συγκοινωνίες της Αθήνας (λεωφορεία, τρόλεϊ, ηλεκτρικός, τραμ), το ΟΑΚΑ και τα ΕΛΤΑ. Σε δεύτερη φάση θα ενταχθούν οι εταιρίες ύδρευσης αποχέτευσης Αθήνας και Θεσσαλονίκης, το Μετρό, η ΔΕΗ, η ΕΛΒΟ και η εταιρία Κτιριακές Υποδομές.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της δημόσιας περιουσίας εντάσσεται (ή αναμένεται στο προσεχές διάστημα να ενταχθεί) σε αυτό το ταμείο. Περνά δηλαδή το ιδιοκτησιακό καθεστώς αυτής της περιουσίας από το δημόσιο (μέσω του κράτους), στην νέα αυτή εταιρία χωρίς την καταβολή κανενός αντιτίμου.

Η διαχείριση

Για τα επόμενα 99 χρόνια, με την ψήφιση αυτού του νόμου, η δημόσια ιδιοκτησία γίνεται αντικείμενο συνδιαχειρίσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ESM σ.3Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, ο οποίος δανείζει εν προκειμένω την Ελλάδα από την πλευρά της ΕΕ. . Σε θεσμικό επίπεδο, το νέο υπερταμείο εποπτεύεται από ένα συμβούλιο το οποίο ορίζει και ανακαλεί τον πρόεδρο, τον διευθύνοντα σύμβουλο και συνολικά το ΔΣ,  συνεπώς έχει πρακτικά τον απόλυτο έλεγχο των αποφάσεων. Το συμβούλιο είναι πενταμελές. Τα τρία μέλη διορίζονται από το υπουργείο των Οικονομικών, ωστόσο απαιτείται η έγκρισή τους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ESM. Τα υπόλοιπα δύο μέλη (μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρος) ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ESM και απαιτείται αντίστοιχα η συμφωνία του υπουργού Οικονομικών. Κάθε απόφαση που θα λαμβάνει το συμβούλιο απαιτεί τη συμφωνία τεσσάρων μελών.

Από την διαδικασία ορισμού του εποπτικού συμβουλίου είναι προφανές ότι το ελληνικό κράτος δεν έχει ούτε καν την δυνατότητα να διορίσει άτομα της επιλογής του, αν αυτά δεν απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης των διευθυντηρίων της ΕΕ. Επίσης οι δύο διορισμένοι από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ESM μπορούν να μπλοκάρουν την οποιαδήποτε απόφαση εφόσον απαιτούνται τέσσερις ψήφοι για την λήψη απόφασης. Συνεπώς, με θεσμικούς όρους το ελληνικό κράτος χάνει τον έλεγχο της δημόσιας ιδιοκτησίας και παραχωρεί ένα πολύ μεγάλο μέρος του ελέγχου αυτού στους μηχανισμούς της ΕΕ.

Τα έσοδα

Στον νόμο είναι σαφείς οι προθέσεις της κυβέρνησης και της ΕΕ για τα κριτήρια με βάση τα οποία θα «αξιοποιείται» η δημόσια περιουσία. Στα κριτήρια αυτά δεν περιλαμβάνεται εν γένει το δημόσιο συμφέρον, η αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού λαού, η ενίσχυση παροχών προς τα φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα, η ανάπτυξη κοινωνικών υποδομών. Όπως αναφέρεται στον νόμο, η εταιρία αυτή θα «αξιοποιεί» τα περιουσιακά της στοιχεία «για την υλοποίηση της επενδυτικής πολιτικής της χώρας […] και την απομείωση των οικονομικών υποχρεώσεων» (βλ. χρέος). Το σύνολο δηλαδή της δημόσιας περιουσίας δεν πρόκειται να αξιοποιηθεί για κανένα λόγο που έστω να εφάπτεται με το κοινωνικό συμφέρον, αλλά πρόκειται να ξεπουληθεί για να ενισχυθούν οι «επενδύσεις» και να ξεπληρωθεί (!) το χρέος. Μάλιστα καθορίζεται και το αντίστοιχο ποσοστό, το οποίο φτάνει το 50% των εσόδων του υπερταμείου.

Η μεγάλη εικόνα

Με λίγα λόγια, με την ίδρυση αυτού του ταμείου διεξάγεται ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα ενάντια σε οποιαδήποτε έννοια δημοσίου συμφέροντος. Η κυβέρνηση δεσμεύεται ότι μέχρι το 2115 (καθώς μάλλον τότε θεωρεί ότι θα πάψει να υπάρχει μνημόνιο στην Ελλάδα), η οποιαδήποτε απόφαση σε σχέση με την διαχείριση–εκμετάλλευση-πώληση-αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, κινητής και ακίνητης, καθώς και των συμμετοχών του κράτους σε εταιρίες δημοσίου συμφέροντος, θα απαιτεί την έγκριση και την συγκατάθεση των δανειστών. Δεσμεύει πρακτικά το σύνολο της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου σε ένα καθεστώς «συνδιαχείρισης» και «συνεκμετάλλευσης» (sic) με τα διευθυντήρια της ΕΕ και τον ESM. Δεσμεύεται σε τελική ανάλυση, ότι η «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας θα γίνεται από αυτούς που εδώ και χρόνια, διακαώς επιδιώκουν να ξεπουληθούν οι εναπομείναντες δημόσιοι πόροι και επιχειρήσεις, και μάλιστα ότι τα μισά χρήματα από τις ιδιωτικοποιήσεις/αξιοποιήσεις θα κατευθύνονται στην ΕΚΤ για την αποπληρωμή του χρέους, θα τροφοδοτούν δηλαδή τα δικά τους ταμεία!

Από την άλλη πλευρά εκμηδενίζεται ο οποιοσδήποτε λαϊκός έλεγχος επί των κινήσεων του ταμείου, εφόσον τίποτα δεν χρειάζεται να μπαίνει σε καθεστώς διαβούλευσης με την κοινωνία, ούτε καν να εκγρίνεται από τη βουλή. Η δημιουργία και μόνο αυτού του ταμείου, με τα κριτήρια με βάση τα οποία θα «αξιοποιεί» την δημόσια περιουσία, με την διοίκησή του και την αυτονόμησή του από κάθε δημόσιο έλεγχο, συνιστά ένα ακόμα βήμα στην γενικευμένη αντιδημοκρατική τάση, όπου πολιτικές αποφάσεις κρίσιμες για μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας αναλαμβάνονται από διευθυντήρια τα οποία είναι αποκομμένα από οποιαδήποτε μορφή λαϊκού ελέγχου (έστω και διαμεσολαβημένου).

Κερδισμένοι και χαμένοι

Η πολιτική της ΕΕ έχει στον πυρήνα της τις ιδιωτικοποιήσεις, δηλαδή την παραχώρηση στο ιδιωτικό κεφάλαιο του συνόλου των πόρων και υποδομών των οικονομιών των κρατών μελών, προκειμένου να ανοίξουν νέες αγορές, νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Και όντως από την διαδικασία αυτή, όλα τα προηγούμενα χρόνια αλλά και για όσα ακόμα θα συνεχίζεται, το κεφάλαιο αντλεί τεράστια κέρδη. Γι’ αυτό άλλωστε, τα ΜΜΕ συστηματικά και μονοθεματικά στοχεύουν σε αυτούς τους τομείς (καθώς διαφθορά, διαπλοκή και πελατειακές σχέσεις υπάρχουν σε όλους τους τομείς της οικονομίας και όχι μόνο στο δημόσιο), προσπαθώντας να πείσουν ότι πηγή όλων των δεινών, της κρίσης και της φτώχειας του ελληνικού λαού είναι οι ΔΕΚΟ και γενικότερα οι δραστηριότητες του κράτους στην οικονομία.

Η αλήθεια είναι ότι αν κάποιος χάνει από την διαδικασία αυτή, είναι όσοι απολάμβαναν τα οφέλη της δημόσιας ιδιοκτησίας, ακόμα κι αν δεν τα αντιλαμβάνονται ως τέτοια. Δεν είναι σαφές σε όλους, για παράδειγμα, ότι για τον διπλασιασμό των τιμολογίων του ρεύματος υπεύθυνη δεν είναι στην πραγματικότητα η ΔΕΗ, αλλά σε μεγάλο βαθμό οι κρατικές πολιτικές για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και οι ιδιώτες. Ότι οι δωρεάν μεταφορές (είτε με νόμο, είτε χωρίς εισιτήριο) για τους ανέργους και τους φτωχούς (ή και για όλους) μόνο σε καθεστώς δημόσιας ιδιοκτησίας μπορεί να γίνει εφικτή. Ότι η τιμή και η ποιότητα του νερού δεν θα βελτιωθεί με την ιδιωτικοποίηση των εταιριών ύδρευσης. Στην πραγματικότητα, η δυνατότητα του κράτους να ελέγχει τομείς της οικονομίας, δεν σχετίζεται μόνο με το ότι αντλούνται πόροι τους οποίους υπό άλλες συνθήκες θα ιδιοποιούταν το κεφάλαιο (οι «επενδυτές»), αλλά με το γεγονός ότι διαμορφώνονται συνθήκες που ενσωματώνουν έστω και μερικώς λαϊκές ανάγκες. Αυτοί οι τομείς υπό άλλες συνθήκες θα εντασσόντουσαν στην αγορά, και πλέον είτε παραμένουν εκτός της (δημόσιοι χώροι, υποδομές) είτε εντάσσονται με ιδιαίτερους όρους (ενέργεια, ύδρευση, κομμάτι των μεταφορών) σε αυτήν. Επιπλέον η δραστηριότητα του κράτους στο οικονομικό επίπεδο διαμορφώνει διαφορετικές εργασιακές συνθήκες τόσο για τους εργαζόμενους στις δραστηριότητες αυτές, όσο και συνολικότερα στην αγορά εργασίας. Η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα συμβάλει στην συνολικότερη επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων για όλους τους εργαζόμενους.

Αντί επιλόγου

Τελικά, η ψήφιση του νόμου για την ίδρυση του ταμείου εγκαινιάζει μια περίοδο πολύ πιο επιθετική από την πλευρά του κουαρτέτου και της κυβέρνησης στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων. Δεν σηματοδοτεί το κλείσιμο, αλλά το άνοιγμα μιας περιόδου, της περιόδου υλοποίησης του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, όπου θα πρέπει να δοθούν σκληρές μάχες. Αυτές οι μάχες, αν χαθούν, θα σηματοδοτήσουν μια ποιοτική οπισθοχώρηση στον τρόπο ζωής, στην σχέση μας με τον χώρο και την έννοια του κοινού. Πρόκειται για μάχες ιδεολογικές -για τα κοινωνικά αγαθά και την υπεράσπιση της δημόσιας ιδιοκτησίας- και κινηματικές -ενάντια στο ξεπούλημα πόρων και υποδομών- για το de facto μπλοκάρισμα των ιδιωτικοποιήσεων με όρους κινήματος, τις οποίες επιβάλλεται να κερδίσουμε.

Υποσημειώσεις[+]