Το τέλος δεν το έγραψες ακόμα.

[1]

Όλα συνέβησαν μια ακόμη «Τετάρτη για τη λογοτεχνία» στο Τμήμα Συγκριτικής Λογοτεχνίας όπου είχε προσκληθεί για να μιλήσει για «Το φύλο στο νουάρ μυθιστόρημα». Η παρουσία της προπαγανδιζόταν για καιρό ως ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός για το πανεπιστήμιο. Μετά από πολλά χρόνια, η διάσημη απόφοιτή του, θα επέστρεφε για να μιλήσει για την έκδοση του τελευταίου της έργου «Το σημείο στον Κύκλο», το οποίο ήταν και το τελευταίο βιβλίο της σειράς των ιστοριών της ντετέκτιβ Υβετ Ρον.

Το βιβλίο έκλεινε με μια συγκλονιστική ανταλλαγή πυρών στο λιμάνι της Όστια, από τα οποία η ντετέκτιβ έπεφτε νεκρή. Εκεί, στην ίδια παραλία που χρόνια πριν είχε βρει φριχτό θάνατο ο Παζολίνι, είχε διαλέξει να γράψει το τέλος της διαδρομής της ηρωικής της ντετέκτιβ. Ο πόλεμος της Μαφίας και των ακροδεξιών συμμοριών είχε οδηγήσει την Υβετ στην Ιταλία, όπου, μετά από μια τρελή ανταλλαγή πυρών σε κάποιες έρημες αποθήκες, έχανε τη ζωή της.

Η Υβετ Ρον ήταν η διασημότερη  ντετέκτιβ της λογοτεχνίας. Φορούσε πάντα ένα κόκκινο φόρεμα, κόκκινο μπερέ και βέβαια μαύρα κοκάλινα μυωπικά γυαλιά. Ζούσε μόνη, έπινε αρκετό αλκοόλ και το ψυγείο της, τις περισσότερες φορές αν όχι πάντα, ήταν άδειο. Όπως και η συγγραφέας που την επινόησε, τα μεσημέρια γευμάτιζε σε παλιομοδίτικα μπιστρό, συντροφιά με τους ίδιους μοναχικούς θαμώνες, ενώ το βράδυ πάντα μοιραζόταν ένα ποτό με τον μπάρμαν στο αγαπημένο της τζαζ μπαρ.

«Είναι θεμιτό μια ηρωίδα να γεννιέται ως μια εξιδανικευμένη εκδοχή του εαυτού μας. Αυτό όμως δε την κάνει προέκτασή του. Κάθε λογοτεχνική μορφή υπάρχει αυτοτελώς και εξελίσσεται μέσα στον χρόνο». Αυτό είχε πει σε μια συνέντευξη με την αφορμή της κυκλοφορίας του τρίτου βιβλίου της σειράς.  Καθώς όμως ξανακοίταζε την πυκνή διάλεξη, γεμάτη πομπώδεις αναφορές σε θεωρητικούς της λογοτεχνίας και φιλοσόφους που είχε ετοιμάσει για την εκδήλωση, σκεφτόταν ότι η απάντηση σε εκείνη τη συνέντευξη ίσως να μην ήταν απόλυτα ειλικρινής. Δεν αισθανόταν ενοχές για αυτό, μιας και θεωρούσε την ειλικρίνεια μια υπερτιμημένη αξία.

Ο χώρος της διάλεξης είχε προετοιμαστεί όμορφα. Είχε ζεστό φωτισμό, τζαζ μουσική υποδοχής, ενώ στο τέλος της διάλεξης θα προσφερόταν καπνιστό ουίσκι, που ήταν και το αγαπημένο ποτό της «τιμώμενης» ντετέκτιβ. Η αίθουσα που είχε γεμίσει ασφυκτικά προμήνυε μια επιτυχημένη βραδιά.  Δικαιωμένη από την μαζική προσέλευση, γεμάτη αυτοπεποίθηση ξεκίνησε να διαβάζει την εισήγησή της. Η εισαγωγή εστίαζε στην ταυτότητα του νουάρ μυθιστορήματος και στα περιθώρια παιγνιώδους αμφισβήτησης μιας αφηγηματικής φόρμας που είναι δομικά ανδροκεντρική. Διέκοπτε μόνο για να πιει μια γουλιά νερό ή για να κάνει κάποιο αστείο με το κοινό που κρεμόταν από τα χείλη της. Ενώ ετοιμαζόταν να περάσει στο δεύτερο μέρος της ομιλίας, όπου θα αναφερόταν στην πρόκληση να δημιουργήσει μια γυναίκα ντετέκτιβ που να διασκεδάζει επίμονα- ακόμη και όταν τα αναπαρήγαγε – με τα στερεότυπα της νουάρ λογοτεχνίας, ξαφνικά έκλεισαν όλα τα φώτα. Ήταν σα διακοπή ρεύματος ή σα να είχε πέσει η ασφάλεια. Η διακοπή διήρκεσε περίπου 2 ολόκληρα λεπτά. Όταν ξανάναψαν τα φώτα,  20 άτομα- γυναίκες και άντρες- με κόκκινους μπερέδες και μαύρα γυαλιά είχαν καθίσει στα μπροστινά καθίσματα ενώ πέντε εξ αυτών κρατούσαν ένα μεγάλο πανό που έγραφε «Το τέλος δεν το έγραψες ακόμα».

Μια κοπέλα με κόκκινα μακριά μαλλιά σηκώθηκε και άρχισε να διαβάζει δυνατά ένα απόσπασμα από το πρώτο βιβλίο της σειράς των περιπετειών της ντετέκτιβ Υβέτ Ρον. Είχε επιλέξει να διαβάσει εκείνο το σημείο, στο οποίο αποκαλύπτονταν η πραγματική ταυτότητα της Υβέτ καθώς και οι λόγοι για τους οποίους είχε επιλέξει να ζει με αυτό το ψευδώνυμο. Μόλις η κοκκινομάλλα με τον μπερέ ολοκλήρωσε την ανάγνωση, οι ακτιβιστές και οι ακτιβίστριες σηκώθηκαν όρθιοι και αποχώρησαν από την αίθουσα έχοντας προηγουμένως σκορπίσει εκατοντάδες τρικάκια που έγραφαν κι αυτά όπως και το αναρτημένο πανό: «Το τέλος δεν το έγραψες ακόμα». Μετά από όλα αυτά, η εκδήλωση διακόπηκε κι εκείνη γύρισε στο σπίτι, γεμάτη απορίες σχετικά με το ελλειπτικό μήνυμα αυτού του παράξενου ακτιβισμού.

Το ίδιο βράδυ, η είδηση έκανε γρήγορα τον γύρο σχεδόν όλων των ηλεκτρονικών μέσων και εφημερίδων και αναπαραγόταν διαρκώς μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Αρχικά, είχε σκεφτεί να γράψει ένα κείμενο, για να εκφράσει «δική της οπτική» (sic), ωστόσο τελικά αρκέστηκε στο να αναδημοσιεύσει στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook το δελτίο τύπου του πανεπιστήμιου. Κάπως έτσι ,πίστευε ότι θα ξεχνιόταν το περιστατικό κι εκείνη θα επέστρεφε στην καθημερινότητα της επαγγελματία δοκιμιογράφου, μακριά από τη μυθοπλασία, τις ντετέκτιβ και τους θεότρελους αναγνώστες της.

Εξάλλου, ήταν βέβαιο πως δε μπορούσε να κάνει κι αλλιώς. Αν υπάρχει ένα σημείο που η φαντασία μιας συγγραφέα στερεύει, τότε εκείνη το είχε φτάσει αυτό. Παλιότερα, έπιανε το χαρτί και έγραφε ελεύθερα. Τώρα πράγματι αναμετριόταν με το μαρτύριο της λευκής σελίδας και όλες οι ιδέες της φαίνονται κοινότοπες, παρωχημένες και αναντίστοιχες της σημερινής κοινωνικής εμπειρίας. Όπως έγραφαν οι κριτικοί λογοτεχνίας που αρκετές φορές μπήκαν στον κόπο να ασχοληθούν μαζί της: «η λογοτεχνία της αναβιώνει τον κύκλο της ανάδυσης της προσδοκίας και της ακόλουθης ματαίωσης της».  Κάτω από αυτές τις συνθήκες, και στο βαθμό που αυτή η προσδοκία και η ματαίωση είχαν εκπληρωθεί, δεν είχε άλλη επιλογή από το να κλείσει τον κύκλο της ζωής της ντετέκτιβ.

Επιπλέον, δεν άντεχε πια την έλλειψη συντροφικότητας. Τα τελευταία χρόνια, η συγγραφή είχε μετατραπεί σε μια αποκλειστικά μοναχική υπόθεση. Αντίθετα, η ιδέα για το νουάρ της μυθιστόρημα και τις περιπέτειες της ηρωικής της ντετέκτιβ, είχε γεννηθεί σε ένα απόγευμα της περιβόητης «Λέσχης των Συγγραφέων». Όταν διαλύθηκε η Λέσχη, εξαιτίας αποχωρήσεων διάφορων μελών της αλλά κυρίως εξαιτίας της έλλειψης φαντασίας που μέχρι τότε δρούσε σα συγκολλητικός αρμός μιας ομάδας ετερόκλητων προσώπων, είχε αποφασίσει να δώσει μια παράταση ζωής στο εγχείρημα, του οποίου όμως είχε ήδη προδιαγράψει το τέλος.

Από την άλλη πλευρά, αισθανόταν μια μεγάλη ντροπή να ανατρέχει διαρκώς σε εκείνη την περίοδο. Είχε μιλήσει και είχε γράψει τόσες φορές για τη «Λέσχη των Συγγραφέων» που της φαινόταν ότι είχε συμβάλλει στη συντήρηση μιας μυθολογίας που δεν υπηρετούσε πλέον κανέναν σκοπό. Με όλα τα παραπάνω ως δεδομένα, είχε καταλήξει ότι το τέλος της νουάρ περιπέτειας ήταν μια δίκαιη και ειλικρινής επιλογή.

—————————————————————————————————————————————————————————–

[2]

Δέκα ημέρες από το συμβάν της διάλεξης, μέσα στο γραμματοκιβώτιο της βρήκε ένα γράμμα με απεύθυνση στην Υβέτ Ρον, χωρίς όνομα αποστολέα. Ο φάκελος έγραφε «προς την κυρία Υβέτ Ρον». Μέσα στον φάκελο υπήρχε μια όμορφη χειροποίητη κάρτα με γεωμετρικά σχέδια στο εξώφυλλο. Με καλλιγραφικά γράμματα κάποιοι και κάποιες είχαν γράψει:

«Αγαπητή Υβέτ,

Σου αναθέτουμε μια ακόμη αποστολή: Θέλουμε να ξαναβρείς την έμπνευση μας. Έχουμε χάσει την όρεξη για τα πάντα. Ακόμη και για το φαγητό. Αισθανόμαστε μοναξιά και απογοήτευση. Τελευταία φορά  είδαμε την έμπνευση πριν από χρόνια. Από τότε πασχίζουμε να τη βρούμε. Χρειαζόμαστε τη βοήθεια σου. Ας είναι αυτή η τελευταία σου αποστολή.

Με εκτίμηση,

Επιτροπή για την Αναβίωση της Έμπνευσης».

Δε πίστευε αυτά που διάβαζε.

Δε μπορούσε να καταλάβει αν όλα αυτά ήταν ένα κακόγουστο και χαιρέκακο αστείο προς κάποια συγγραφέα που έπαιρνε ήδη τη θέση στο κάδρο εκείνων που κάποτε ήταν ριζοσπάστες αλλά τώρα πια θεωρούνται συντηρητικοί.

Πώς γίνεται όμως να επαναφέρεις στη ζωή μια ηρωίδα από καιρό πεθαμένη;

….

* Σημείωση της ιστοσελίδας: Το k-lab διατηρεί πάντοτε ένα αλλοπρόσαλλο ημερολόγιο, κι έτσι μένει πάντα πιστό στα ραντεβού του. Σε μια περίεργη εποχή και σε μια ακόμα πιο περίεργη ημερομηνία, έφτασε στα χέρια μας η χειρόγραφη ιστορία μιας διάσημης συγγραφέως. Δεν ξέρουμε αν φταίει το ταχυδρομείο που λάβαμε μια ανολοκλήρωτη ιστορία -λες και χρειαζόμασταν άλλη μια- ή αν αυτή ήταν η πρόθεσή της. Έτσι αποφασίσαμε να τη δημοσιεύσουμε σήμερα. Θα ψάξουμε να βρούμε τις χαμένες σελίδες. Όμως για να είμαστε σίγουρες πως δε θα μείνουμε με την αγωνία στους καλοκαιρινούς μήνες, αν κατά τύχη έφτασε στο δικό σας γραμματοκιβώτιο η συνέχιση της ιστορίας, θα παρακαλούσαμε να μας τη στείλετε στο [email protected]. Και αν εστάλησαν πολλές εκδοχές, χρειάζεται να διαβαστούν όλες.

**Σημείωση κριτικού λογοτεχνίας φίλου του site: Πρόκειται για μια ανέπνευση κλοπή. Η δήθεν συγγραφέας σας, αντέγραψε στην ιστορία της τα πραγματικά περιστατικά που πλαισιώνουν τη συγγραφή και τη δημοσίευση του βιβλίου του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο II «Στην ίδια πόλη υπό βροχή». O Τάιμπο έγραψε το βιβλίο ανταποκρινόμενος στο επίμονο αίτημα των αναγνωστών και αναγνωστριών του να επιστρέψει στη ζωή και στην ενεργό δράση ο καλός ντετέκτιβ Έκτορ Μπελασκοαράν Σάιν. Ο θάνατος του ντετέκτιβ στα «Ερωτευμένα Φαντάσματα» – το 6ο κατά σειρά βιβλίο της σειράς των ιστοριών του Σαιν- είχε θέσει ένα απρόσμενο και οριστικό τέλος στη διαδρομή του. Επαναφέροντας τον ήρωα του στη ζωή ο συγγραφέας αποδέχτηκε ότι δεν ήταν στην αποκλειστική του ευχέρεια να αποφασίσει ο ίδιος για αυτό το τέλος.

 

By K-lab Zone

Όλα όσα θα θέλαμε να μάθουμε για τα «Κ» αλλά φοβόμασταν να συζητήσουμε