Με περισσή ειρωνεία η κυβέρνηση το βράδυ της εργατικής πρωτομαγιάς συμφώνησε σε ένα νέο γύρο επίθεσης στα δικαιώματα εργαζομένων φτωχών και ανέργων, τον οποίο και φιλοδοξεί να νομοθετήσει τις επόμενες ημέρες.
Για ακόμα μια φορά, στο όνομα της εξόδου από το μνημόνιο, της ανάπτυξης και της εξόδου στις αγορές, η ελληνική κυβέρνηση κατ’ εντολή των «θεσμών», και πατώντας πάνω στην κοινωνική αφασία που εν πολλοίς έχει κυριαρχήσει, ετοιμάζεται να διαλύσει ό,τι είχε απομείνει έως τώρα να θυμίζει ότι η Ελλάδα δεν ήταν πάντοτε ένα πρωτοπόρο νεοφιλελεύθερο κοινωνικό και πολιτικό πείραμα.
Όπως μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί, στο νομοσχέδιο δεν επανέρχονται οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας προκειμένου να μπει ένα όριο στην εργοδοτική αυθαιρεσία που είναι ο σύγχρονος κανόνας. Αντίθετα προβλέπεται η κατάργηση νομικών δικλείδων για το μπλοκάρισμα μαζικών απολύσεων. Το ν/σ προβλέπει αύξηση των φόρων μέσω της μείωσης του αφορολογήτου, αύξηση που θα στερήσει σχεδόν ένα μισθό σε ετήσια βάση από τους χειρότερα αμειβόμενα εργαζόμενους (έως 800 ευρώ). Διότι από την επόμενη εβδομάδα οι μισθωτοί άνω των 500 ευρώ πλέον δεν θα θεωρείται ότι χρειάζονται στήριξη από το κοινωνικό κράτος, αλλά αντίθετα θα θεωρηθούν αρκούντως πλούσιοι ώστε να φορολογηθούν. Πολύ περισσότερο που όσοι δουλεύουν με μπλοκάκι θα έρθουν αντιμέτωποι με νέες μειώσεις λόγω της επικείμενης αλλαγής της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών. Πέραν των εργαζομένων, οι συνταξιούχοι πρόκειται για ακόμη μια φορά να έρθουν αντιμέτωποι με νέες μειώσεις στις συντάξεις, όπως επίσης και το σύνολο της κοινωνίας με νέες περικοπές σε μια σειρά επιδομάτων (ανεργίας-θέρμανσης-αναπηρίας), καθώς και σε τομείς όπως αυτός της υγείας.
Ωστόσο, η περιγραφή των συνεπειών της συμφωνίας και του επικείμενου πολυνομοσχεδίου δεν εξαντλείται σε μέτρα οικονομικού χαρακτήρα, αλλά και διαρθρωτικού, όπως αναφέρεται στο λεξιλόγιο των «θεσμών». Έτσι λοιπόν, η διαδικασία μετατροπής της Κυριακής από ημέρας αργίας για τους εργαζόμενους σε εργάσιμη ημέρα προχωρά με την επέκταση του ανοίγματος των καταστημάτων τις Κυριακές. Επίσης η συμφωνία περιλαμβάνει και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας (ΔΕΣΦΑ, ΔΕΗ, ΕΛΠΕ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, Ελληνικό, Εγνατία), το άνοιγμα των αντίστοιχων αγορών και την έμπρακτη ακύρωση της έννοιας της δημόσιας περιουσίας και ιδιοκτησίας.
Ένα τέτοιο πακέτο μέτρων πριν από κάποια χρόνια θα σήμαινε κοινωνικό συναγερμό. Σήμερα η κατάσταση είναι διαφορετική, και συχνά αυτό που κυριαρχεί είναι η απογοήτευση, η απροθυμία κινητοποίησης, έκφρασης της διαμαρτυρίας εκείνων των μερίδων οι οποίες κατεξοχήν πλήττονται από αυτά.
Όμως αν κάτι διδαχθήκαμε όλα αυτά τα χρόνια, είναι ότι η επίθεση του κεφαλαίου και του κράτους στην συνθήκη της οικονομικής κρίσης δεν γνωρίζει αντικειμενικά όρια. Κάθε φορά έρχεται ένα νέο πακέτο μέτρων ζητώντας ακόμα περισσότερα, η όποια ανοχή των εργαζομένων μόνο ως αδυναμία εκλαμβάνεται και αποτελεί το επιχείρημα για τον επόμενο γύρο. Να θυμηθούμε τα βασικά, ότι αν οι ίδιοι με τους αγώνες μας δεν προασπίσουμε τα κεκτημένα μας, δεν διεκδικήσουμε για την εργασία και την ζωή μας, τίποτα δεν πρόκειται να μας χαριστεί. Στην οποιαδήποτε συνθήκη όσο δύσκολη και αν είναι, η μάχη είναι αυτή που μπορεί να παράξει αποτελέσματα, να ανακόψει, να ακυρώσει, να ανατρέψει σχέδια και πολιτικές.
Να είμαστε λοιπόν αύριο όλοι και όλες στο δρόμο…