«You Only Live Once: και άρα δικαιούσαι να κάνεις ό, τι θέλεις, όπως το θέλεις, όποτε το θέλεις χωρίς να βρίσκεις λόγο να σε νοιάζει κάτι ή κάποιος/α παραπέρα».
Στην αρχή γουρλώνεις τα μάτια κι απορείς που τσαντίζεσαι, αρχίζεις κι αγχώνεσαι και λες ότι πάει, αυτό ήταν, έχεις συντηρητικοποιηθεί και πρέπει να συνέλθεις. Αναρωτιέσαι μήπως φταις εσύ και σου φαίνεται τόσο κενό νοήματος. Πως, να, ίσως κι εσύ να έχεις υπάρξει έτσι κι απλά να μην υπήρχε η λέξη που να το περιγράφει. Η γλώσσα όμως, σκέφτεσαι, είναι ζωντανός οργανισμός και οι λέξεις γεννιούνται όταν υπάρχει ανάγκη να γεννηθούν για να περιγράψουν κάτι. Κι εδώ γίνεται λόγος για κάτι πολύ πιο επικίνδυνο και ατομικό. Και έρχεται η συνειδητοποίηση ότι δεν πρόκειται απλά για κάτι κενό νοήματος, αλλά για κάτι που γεννάει αποστροφή.
Η φιλοσοφία ζωής που κάποτε περιγραφόταν με το «κοιτάω μόνο την πάρτη μου» έρχεται τώρα και μας προσφέρεται ξανά ως σημείο των καιρών με ένα φρέσκο, χρωματιστό, νεανικό και γυαλιστερό περιτύλιγμα. Και υιοθετείται πλέον και από ευρύτερο κόσμο που μπορεί να έχει και αναφορές στη δική σου κουλτούρα και καθημερινότητα και το βρίσκεις τόσο λάθος που πολλές φορές αδυνατείς να βρεις τα λόγια και τον τρόπο να το προσεγγίσεις. Και θέλεις να σταματήσεις τη γη και να ταρακουνήσεις τον κόσμο μήπως και συνέλθει.
Η ζωή στον κόσμο του yolo
Το yolo είναι η ατομικότητα προσωποποιημένη. Είναι η αδιαφορία γι’ αυτό που συμβαίνει μέσα σου, δίπλα σου και λίγο παραδίπλα. Είναι η προσπάθεια να βομβαρδίσεις όλο σου το χρόνο και το χώρο με σέλφι και ποστ και βεβιασμένα γέλια (lol) προκειμένου να μην προλάβεις να ξαποστάσεις και να σκεφτείς. Είναι η συνειδητή ή ασυνείδητη άρνηση να συλλογιστείς τις συνέπειες των επιλογών και των πράξεών σου πάνω στους άλλους ή και στον ίδιο σου τον εαυτό· το ελαφρυντικό εκείνο που πάνω του μπορείς να βασιστείς ώστε να μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να έχει δεύτερες σκέψεις. Και είναι ελαφρυντικό χωρίς να είναι καν επιχείρημα – δεν μπορεί να καταρριφθεί γιατί..yolo…και ποιος/α είσαι εσύ που θα το αρνηθείς;
Yolo επίσης είναι αυτό το κατέβασμα (ή στρίψιμο-ανάλογα με τα επίπεδα yolισμού του καθένα/μιας) του κεφαλιού όταν αποφεύγεις και προσπερνάς -κυριολεκτικά και μεταφορικά- ανθρώπους που δεν είναι εξίσου yolo μ’ εσένα: από τον πρόσφυγα που τρέχει να σωθεί από τον πόλεμο που το ίδιο το yolo-σύστημα γεννάει, τη συνάδελφο που απολύεται λόγω εγκυμοσύνης ή συνδικαλιστικής δράσης, το μετανάστη που χτυπιέται, την πρώην εργαζόμενη που ζητάει τα δεδουλευμένα της και σε αντάλλαγμα δέχεται απειλές, τον εργαζόμενο που σκοτώνεται σε εργατικό ατύχημα, τη γειτόνισσα που ακούς να φωνάζει για βοήθεια μέχρι το γνωστό που απλά δεν έχει όρεξη. Το yolo είναι στάση ζωής κι επομένως διατρέχει κάθε μία πτυχή της ζωής σου.
Ήδη οι διαπροσωπικές σχέσεις έχουν αλλάξει. Όσο μπορείς να έχεις μια επαφή με τον άλλον/η, τέτοια ώστε να πλασάρονται ατσαλάκωτα –ή προσεκτικά τσαλακωμένα- γυαλιστερά χαμόγελα στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, όλα είναι υπό έλεγχο. Βασικό κομμάτι όλου αυτού όμως είναι η μεγάλη ταχύτητα και η μικρή διάρκεια στις διαπροσωπικές σχέσεις. Για ακόμα μία φορά ο χρόνος είναι χρήμα και το χρήμα σαφώς και μετράει. Δεν έχεις χρόνο να το ψάξεις πάρα πολύ, όσο περνάς καλά αρκεί – μετά μπορείς απλά να το πετάξεις, δε χρειάζεται να εκθέσεις τον εαυτό σου ή να αφιερώσεις χρόνο για να καταλάβεις ή να προσπαθήσεις. Διαπροσωπικές σχέσεις μιας χρήσης. Είναι άλλωστε πολύ πιο ανώδυνες…είναι όμως; Ή απλά καλύπτουν τη μοναχικότητα του υποκειμένου με τον αόρατο μανδύα του Χάρρυ Πόττερ; Και το σημαντικό εδώ είναι ότι μπορεί όσοι είναι έξω από το μανδύα να μην τη βλέπουν, αλλά εσύ που είσαι κάτω από το μανδύα αρνείσαι επίσης να δεις – κι αυτό είναι το πιο προβληματικό στοιχείο.
Ο Σίγκμουντ Μπάουμαν, αναφερόμενος στις ερωτικές σχέσεις, έγραφε το 2003 πως όπως η έννοια της σταθερής δουλειάς απορρυθμίζεται με γοργούς ρυθμούς και αντικαθίσταται από βραχύχρονα υποκατάστατα με πρόσκαιρες διευθετήσεις, κάπως έτσι αντιμετωπίζεται σήμερα και μια ουσιαστική σχέση, υποστηρίζοντας πως τελικά ο καπιταλισμός μας θέλει μόνους. Μια τέτοια ανάλυση σίγουρα χωράει πολλούς αστερίσκους και διευκρινήσεις (κι αν όχι από τον ίδιο το συγγραφέα, σίγουρα από εμάς), είναι όμως γεγονός πως ένα εξατομικευμένο μοντέλο στο σήμερα είναι σίγουρα βολικότερο. Και σίγουρα πάει πολύ παραπέρα: το σπάσιμο της συλλογικότητας, της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης, όπως επίσης και η επιφανειακότητα στις διαπροσωπικές σχέσεις γενικότερα είναι κομμάτι του συστήματος: δεν έχεις χρόνο να αφιερώσεις σε κάτι ή σε κάποιον πέρα από τον εαυτό σου, δεν μπορείς να αντέξεις την έκθεση του εαυτού σου, αρνείσαι να νιώσεις, να ερωτευτείς, να παλέψεις, να απογοητευτείς, να στεναχωρηθείς, να αγαπήσεις ή και να χρειαστεί να απορρίψεις. Η ενέργειά σου είναι πολύτιμη για να τη σπαταλήσεις σε τέτοια πράγματα. Ο χρόνος σου είναι πολύτιμος και yolo!-ο εαυτός σου είναι επίσης πολύ πολύτιμος για να προσπαθήσεις να κοιτάξεις και πέρα από αυτόν.
«Το προσωπικό είναι πολιτικό» σ.1 Η φράση προέρχεται από το δεύτερο κύμα του φεμινισμού, κίνημα που εμφανίστηκε στην Αμερική και την Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και αμφισβήτησε τις παραδοσιακές πολιτικές ιδέες, συνδέοντας το ζήτημα της αναπαραγωγής με τις παραγωγικές σχέσεις και επηρεάζοντας έτσι την πολιτική σκέψη της εποχής. Ο όρος εμφανίζεται πρώτη φορά με το βιβλίο της Carol Hanisch «The Personal is Political» το 1969.
Το προσωπικό όμως είναι πολιτικό. Όχι με ένα διαστρεβλωμένο τρόπο που απαντάται συχνά στους κόλπους της αριστεράς και ανάγει οποιαδήποτε ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων στο κοινωνικό-πολιτικό, προσπαθώντας έτσι (προφανώς αποτυχημένα) να το αναλύσει. Ούτε φυσικά βρίσκοντας ως μοναδική αιτία των πάντων και πάντα τον καπιταλισμό. Ευτυχώς ή δυστυχώς είναι πολύ πιο σύνθετο από αυτό και θα μπορούσε να αποτελέσει μια ξέχωρη κουβέντα από μόνο του.
Η φιλοσοφία του yolo (που είναι όντως φιλοσοφία, με τον ίδιο τρόπο που το απολίτικο είναι τελικά πολιτικό με πολύ συγκεκριμένο πρόσημο) αποκρύπτει αυτή τη σχέση και είναι ακριβώς εκεί που γνωρίζει και τη μεγάλη της επιτυχία. Ο καπιταλισμός φροντίζει να απεμπλέξει τις δύο αυτές σφαίρες, του προσωπικού και του πολιτικού και άρα να διακρίνει πλήρως την ιδεολογία από την πρακτική: τελικά δε χρειάζεται να πάρεις την ευθύνη που σου αναλογεί (ή μπορείς απλά να την καταχωνιάσεις στο συρτάρι).
Το προσωπικό όμως είναι όντως πολιτικό γιατί αναγνωρίζοντας την ολοένα και πιο εμφανή κυριαρχία του κεφαλαίου σε κάθε πτυχή της ζωής ενός ανθρώπου, γίνεται σαφές ότι το τελευταίο υπερκαθορίζει τόσο το πλήθος, όσο και την ποιότητα των διαπροσωπικών του σχέσεων. Όλο και περισσότερο, οι διαπροσωπικές σχέσεις, όπως και όλες οι εκφάνσεις της ζωής, γίνονται χώρος αξιοποίησης του κεφαλαίου. Κι όσο κι αν όντως η σημερινή δομή της κοινωνίας δεν μπορεί να αποτελέσει το πλαίσιο εκείνο μέσα στο οποίο μπορεί να ανθήσει ένα είδος υγειών και ισορροπημένων διαπροσωπικών σχέσεων, οι επιλογές στο προσωπικό μπορούν να εντείνουν ή να προσπαθούν να σπάσουν αυτή την κυριαρχία.
Ναι, You Only Live Once…
Είναι παραπάνω από σαφές, αλλά ας διευκρινιστεί κιόλας, πως καλούπια και «αντικειμενικά» κριτήρια δεν έχουν χώρο σε τέτοιου είδους κουβέντες. Οι σχέσεις των ανθρώπων ή το ποσοστό της δέσμευσής τους σε κάτι δεν είναι σύνολο από κουτάκια που τικάρονται ή δεν τικάρονται για να βγει το τελικό σκορ. Χτίζονται κάθε φορά ανταποκρινόμενες στις ανάγκες του ατόμου σε κάθε περίοδο της ζωής του και αυτή είναι που αντικατοπτρίζουν. Όση όμως κριτική χωράει σε καταστάσεις που διατηρούνται λόγω ασφάλειας ή αδράνειας, άλλο τόσο θα πρέπει να αρχίσουμε να αμφισβητούμε αυτές που χτίζονται (στην άμμο) προκειμένου να καλύψουν ανασφάλειες και ανάγκες των οποίων την πραγματική αιτία αρνούμαστε να δούμε – πόσο μάλλον όταν αυτές ντύνονται με ένα θεωρητικά ελευθεριακό πλαίσιο που μόνο ελευθεριακό δεν είναι.
Η πραγματική ζωή είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό. Εμπεριέχει την έννοια της πραγματικής κοινωνικής συναναστροφής και της συντροφικότητας, αλλά και την άρνηση να παραβλέψεις ό, τι θεωρείς σημάδι ανισότητας ή αδικίας. Αφιερώνεις χρόνο και προσπάθεια, σταματάς να φοβάσαι μήπως και στραπατσαριστεί η εικόνα σου. Στις πραγματικές διαπροσωπικές σχέσεις σε νοιάζει -και γι’ αυτό ψάχνεις να βρεις και τους τρόπους- να γνωρίσεις ουσιαστικά τους ανθρώπους που έχεις απέναντί σου. Προσπαθείς, ακόμα κι αν ποτέ δεν τα καταφέρνεις ακριβώς, να φανταστείς τον εαυτό σου στη θέση των άλλων. Χτίζεις πραγματικούς δεσμούς, συντροφικούς, φιλικούς, ερωτικούς ή οποιουδήποτε άλλου είδους, και όχι μόνο δε δρας ατομικά, αλλά προσπαθείς, γνωρίζοντας την ομορφιά που κρύβει, να βάλεις τη συλλογικότητα και τη συντροφικότητα σε κάθε πτυχή της ζωής σου.
Και τελικά -και ευτυχώς- αντί να βγάζεις στημένες στην εντέλεια φωτογραφίες, καταστρέφεις οτιδήποτε στημένο δημιουργώντας παραπάνω ρυτίδες στο πρόσωπό σου από τα γέλια και τα κλάματα που είναι κομμάτι της πραγματικής ζωής. Γιατί στο τέλος, όταν το ξανασκέφτεσαι, δεν είναι καθόλου λάθος: όντως “You Only Live Once”, γι’ αυτό καλό είναι να αποφασίσεις το πώς, υπηρετώντας ποιους σκοπούς και συντροφιά με ποιους θέλεις να ζήσεις. Δε χρειάζεται οι επιλογές μας ν’ αρέσουν παντού και πάντα. Αντιθέτως μάλιστα, καθώς ο κόσμος δεν είναι ένας κι αδιαίρετος. Όταν όμως δεν πρόκειται για συνειδητές επιλογές κι όλο αυτό στηρίζεται σαν στάση ζωής σε ένα αρκτικόλεξο που θα ζήλευε μέχρι και η Μαρία-Αντουανέττα με τα παντεσπάνια της, τότε κάπου την έχουμε πατήσει.
Υποσημειώσεις