Η Pietje-Helene Gottwald είναι ακτιβίστρια από την Γερμανία, συμμετέχει ως αλληλέγγυα στον Χώρο Στέγασης Προσφύγων City Plaza και είναι μέλος της γερμανικής συλλογικότητας Solizentrum Lübeck, που αποτελεί ένα ανοικτό, πολιτικό, αυτοοργανωμένο σπίτι για τους πρόσφυγες, τους μετανάστες και τους ντόπιους [Solizentrum Lübeck – an open, political, self-organized house for refugees, migrants and locals].
Τώρα έχουν αυτό που θέλουν. Τα φρικιά του Νόμου και της Τάξης βρίσκονται και πάλι στο στοιχείο τους. Άθλιες ριπές ενάντια στους «επικίνδυνους διαδηλωτές» στο Αμβρούργο, που καίνε αυτοκίνητα και σπάνε καταστήματα. Απαιτήσεις για σκληρότερα μέτρα ενάντια στο αριστερό κίνημα και ειδικά καθώς εκείνοι/ες που καλούσαν σε διαδηλώσεις γίνονται ξανά δυνατοί/ες.
Μια πολύ ευπρόσδεκτη γραμμή για τους υπεύθυνους της συνόδου των G20. Από τον υπεύθυνο αξιωματούχο, Χάρμουτ Ντουντ, τον δήμαρχο του Αμβούργου, Όλαφ Σκολτζ, μέχρι τη γερμανίδα καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ – όλοι προτιμούν να μιλούν για τις νύχτες του Αμβούργου παρά για τις δικές τους ευθύνες, τις κατηγορίες για θεσμική βία, ή τα αποτελέσματα της συνόδου.
Και λειτουργεί αρκετά καλά. Η πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης προτιμούν συναισθηματικές εικόνες καμμένων αυτοκινήτων, του μπλακ μπλοκ, και κατεστραμμένων καταστημάτων.
Αλλά αυτή θα είναι μόνο η αρχή της μάχης για την εικόνα.
Όλο και περισσότερες εικόνες που δείχνουν μια εξ’ ολοκλήρου διαφορετική πραγματικότητα των διαδηλώσεων δημοσιοποιούνται. Ο Όλαφ Σκολτζ υποσχέθηκε ότι δεν υπήρξε αστυνομική βιαιότητα. Βιντεοσκοπήσεις αστυνομικών που επιτίθεντο σε δημοσιογράφους κυκλοφόρησαν ευρύτατα πρόσφατα. Εικόνες αστυνομικών που χτυπούσαν κεφάλια, κανόνια νερού που χρησιμοποιούνταν ενάντια σε ιατρικό προσωπικό που φρόντιζε ανθρώπους, σπρέι πιπεριού σε εκκλησιαστικούς χώρους…
Οι κριτικές για τον τρόπο που λειτούργησε η αστυνομία αυξήθηκαν. Απαιτούνται διευκρινίσεις και συνέπειες για εκείνους που παρεκτράπηκαν. Απέκτησε υπερβολική αυτονομία η αστυνομία; Αγνόησαν δικαστικές αποφάσεις και μετατράπηκαν σε πολιτικούς δρώντες αντί να μείνουν σταθεροί στο ρόλο τους ως εκτελεστικά όργανα του κράτους;
Και έπειτα, ένας συνεταιρισμός μικρών τοπικών καταστημάτων πήρε την πρωτοβουλία να δημοσιοποιήσει μια δήλωση στην οποία δίνουν τη δική τους εκδοχή για τις νύχτες. «Τα θύματα» δεν αποδέχονται τον ρόλο που τους κατασκευάζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης∙ τουλάχιστον όχι με αυτόν τον τρόπο. Δεν είδαν τον εαυτό τους ως απειλούμενο από τους αριστερούς ακτιβιστές/τριες, όχι, εκείνοι/ες ήταν οι γείτονες/ισσες τους, οι άνθρωποι που ζουν στην ίδια γειτονιά μαζί τους – «φοβούνταν περισσότερο τα όπλα που είχαν οι ειδικές δυνάμεις στοχεύοντας ενάντια στις γειτονιές τους». Οι ακτιβιστές/τριες τους υποστήριζαν εκείνη τη νύχτα και προστάτευαν τα μαγαζιά τους. Οι άνθρωποι που κατέστρεφαν τυχαία μαγαζιά δεν έμοιαζαν να αποτελούν κομμάτι μιας οργανωμένης δομής, στον συνεταιρισμό έμοιαζε σαν αυτό που καθοδηγούσε τους ανθρώπους σε εκείνες τις πράξεις να είναι «ο συνδυασμός θυμού ενάντια στην αστυνομία, αλκοόλ, απογοήτευσης για την ίδια τους την ύπαρξη και απληστίας για το θέαμα». Δηλώνουν ότι για εκείνους/ες δεν υπάρχει ερώτημα ότι μορφές αντίστασης, συμπεριλαμβάνοντας τη Rote Flora [κατάληψη στο Αμβούργο], είναι κομμάτι της γειτονιάς τους και δεν συζητούν οποιαδήποτε αλλαγή επί αυτού.
Επομένως, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ευθυγραμμιστεί κανείς με τη γραμμή των φρικιών του νόμου και της τάξης: όλο και περισσότεροι άνθρωποι αμφισβητούν το αν οι αντιδράσεις της αστυνομίας (και μέσω αυτής, του κράτους) ήταν σωστές και επίσης, γίνονται όλο και γενικότερα σκεπτικοί/ες. Μήπως ήταν η σύνοδος μια εγχώρια πολιτική καταστροφή; Πολύ μεγάλο κόστος για πολύ μικρό αποτέλεσμα; Οι δημοσιευμένες συμφωνίες δεν μοιάζουν στ’ αλήθεια ως απάντηση σε παγκόσμια προβλήματα.
Φαίνεται σαν να μην είναι μόνο το αριστερό ριζοσπαστικό κίνημα που αμφισβητεί ότι οι ηγέτες του κόσμου, οι ίδιοι που είναι υπεύθυνοι για τα νεκρά σώματα στα σύνορα, οι ίδιοι που συνεργάζονται με ή δημιουργούν δικτατορίες, που εμπλέκονται σε πολέμους, που μένουν κολλημένοι στην «ελεύθερη αγορά» που μέχρι τώρα έχει οδηγήσει στο γεγονός ότι κάποιοι ελάχιστοι κατέχουν τόσα όσο όλος ο υπόλοιπος κόσμος μαζί, εκείνοι που έκαναν δυνατή την κλιματική καταστροφή∙ αμφισβητεί ότι αυτοί οι άνθρωποι θα πάνε σοβαρά να λύσουν αυτά τα προβλήματα. Φαίνεται ότι υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι που δεν εμπιστεύονται τις αρχές.
Και αυτή είναι μια στιγμή που πρέπει να αξιοποιήσουμε. Δεν θα έπρεπε να εγκαταλείψουμε τις συζητήσεις, μόνο επειδή μας κούρασαν, ή επειδή είμαστε πολύ περήφανοι/ες για να βρεθούμε με τους ανθρώπους στο σημείο από το οποίο ξεκινούν. Ναι, πολλές κριτικές και αιτήματα υστερούν σε ριζοσπαστισμό. Είναι ρεφορμιστικά στην καλύτερη περίπτωση – όχι επαναστατικά. Αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι, για να χτιστεί κοινωνική ηγεμονία, χρειάζεται κουράγιο και υπομονή για συζητήσεις. Όταν οι άνθρωποι ξεκινούν να αμφισβητούν τις πράξεις των υπεύθυνων αρχών, κάτι που δε σημαίνει ότι συμφωνούν μαζί μας, δεν θα έπρεπε να χάσουμε την ευκαιρία να τους κάνουμε να κατανοήσουν γιατί επιλέξαμε να κάνουμε αυτό που κάναμε. Μια αντιπολιτευτική διαμαρτυρία μόνη της, στις περισσότερες περιπτώσεις έχει το πρόβλημα ότι δεν είναι αρκετά μεγάλη ώστε να βλάψει πραγματικά και σοβαρά το σύστημα στο σύνολό του, και χρειάζεται συμπληρώσεις ακριβώς εξαιτίας αυτού του φυσιολογικά συμβολικού χαρακτήρα, ή της μικρής διατάραξης που προκαλεί.
Στο πλαίσιο των διαδηλώσεων ενάντια στη σύνοδο G20, αυτή η ιδέα των συμπληρώσεων δούλεψε αρκετά καλά. Υπήρχαν πολλές διαφορετικές μορφές δράσης που σε πρώτο επίπεδο, δημιούργησαν μια γενική εικόνα πραγματικής αντίστασης ενάντια στην παράνοια του κόσμου.
Οι πιθανότατα πιο κλασικές μορφές δράσης, μια τεράστια μαζική διαδήλωση που τελικά μετατράπηκε στη μεγαλύτερη που έχει γίνει στο Αμβούργο εδώ και 30 χρόνια, και μια αυτόνομη διαδήλωση με ένα τεράστιο μαύρο μπλοκ, συμπληρώθηκαν από άλλες, λιγότερο παραδοσιακές μορφές.
Σχετικά με την αυτόνομη διαδήλωση, υπάρχει ένα ενδιαφέρον στοιχείο που πρέπει να συνυπολογιστεί: είχε ένα εντυπωσιακό, τεράστιο, ρητό, αντισεξιστικό τμήμα. Υπήρχε ένα κουήρ-φεμινιστικό μπλακ μπλοκ, με αλυσίδες “FLTI*” (αλυσίδες μόνο με γυναίκες, λεσβίες, τρανς και ίντερσεξ), που δείχνει ότι παρόλο που το κίνημα έχει έλλειψη σε ριζοσπαστικό φεμινιστικό έργο, οι ριζοσπαστικές φεμινίστριες είναι ακόμη τμήμα του και έχουν μικρές επιτυχίες. Σε αυτή την περίπτωση, η επιτυχία ήταν το γεγονός ότι δόθηκε μια απάντηση και μια εναλλακτική σε ένα πεδίο παραδοσιακά κυριαρχούμενο από τους άντρες, με όλες τις σχετικές συμπεριφορές.
Επιπλέον, ήταν τεράστια επιτυχία, το γεγονός ότι ακόμη και αφού η αστυνομία διέλυσε τη διαδήλωση με πολύ βίαιο τρόπο, κατέστη δυνατό να γίνει μια δεύτερη αυθόρμητη, που έφτασε μέχρι αρκετά μακριά.
Πέρα από τις δυο διαδηλώσεις έγινε μια εναλλακτική σύνοδος για να εκπαιδεύσει πάνω σε διαφορετικούς τρόπους σκέψης που οδηγούν σε διαφορετικές, ευρύτερες απαντήσεις σε παγκόσμια προβλήματα – στη βάση μιας εντελώς διαφορετικής ανάλυσης για τις ρίζες των παγκόσμιων προβλημάτων. Πολλοί/ες γνωστοί/ες διανοητές και ακτιβιστές από διαφορετικά πολιτικά ρεύματα συναντήθηκαν για να συζητήσουν και να συνδεθούν.
Έγινε ακόμη μια σχολική απεργία με μια τεράστια διαδήλωση μαθητών που απαίτησαν να καθορίσουν οι ίδιοι/ες το μέλλον τους αντί να τους εκπροσωπούν άλλοι.
Έγινε και μια νυχτερινή χορευτική διαδήλωση, που κατέβασε μαζικά στους δρόμους τους νέους ανθρώπους, πολύ περισσότερο απ’ όσο αναμενόταν. Ο αριθμός των ανθρώπων αυτών δεν ήταν επιτέλους αποτέλεσμα της επιθετικής, περιοριστικής στρατηγικής της αστυνομίας που είχε ξεκινήσει τις βδομάδες πριν τη σύνοδο των G20. Αντί να απειληθούν ώστε να καταφύγουν στην αστυνομία, που ήταν ο πραγματικός στόχος της στρατηγικής αυτής, οι κάτοικοι του Αμβούργου θύμωσαν. Καθώς η αστυνομία δρούσε αναντίστοιχα σε άπειρες περιπτώσεις, αγνοώντας δικαστικές αποφάσεις, κάνοντας διάφορες ενέργειες όπως να ελέγχει τους ανθρώπους χωρίς λόγο και γιγάντιες παραβιάσεις ελευθερίας κίνησης, οι άνθρωποι άρχισαν να προβληματίζονται σχετικά με τη σχέση του κράτους με τους πολίτες. Πολλοί άνθρωποι ενοχλούνταν καθώς η άνεση και η ασφάλεια των συμμετεχόντων στη σύνοδο των G20 είχε προτεραιότητα έναντι στις επιθυμίες των κατοίκων της πόλης. Και σε κάποιες περιπτώσεις ο θυμός για αυτή την υπεροψία και την άγνοια μετατράπηκε σε γενικότερη κριτική για τη διαφορά μεταξύ των συμφερόντων των κυρίαρχων και του κύριου πληθυσμού.
Η νυχτερινή χορευτική διαδήλωση παρείχε ένα καλό πρώτο βήμα σε πολλούς/ες από αυτούς/ες, που ίσως να μην είχαν ποτέ ξανά κάποια πραγματική επαφή με το αριστερό ριζοσπαστικό κίνημα, ώστε να εκφράσουν το θυμό τους. Το μήνυμα ότι αυτή είναι η πόλη μας, αυτοί είναι οι δρόμοι μας, έγινε τουλάχιστον ξεκάθαρο. Ίσως να μην ήταν τόσο πολιτικό και να ήταν πιο ηδονιστικό, αλλά το πνεύμα της πολιτικής ανυπακοής υπήρχε.
Οι δράσεις που είχαν πιο ριζοσπαστικό περιεχόμενο και μορφή ήταν τα διαφορετικά οδοφράγματα. Την Παρασκευή το πρωί ξεκίνησαν τα πρώτα. Στις ανοιχτές συνελεύσεις τις προηγούμενες μέρες, οι άνθρωποι πληροφορούνταν για τα διαφορετικά σημεία συνάντησης. Κάθε μπλοκ είχε τη δική του οργάνωση, κάτι που σημαίνει ότι κάθε μπλοκ είχε το δικό του θέμα (ένα φεμινιστικό, ένα ενάντια στα σύνορα, ένα αντικαπιταλιστικό), κάποιοι/ες ήταν υπεύθυνοι για τις πρώτες αλυσίδες, κάποιοι/ες ήταν υπεύθυνοι για τη διαδρομή, κάποιοι/ες είχαν σημαίες ως σημάδια για να συγκεντρώνονται οι διαδηλωτές μετά, κάποιοι/ες ήταν υπεύθυνοι για το συντονισμό με τα άλλα μπλοκ, και το κεντρικό γραφείο προσπαθούσε να παραμένει ενημερωμένο για την κίνηση της αστυνομίας, κάποια μέλη ομάδων νομικής υποστήριξης, κάποιοι άνθρωποι που μπορούσαν να ασχοληθούν με τον τύπο κατά τη διάρκεια των οδοφραγμάτων και τα λοιπά.
Οι δύο βασικοί στόχοι των οδοφραγμάτων ήταν να μπλοκάρουν τις διαδρομές προς τη σύνοδο και τη δουλειά στο λιμάνι.
Ο πρώτος είναι πιθανότατα πολύ προφανής, η ιδέα ήταν να διαταραχθεί η υποδομή της συνόδου, να καθυστερήσουν τα πάντα και να υπάρξει μια πραγματική επίδραση στο αν θα διεξαχθεί η σύνοδος με τον τρόπο που είχε σχεδιαστεί. Αποτέλεσμα: ο Τραμπ είχε τεράστια καθυστέρηση, και επιπλέον, το απόγευμα η συναυλία δεν ξεκίνησε στην ώρα της.
Ο δεύτερος εμπεριείχε μια πιο γενική κριτική πάνω στο σύστημα που χτίζουν οι G20. Ήθελαν να μπλοκάρουν τη λογιστική του κεφαλαίου, τουλάχιστον για λίγο καιρό. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το λιμάνι είχε να αντιμετωπίσει για πολλές μέρες μετά την αναστάτωση που προκάλεσαν οι ακτιβιστές/τριες. Επομένως, αποδείχθηκε ότι είναι εφικτό να γίνει κάτι τέτοιο, και ότι από αυτό πρέπει να αναπτυχθεί μια πολιτική πράξη που να διαταράσσει πιο συστηματικά την κατάσταση.
Και κατά τη διάρκεια των οδοφραγμάτων, ήταν κρίσιμο ότι υπήρχαν ταραχές και σε άλλα μέρη της πόλης. Αν δεν υπήρχαν φλεγόμενα αυτοκίνητα στην Αλτόνα, οι αστυνομικοί πιθανότατα θα είχαν περισσότερες δυνάμεις για να σφραγίσουν τη μπλε ζώνη (όπου γίνονταν τα οδοφράγματα στις διαδρομές των συμμετεχόντων στη σύνοδο), και επιπλέον το μπλοκάρισμα του λιμανιού θα είχε πιθανότατα να αντιμετωπίσει μεγαλύτερη αστυνομική παρουσία.
Επιπλέον, προκάλεσαν πολύ μεγαλύτερη παρουσία στα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης, που τα δαιμονοποιούσαν πολύ λιγότερο από τα γερμανικά, και αντιθέτως, τα παρουσίαζαν ως έκφραση αντίστασης. Και με κάποιον τρόπο πράγματι είναι.
Είναι το αποτέλεσμα ενός κενού μιας αίσθησης που όρισε η καπιταλιστική παγκόσμια τάξη, σύμφωνα με την οποία το άτομο εξαναγκάζεται να γίνει καταναλωτικό αντικείμενο, και επομένως ένας ενσωματωμένος ηλίθιος, έρμαιο των συνθηκών, που μέσα από την αναπαραγωγή της ζωής του δομείται ως προϊόν. Αυτή η καταπιεστική συνθήκη παρήγαγε έναν μονοδιάστατο κόσμο που ορίζεται από την παγκοσμιοποίηση και διαπερνά κάθε μέρος της ζωής. Κάτι τέτοιο μοιάζει ολοκληρωτικό, αδάμαστο και καταστροφικό, και συνιστά μια καταπίεση που βιώνεται συλλογικά.
Επομένως, είναι θετικό ότι τουλάχιστον, κάτι συμβαίνει, που καθιστά εφικτή την ύπαρξη ενός πολύ πιο ελεύθερου προσώπου, ακόμη και για μια μικρή στιγμή, το οποίο, μέσα στη φούσκα μιας φαινομενικά μη νόμιμης περιοχής, πρέπει να διαπραγματευτεί για συναίνεση. Μια αναπάντεχη ικανότητα δράσης και μια δύναμη ορισμού βρίσκεται ξαφνικά και αναπόφευκτα μπροστά στους συμμετέχοντες. Αυτή η αιφνίδια ύπαρξη μιας χαμένης ελευθερίας είναι απλώς βραχυπρόθεσμη, και ακριβώς γι’ αυτό αξιοποιείται με υπερβολή. Και εκείνοι/ες που δημιουργούν αυτή τη στιγμή περισσότερο, είναι εκείνοι/ες με τον μεγαλύτερο θυμό, οι πιο τολμηροί/ες ή επίσης εκείνοι/ες με τη μεγαλύτερη χαζομάρα.
Αλλά αυτό που μετράει στο τέλος είναι το άθροισμα όλων των ταραχών, που μπορεί να μοιάζουν ξεχωριστά σαν να μην έχουν νόημα, αλλά δείχνουν ότι η δημιουργία μιας έκτακτης κατάστασης είναι ακόμη δυνατή. Είναι δυνατό να κλείσουμε τη λογιστική του κεφαλαίου – τουλάχιστον για μια στιγμή. Και όλα αυτά στην καρδιά του καπιταλισμού.
Το ότι αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι το τέλος του τραγουδιού, είναι προφανές. Τώρα θα έπρεπε να αναστοχαστούμε πάνω σε αυτές τις εμπειρίες και να αναπτύξουμε από αυτές μια πολιτική πράξη, που θα αντικαθιστά τις εξατομικευμένες ταραχές και τη βία από ένα συλλογικό στρατηγικό κίνημα.
Και –τουλάχιστον για το γερμανικό κίνημα- αυτή μπορεί να είναι μια σημαντική εμπειρία (αν τώρα τη χρησιμοποιήσουμε). Επειδή αποτέλεσε μια επιτυχημένη εμπειρία σε πολλά διαφορετικά επίπεδα. Στο επίπεδο της ολοκλήρωσης διαφορετικών μορφών πολιτικής δράσης, στο επίπεδο της κινητοποίησης (συμπεριλαμβάνοντας τη μεγαλύτερη μαζική διαδήλωση των τελευταίων 30 χρόνων), και επίσης στο επίπεδο της επίτευξης προκαθορισμένων στόχων (μπλοκάρισμα του λιμανιού, καθυστέρηση των συμμετεχόντων στη σύνοδο των G20..). Το συλλογικό κουράγιο κυριάρχησε πάνω στην αδυναμία μας, και από αυτό το κουράγιο, μπορούσαν να αναπτυχθούν πιο ριζοσπαστικά αιτήματα και δράσεις. Το Αμβούργο μπορεί να είναι παντού, επειδή εμείς είμαστε παντού και είμαστε πολλές και πολλοί.
Αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι δεν θα έπρεπε να αναστοχαστούμε κριτικά πάνω στις ταραχές (ειδικά στο επίπεδο της ανδροκρατούμενης συμπεριφοράς πρέπει να κάνουμε μεγάλη πρόοδο), αλλά τουλάχιστον δεν θα πρέπει να βρεθούμε σε απόσταση από αυτές.
Η αντιπολιτευτική βία έχει πάντα το πρόβλημα ότι αποτελεί για πολλούς ανθρώπους μια πιο συγκεκριμένη μορφή βίας από τη θεσμική. Προκαλείται πιο συγκεκριμένη καταστροφή από το κάψιμο ενός αυτοκινήτου απ’ ότι από την εκμετάλλευση ανθρώπων, και είναι πιο ορατή γιατί συμβαίνει στις πόλεις και όχι στη θάλασσα, σε μια άλλη χώρα, σε εργασιακούς χώρους, σε στρατόπεδα.
Επιπλέον, έχει το πρόβλημα ότι πάντα, όταν κοιτάμε αποκλειστικά και συγκεκριμένα μια δράση, φαίνεται να μην έχει νόημα, επειδή, φυσιολογικά, δεν βλάπτει τον πυρήνα του συστήματος.
Αλλά σε μερικές περιπτώσεις, όπως όταν οι συμμετέχοντες στη σύνοδο κάθονταν στη συναυλία ακούγοντας την “Ωδή στη χαρά” του Μπετόβεν, ενώ μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο μακριά, κανόνια νερού έριχναν ενάντια στους διαδηλωτές και κάποια ακόμη εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα, κάποια αυτοκίνητα φλέγονταν, κάτι τέτοιο δημιουργεί μια αναπόφευκτη εικόνα ανταγωνισμού. Λες και δεν ήταν ξεκάθαρο ότι ο κόσμος βρίσκεται εκτός ελέγχου, λες και είναι αναγκαίο να αποδειχθεί κάτι τέτοιο σε περισσότερους ανθρώπους.
Επομένως, κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει κατανοητό σαν ένα σύμβολο ασυμβατότητας. Μια ασυμβατότητα με τις συνθήκες. Πολώνει και ενδυναμώνει την αντίληψη ότι “κάτι πάει λάθος και πρέπει να αλλάξουμε κάτι γύρω από αυτό”. Ίσως ένα πρώτο βήμα – εξαρτάται από το πώς θα αξιοποιηθεί τώρα.
Ο Μπρεχτ έγραψε “Τι είναι η ληστεία μιας τράπεζας μπροστά στην ίδρυσή της;”. Και αυτή είναι η κατεύθυνση προς την οποία θα έπρεπε να σπρώξουμε τη συζήτηση. Αν υπάρχει ενδιαφέρον γύρω από τη βία στον δημόσιο διάλογο, πρέπει πρώτα να ρωτήσουμε πού ασκείται η κύρια βία και ποιοι είναι υπεύθυνοι γι’ αυτήν. (Και θα έπρεπε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πώς μπορούμε να ληστέψουμε την τράπεζα, δηλαδή την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, πιο αποτελεσματικά.)
Μετάφραση: Ειρήνη Γαϊτάνου
Ακολουθεί το κείμενο και στα αγγλικά:
Now they have what they want. The Law-and-Order Freaks are in their element again. Shit storms against the “dangerous protesters” in Hamburg, who burn cars and break-in shops. Demands for harder measures against the left movement and especially the ones who called for the protests are getting loud again.
A very welcomed line for the responsibles of the G20-summit. From the responsible marshal, Hartmut Dudde over the mayor of Hamburg, Olaf Scholz, to the german chancellor, Angela Merkel – they all prefer to speak about the nights of Hamburg than about their own responsibilities, the accusations of institutional violence, or the results of the summit.
And it works quite well. Most of the media are in favour of sensationalist images of burning cars, black blocks, and destroyed shops.
But that’s only the beginning of the battle about the pictures.
More and more pictures which show an entirely different reality of the protests are becoming public. Olaf Scholz promised that there was no police brutality. Videos of cops attaking journalists went viral recently. Pictures of cops kicking heads, water cannons used against medicating paramedics, pepperspray on church areas…
The critics about the way how the police acted increase. Clarifications and consequences for those who misbehaved are getting demanded. Did the police got to much autonomy? Did they ignored court decisions and became an political actor instead of sticking on their rule as an executive organ of the state?
And then also an association of local small trade took the initative and published a statement in which they declare their version of the nights. “The victims” don’t accept there by the media constructed role; at least not in that way. They didn’t saw them selfs threatend by left activists, no, those are their neighbors, the people who live in the same hood they do – they were “more afraid of the with machine guns armed special forces who targed on (their) neighbours”. The activists supported them in that night and protected their shops. The people who destroyed randomn shops didn’t seemed to be part of an organized structure, to the association it seemed to be “the mixture of anger against the police, alcohol, frustration about the own existance and the greed after spectacel” which was leading people to those actions. They declare that for them it’s no question that forms of resistance, and with that also the Rote Flora, are part of their neighborhood and it’s not discusable to change anything about that.
So, it gets harder and harder to stick on the line of the law-and-order freaks: more and more people are questioning if the reactions of the police (and with that the state) were right and also get more general sceptical. Was the summit maybe a domnestic political desaster? Alot of costs for a very small result? The published agreements don’t really look like an answer on global problems.
It seems as if not only the left radical movement doubts that the rulers of the world, the same ones who are responsible for the death bodies on the borders, the same who cooperate with or create dictatorships, those involved in wars, those who stick on the “free market” which so far lead to some few owning as much as the rest of the world together, those who made climate damage possible, that these people will now seriously go to solve these problems. Apparently there are more people who don’t trust in the authorities.
And thats a moment which we should use. We shouldn’t abanden the discussions, only because we are tired of it or to proud to take the people from the point where they stand. Yes, alot of the critics and demands lack on radicalness. They are reformist at best – not revolutinary. But that doesn’t changes, that to build social hegemonie you have to have the courage and patiences for discussions. When people start doubting about the actions responsible authorities took, what doesn’t mean at a that they agree with ours, we shouldn’t miss the moment to make them understand why we choosed to do what we did.
A oppositional protest alone in most of the cases has the problems that its not big enough to really and seriously harm the system in its whole, and is because of that normally symbolic or only a small disturbing, which needs completions.
In the context of the Anti-G20 protests this idea of completions worked quite good. There were alot of different actionforms which in first place created a general view as a actual one of resistance against the insanity of the world.
The probably most classical forms of action, a huge mass demonstration which finally became the hugest one Hamburg had since 30 years, and an autonomous demonstration with a huge black block got added by other less traditional forms.
To the autonomous demonstration there is an interesting point to add: It had a striking huge explicit anti-sexist part. There was a queer-feminist-black-block, with “FLTI*” rows (rows with only women, lesbian, trans and inter), that shows that eventhough, the movement is having a lack on radical feminist work, radical feminists are still part of it and have small successes. In this case the success was to give an answer and alternative to a traditionally pretty male dominated field with all its attitudes.
More over it was a quite huge success, that even after the police smashed the demonstration in a very violent way, it was possible to make a second spontanous one which came quite far.
Besides the two demonstrations there was an alternative-summit to educate about different ways of thinking which lead to other, braoder responses on global problems – based on a entirely different analysis on the roots of global problems. Alot of known intellectuals and activists from several political flows came together to discuss and connect.
There was the school strike with a huge demonstration of students who demanded to define their future on their own instead of getting representated.
There was the night-dance-demonstration, which brought more mass on young people on the street than expected. The number of people was not at last a result of the aggressive, restrictive strategie of the police starting already in the weeks before the G20. Instead of getting threatend to go to the protest, what was the actual goal of it, especially the habitants of Hamurg, became angry. Police acting disproportionate in tons of situations, ignoring court decisions, getting lots of competences like controling people without reason and the huge restrictions of freedom of movement, made people start thinking about the realtion the state has to its citizens. Many people were annoyed that the comfort and security of the G20 participants got more priority than what the people living there want. And in some cases the anger about that arogance and ignorance became a more general critic about the disrcepance between the intrests of rulers and the main population.
The night-dance-demonstration gave for alot of those, who maybe never before had a real contact to the left radical movement, a good first step to express their anger. The message of thats our city, these are our streets at least became clear. It was maybe not that political and more hedonistic, but the spirit of civil disobedience was there.
The actions with more radical content and form of action were the different blockades. On Friday morning the first ones started. In the open assemblys in the days before the people got informed about the different meeting points. Each finger had its own organization, means that every finger had its topic (one feminist, one no border, one anticapitalist), some people in charge with the first rows, some people to scout where the finger is moving to, some people who have flags as the sign where the people have to run after, some people in charge with the coordination with the other fingers and the central office which is trying to stay updated about the police movement, some legal team members, some people available to deal with the press during the blockades and so on.
The two main approaches of the blockades were to block the routes to the summit and to block the work at the habour.
The first one is probably quite obvious, the idea was to disturb the infrastructure of the summit, to delay everything and have an actual influence on in howfar the summit can take place in the way it was planned. Result: Trump had a huge delay and also in the evening the concert couldn’t start on point.
The second one had a more general critic on the system the G20 are building. They wanted to block the logistics of capital, at least for some time. The result was that the habour had to deal days afterwards still with the jam the activists produced. So in fact it proved that it’s possible to do it, and out of this there has to grow a political praxis which is disturbing more constantly.
And during the time of the blockades it was kind of crucial that there were riots in other parts of the city. If there were not cars burning in Altona, probably the cops would’ve had more forces to seal the blue zone (where the blockades of the routes of the participants of the summit took place) and also the blockade of the harbour probably would’ve faced a huger cop presence.
Furthermore they provoced way more presence in international media, which demonized them way less than the german media, and instead of that stylized them as an expression of resistance. And somehow they are.
They are the result of a vacuum of a sense baned capitalist world order, in which the individual gets forced to become a consuming object and thus a intergrated idiot of the circumstances, who through the reproduction of its life gets structured as a product. These oppressive produced one dimensional world of globalization percolates every part of life and seems totalitarian, indominatable and ruinous and is getting through that a collectively expirienced oppression.
So its positive that at least something is happening, which makes a more free person possible, even just for a small moment, who in the bubble of a seemingly unlegislated area, has to negotiate for a consent. An unexpected actionability and power of definition is standing suddenly and unevitably infront of the participants. These aprupt existence of a lost freedom is just shorttermed and because of that is getting used excessive. And the ones who shape this moment the most are the ones with the hugest anger, the bravest or also the ones with the most stupideness.
But what counts in the end is the sum of all riots, which – may they seem in individual entirely sensefree- shows that the production of a state of emergency is still possible. Its possible to shut down logistics of capital – at least for a moment. And all that in the heart of capitalism.
That this can’t and must not be the end of the song is obvious. Now it should be about reflecting the experiences and developing a political parxis out of it, which replaces individualized riots and violence through a collective strategical movement.
And – at least for the german movement- this can be an important experience (if we now use it). Because it was an successfull experience on a lot of different levels. In the point of completion of different political action forms, in the point of mobilization (in all of the protest, hugest massdemonstration since 30 years) and also in the point of archieving predefined goals (blockade of habour, delay of G20-participants..). The collective courage conquered the own powerlessness and out of this the courage to more radical demands and actions could develop. Hamburg can be everywhere, because we are everywhere and we are many.
That doesn’t means at all, that the riots shouldn’t be critcal questioned (especially in male dominated behaviour we have a lot of progress to do), but at least one shouldn’t distance pher*himself from it.
Oppositionel violence has always the problem that it’s for a lot of people a more concrete form of violence then institutionalized violence. It leaves more concrete damage to burn a car then to exploite people and it’s more visible because it’s happening in the cities and not in the sea, in another country, on working places, in camps..
Furthermore it has the problem, that always when you look at only one action in particular, it seems to be sensefree, because it’s normally not harming the core of the system.
But in some situations, like when the summit participants were sitting on the concert listening to Bethovens “ode to joy” while a few hunderd meters far away water canons shoot on protestants and some hunderd meters more far away some cars got burned, it is creating a inavoidable picture of antagonism. As if it wouldnt be clear that the world is out of control, as if we would be necessary to prove it to more people.
So it can also be understood as a symbol of irreconcilability. An irreconcilability with the circumstances. It polarizes and it strengthen the perception of “something is going wrong and we have to change something about that”. Maybe a first step – depends on how it gets used now.
Brecht wrote “What is the break-in in a bank against the foundation of a bank?”. And this is a direction in which we should push the discussion. If there is an interest in public discussions about violence we should first of all ask where the main violence is happening and who are the responsibles for it. (And we should start thinking of how we can break-in the bank aka capitalist globalization more effectively.)