Του Alberto Toscano
Μετάφραση: Ειρήνη Γαϊτάνου
3. Πειθαρχώντας το πλεόνασμα: Η σημασία μιας θεωρίας πληθυσμών για την κατανόηση της σύγχρονης εξουσίας είναι φυσικά στο επίκεντρο της θεωρητικής προίκας της φουκωικής έννοιας της βιοπολιτικής, και των διάφορων προσεγγίσεων της από τον Giorgio Agamben και άλλους. Ένα από τα σημαντικότερα προτερήματα του θέματος των υπερπληθυσμών στο Μαρξ, είναι η αναίρεση της έννοιας που προτάσσεται από τον ίδιο τον Φουκώ στο έργο του Οι λέξεις και τα πράγματα σ.1Ελληνική έκδοση: Φουκώ, Μ. 2011. Επιτήρηση και Τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής. Μτφ. Τάσος Μπέτζελος. Αθήνα: Πλέθρον.Η παραπομπή είναι από την αγγλική έκδοση, Foucault, M. 1977, Discipline and punish: The birth of the prison. New York: Pantheon Books, p. 221. σύμφωνα με την οποία η μαρξική κριτική της πολιτικής οικονομίας είναι επιστημολογικά δεμένη με το αντικείμενο της κριτικής της. Είναι ακριβώς πάνω στο ερώτημα του πληθυσμού που η ρήξη όχι απλά με τον Malthus, αλλά με τον Ricardo, είναι οριστική.

Η σημασία της θεωρίας ελάχιστης διαβίωσης, όπου «ο γρήγορος πολλαπλασιασμός των εργατών εμποδίζει τους μισθούς να ανέβουν για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα πάνω από τη φυσική τιμή της εργασίας· όταν πολλαπλασιάζονται αργά ή αργοπεθαίνουν, αυτό εμποδίζει τους μισθούς να πέσουν πολύ πιο κάτω από αυτήν» σ.2 Rubin, I. I. 1929. A History of Economic Thought. Inklinks.Translated and edited by Donald Filtzer from 2nd Revised Russian ed, p. 281. , αποσυντίθεται μέσα από την κατανόηση ότι ο πληθυσμός στον καπιταλισμό είναι κοινωνική δύναμη, και ότι βιολογικά ελάχιστα όρια διαβίωσης δεν μπορούν να γεννήσουν κανενός είδους «σιδερένιους νόμους των μισθών» (παραλλαγή του Lassalle πάνω στα μαλθουσιανά δάνεια του Ρικάρντο). Εκεί που μπορεί να βρεθεί μια πιο γόνιμη σχέση με τον Foucault είναι στην ιδέα ότι για να διαστρωματωθεί και να πειθαρχηθεί αυτό το πλεόνασμα, να εμπορευματοποιηθεί η εργατική δύναμη και να διατηρηθεί το ενδεχόμενο της πώλησης της εργασίας, απαιτείται ένα ολόκληρο σύνολο από μηχανισμούς και θεσμούς (από νόμους για τους φτωχούς μέχρι διατάξεις για την ανεργία στα πλαίσια του workfare). Με βάση τη μαρξική διατύπωση του ίδιου του Foucault στο Επιτήρηση και τιμωρία σ.3Ελληνική έκδοση: Φουκώ, Μ. 2011. Επιτήρηση και Τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής. Μτφ. Τάσος Μπέτζελος. Αθήνα: Πλέθρον.Η παραπομπή είναι από την αγγλική έκδοση, Foucault, M. 1977. Discipline and punish: The birth of the prison. New York: Pantheon Books, p. 221. : «οι δύο διαδικασίες – η συσσώρευση ανθρώπων και η συσσώρευση κεφαλαίου – δεν μπορούν να διαχωριστούν· δεν θα ήταν δυνατό να λυθεί το πρόβλημα της συσσώρευσης ανθρώπων χωρίς την ανάπτυξη ενός μηχανισμού παραγωγής ικανού να τους διατηρεί και να τους χρησιμοποιεί ταυτόχρονα· αντίστροφα, οι τεχνικές που έκαναν χρήσιμη τη σωρευτική πολλαπλότητα των ανθρώπων επιτάχυναν τη συσσώρευση κεφαλαίου». Η, για να χρησιμοποιήσουμε την ακόμα πιο υποβλητική διατύπωση από τη διάλεξη στη Βραζιλία το 1973 «Αλήθεια και νομικές μορφές» [Truth and Juridical Forms]: «Ένας ιστός από μικροσκοπικές τριχοειδείς πολιτικές εξουσίες έπρεπε να κατοχυρωθεί στο επίπεδο της ίδιας της ύπαρξης του ανθρώπου, δένοντας τους ανθρώπους με το μηχανισμό της παραγωγής, ενώ ταυτόχρονα τους μετέτρεπε σε φορείς της παραγωγής, σε εργάτες. Αυτό το δέσιμο του ανθρώπου με την εργασία ήταν συνθετικό, πολιτικό· ήταν μια σύνδεση που επέφερε η εξουσία. Δεν υπάρχει υπεραξία χωρίς υπο-εξουσία. Μιλώ για “υπο-εξουσία” γιατί σχετίζεται με την εξουσία που περιέγραψα νωρίτερα, και όχι αυτή που παραδοσιακά ονομάζεται “πολιτική εξουσία”. Αναφέρομαι όχι σε έναν κρατικό μηχανισμό, ή στην τάξη που βρίσκεται στην εξουσία, αλλά σε ένα ολόκληρο σύνολο μικρών εξουσιών, μικρών θεσμών τοποθετημένων στο κατώτερο επίπεδο. Αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να αναλύσω αυτή την υπο-εξουσία ως μια συνθήκη της δυνατότητας της υπεραξίας» σ.4 Foucault, M. 2000.Truth and Juridical Forms in Power, ed. by J. D. Faubion.New York:The New Press,p. 86-7 . Αυτή η διατύπωση μας επιτρέπει να σκεφτούμε, ακολουθώντας την πρόταση του Kawashima, με ποιον τρόπο το μοδάτο θέμα της βιοπολιτικής μπορεί να αποσπαστεί από την «κακή αφαίρεση» των πληθυσμών, να σκεφτούμε την πλήρη διαλεκτική των κεντρόφυγων και κεντρομόλων πιέσεων πάνω στη «ζωντανή εργατική δύναμη των υπερπληθυσμών». Επίσης, μας επιτρέπει να σκεφτούμε μια διαφορετική συνάρθρωση μεταξύ της πειθαρχικής πολιτικής της ανατομίας, η οποία «καθηλώνει» και προσαρμόζει τον εργάτη στη νεκρή εργασία, από τη μία πλευρά, και της διαχείρισης της παραγωγικότητας των πληθυσμών, από την άλλη. Η φορμαλιστική διάκριση μεταξύ της βιοπολιτικής και της πολιτικής της ανατομίας, που έχει προταθεί από τον Foucault, υπονομεύεται από τον τρόπο με τον οποίο διαφορικές διεργασίες προλεταριοποίησης, γέννησης αυτού στο οποίο ο Denning έχει πρόσφατα αναφερθεί ως ζωή χωρίς μισθό, καταδικάζουν τους εργάτες στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας, ιδίως όταν αυτή η σχέση βιώνεται ως ένας προσωρινός ή μόνιμος αποκλεισμός. Όπως το έθεσε ο Μαρξ στο Κεφάλαιο: «ο νόμος που κρατάει πάντα σε ισορροπία το σχετικό υπερπληθυσμό ή το βιομηχανικό εφεδρικό στρατό με την έκταση και ένταση της συσσώρευσης, καρφώνει τον εργάτη στο κεφάλαιο πιο γερά απ’ ό,τι τα καρφιά του Ηφαίστου κάρφωσαν τον Προμηθέα στο βράχο. Φέρνει μια συσσώρευση αθλιότητας αντίστοιχη με τη συσσώρευση του κεφαλαίου. […] Αποτελεί ένα διαθέσιμο βιομηχανικό εφεδρικό στρατό, που ανήκει στο κεφάλαιο τόσο απόλυτα, σα να τον είχε φτιάξει με δικά του έξοδα» σ.5 Marx, K. 1906. Capital: A critique of political economy.Chicago:C.H. Kerr & Co, p. 784, εδώ από την ελληνική μετάφραση, Μαρξ, Κ. 1978, Το Κεφάλαιο. Κριτική της πολιτικής οικονομίας. Τόμος 1ος, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σελ. 668 και 655 .
4. Φυλή και πλεόνασμα: Ακριβώς όπως η ιδέα ότι το κεφάλαιο ακούσια οργανώνει μια πολιτικοποιημένη εργατική τάξη μέσω της χωρικής πειθάρχησης του εργοστασίου συχνά οδήγησε σε μια τελεολογία της οργάνωσης η οποία απορροφούσε τις δυσκολίες και αμφιθυμίες της πολιτικοποίησης, έτσι μια σύγχρονη εστίαση στον υπερπληθυσμό κινδυνεύει να προτείνει, ακόμα λιγότερο εύλογα, ότι η περιθωριοποίηση ή αποβολή από την σχέση κεφαλαίου-εργασίας είναι η ίδια, ένας λιγότερο ή περισσότερο γραμμικός παράγοντας πολιτικοποίησης. Είναι σε αυτό το σημείο που κάποιες από τις αναλυτικές και πολιτικές χρήσεις υπό τις οποίες τέθηκε η έννοια των υπερπληθυσμών στη δεκαετία του 1970 μπορούν να είναι μεγάλης σημασίας για να αντιμετωπιστούν οι τρόποι με τους οποίους οι διαφορικές δομές της «περίσσειας» μπορούν να παίξουν ένα ρόλο στην πολιτική υποκειμενοποίηση και σε μια άνιση και συνδυασμένη διαδικασία προλεταριοποίησης. Συγκεκριμένα, η συνάρθρωση φυλής και καπιταλισμού μέσω της έννοιας του υπερπληθυσμού στο καταληκτικό κεφάλαιο των Hall et al. Αστυνομεύοντας την Κρίση, «Η πολιτική της ληστείας» σ.6 Hall, S. et al. 1978.Policing the crisis: Mugging, the state, and law and order. London: Macmillan , μας παράσχει έναν τρόπο να προβληματιστούμε σχετικά με κάποια από τα επίδικα του να σκεφτούμε την πολιτική της ανεργίας υπό το πρίσμα του ανταγωνιστικού κατακερματισμού και της κοινωνικής βίας που ενυπάρχει στην παραγωγή περιττών πληθυσμών – στο δικό τους παράδειγμα, η άνεργη μαύρη νεολαία που ήταν ο στόχος του ηθικού πανικού σε ό,τι αφορά το έγκλημα της δεκαετίας του 1970. Σε σύνδεση με τις συζητήσεις γύρω από την πολιτική της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών σε μια στιγμή που, για να παραθέσω τον Braverman, «η θηλυκή μερίδα του πληθυσμού είχε γίνει η βασική συμπληρωματική δεξαμενή εργασίας», η προσέγγιση του μαύρου προλεταριάτου στη Βρετανία υπό τη σκοπιά που παρέχεται από την αντιφατική λογική των υπερπληθυσμών, υποσχόταν για τους Hall et al. μια ρήξη με τις αφηγήσεις του κοινωνικού αποκλεισμού και της εγκληματικότητας. Εισήγαγε το στρατηγικό πρόβλημα, από κοινού με τις φεμινιστικές συζητήσεις γύρω από την οικιακή εργασία, του πώς να εναρμονιστεί, όπως το θέτουν, «ο τομεακός αγώνας με μια πιο γενική ταξική πάλη», από την άποψη της «διπλής δομής» της εκμετάλλευσης στην εργασία σε ό,τι αφορά τόσο τη σεξουαλική όσο τη φυλετική διαίρεση μέσα στις ταξικές σχέσεις. Κυρίως, όπως γράφουν: «το κλειδί για να ξεσκεπαστεί η σχέση και των δύο, δεν είναι το ερώτημα του αν ο καθένας κατευθείαν λαμβάνει ένα μισθό ή όχι, αφού ένα μέρος από τον καθένα είναι, ανά πάσα στιγμή, σε απασχόληση – δηλαδή “μισθωτό” – ενώ το υπόλοιπο είναι “άμισθο” […] το κλειδί βρίσκεται στην αναφορά στον έλεγχο του κεφαλαίου πάνω στην κίνηση μέσα και έξω από τον εφεδρικό στρατό εργασίας» σ.7 Ibid., p. 369., το οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο βαθμό που ο σύγχρονος καπιταλισμός έχει χρησιμοποιήσει δύο κύριους εφεδρικούς στρατούς: τις γυναίκες και τη μεταναστευτική εργασία σ.8 Ibid., p. 381.. Οι συγγραφείς του Policing the Crisis προσπαθούν να τοποθετηθούν στη συζήτηση σχετικά με την πολιτική του μαύρου βρετανικού προλεταριάτου που αντέταξε η κολεκτίβα Race Today απέναντι στο Black Liberator. Πρόκειται για μια πλούσια περιγραφή, αλλά ήθελα απλά να δείξω την προσπάθειά τους να χαράξουν ένα μονοπάτι μεταξύ μιας αυτονομίστικης πολιτικής της «άρνησης της εργασίας» που βλέπει μια φυλετική (και σεξουαλική) εργασιακή ιεραρχία του τύπου της κάστας, και που προτάσσει την αμισθία ως ένα θετικό πολιτικό εναρκτήριο σημείο, και μιας πιο κλασικής ανάλυσης όπου οι μαύροι εργάτες «νοούνται […] ως ένας εφεδρικός στρατός εργασίας ενός ειδικού, φυλετικά διαφοροποιημένου κομματιού» το οποίο «χρησιμοποιείται, παραγωγικά ή μη παραγωγικά, σε συνάρτηση με τις ανάγκες και τους ρυθμούς του κεφαλαίου. Αποτελούν ένα μαύρο υπο-προλεταριακό στρώμα της γενικής εργατικής τάξης», και οι αγώνες τους είναι, σύμφωνα με την κολλεκτίβα Black Liberator, προς το παρόν, εγκλωβισμένοι σε έναν πιο οικονομίστικο και λιγότερο άμεσα πολιτικό αγώνα.
5. Πολιτική του πλεονάσματος: Όπως σημειώνουν οι Hall et al. σχετικά με τα γραπτά του Fanon και το πολιτικό πρόγραμμα του κόμματος των Μαύρων Πανθήρων, οι στρατηγικές δυσκολίες της οργάνωσης μιας ταξικής πολιτικής ικανής να απαντήσει τόσο στη φυγόκεντρη και κεντρομόλο δυναμική των υπερπληθυσμών, όσο και κυρίως στους ακραίους κατακερματισμούς και ιεραρχίες που επιβάλλονται στους μισθωτούς και τους άμισθους είναι αναρίθμητες. Η ειρωνεία, φυσικά, είναι ότι ο Fanon και οι Πάνθηρες ένιωθαν υποχρεωμένοι να αναστήσουν και να επανεπιβεβαιώσουν την κατηγορία του λούμπεν προλεταριάτου ως ενός τρόπου για να συνεχιστεί μια αντικαπιταλιστική πολιτική από μια οπτική γωνία που δεν ήταν εκείνη της συγκροτημένης εργατικής τάξης στο σημείο της παραγωγής αλλά του ίδιου του εφεδρικού στρατού. Η καχυποψία και εχθρότητα απέναντι στα γιατροσόφια του επίσημου κομμουνισμού και του επίσημου εργατικού κινήματος επίσης έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Έτσι, μπορούμε να διαβάσουμε σε ένα προγραμματικό κείμενο «Για την Ιδεολογία του Κόμματος των Μαύρων Πανθήρων» («On the Ideology of the Black Panther Party»), το οποίο μεταφέρει την πολιτική πρόκληση του Fanon στη βορειοαμερικανική μητρόπολη:
«Είμαστε Λούμπεν […] Το λούμπεν προλεταριάτο είναι όλοι εκείνοι που δεν έχουν καμία ασφαλή σχέση ή επενδεδυμένο συμφέρον στα μέσα παραγωγής και τους θεσμούς της καπιταλιστικής κοινωνίας. Εκείνο το κομμάτι του “Βιομηχανικού Εφεδρικού Στρατού” που κρατείται διαρκώς σε εφεδρεία· αυτοί που δεν έχουν ποτέ δουλέψει και ποτέ δεν πρόκειται να δουλέψουν· που δεν μπορούν να βρουν μια δουλειά, που είναι ανειδίκευτοι ή ακατάλληλοι, που έχουν αντικατασταθεί από τις μηχανές, τον αυτοματισμό και την κυβερνητική, και που ποτέ δεν “διατηρήθηκαν ή επενδύθηκαν με νέες δεξιότητες”· όλοι αυτοί που βρίσκονται στην Πρόνοια ή λαμβάνουν Κρατική Βοήθεια. […] Επίσης το αποκαλούμενο “Εγκληματικό Στοιχείο”, αυτοί που ζουν μέσω της ευστροφίας τους, […] αυτοί που δεν θέλουν καν μια δουλειά, […] εν συντομία, όλοι αυτοί που έχουν απλά κλειδωθεί έξω από την οικονομία και που τους έχουν στερήσει τη δικαιωματική κοινωνική τους κληρονομιά.» σ.9Παρατίθεται στο Worsley, P. 1972.«Fanon and the Lumpenproletariat», Socialist Register, Vol. 9..
Όπως γίνεται καθαρό από το παραπάνω απόσπασμα, μια τέτοια λούμπεν πολιτική ήταν ένας τρόπος να διατηρηθεί μια ετερόδοξη πιστότητα σε μαρξικές κατηγορίες ενώ ταυτόχρονα αναγνωριζόταν μια κατάσταση στην οποία η σχέση κεφαλαίου-εργασίας βιωνόταν, για να παραθέσουμε το Μαρξ, ως «μη-θέτουσα την αναγκαία εργασία». Ήταν επίσης ένας τρόπος να απαντηθεί το γεγονός ότι «η φυλετική καταπίεση ήταν η συγκεκριμένη διαμεσολάβηση μέσω της οποίας αυτή η τάξη βίωνε τις υλικές και πολιτισμικές συνθήκες της ζωής, και συνεπώς η φυλή διαμόρφωνε τον κεντρικό τρόπο μέσω του οποίου μπορούσε να κατασκευαστεί η αυτοσυνείδηση του ταξικού στρώματος» σ.10Ibid., p. 387. Ο καπιταλισμός, σε συμφωνία με αυτή την αναζωογόνηση των μαρξικών κατηγοριών, απαιτεί την εκμετάλλευση όχι μόνο των «παραγωγικών» εργατών, αλλά επίσης εκείνων που είναι «απόβλητοι από την παραγωγή, εξαθλιωμένοι εκτός εργασίας, ή τους έχει ανατεθεί μια θέση λιγότερο ή περισσότερο μόνιμης “περιθωριοποίησης”, ή που, όταν προσλαμβάνονται ξανά πίσω στον ακανόνιστο παραγωγικό κύκλο του κεφαλαίου, χρησιμοποιούνται μέσα από τη λειτουργία των δευτερευουσών εργασιακών αγορών του» σ.11 Ibid., p. 392.. Αν η συσσώρευση του κεφαλαίου απαιτεί τη συσσώρευση αντρών και γυναικών, αυτή είναι μια διαφορική συσσώρευση, η οποία ενδυναμώνεται και αναπαράγεται μέσω βίαιων κατακερματισμών μεταξύ των εργατών, από τους οποίους ο ρατσισμός είναι μια κυρίαρχη ιδεολογική και πρακτική μορφή. Συμπερασματικά, το να θεωρήσουμε τη μαρξική θεωρία των υπερπληθυσμών ως ένα πολιτικό πλαίσιο, μας επιτρέπει ίσως να αναδιατυπώσουμε την αμφίβολη διάκριση μεταξύ εργατικής τάξης και προλεταριάτου, η οποία εκφράζεται συχνά με ένα μάλλον υπερβατικό πνεύμα (η εργατική τάξη ως μια εμπειρική ολότητα, το προλεταριάτο ως μια υποκειμενικότητα βασισμένη σε ένα κενό ιδιοτήτων και συνολική αρνητικότητα), με ένα πολύ πιο σύνθετο και δυναμικό τρόπο. Αντί μιας αναχρονιστικά αποκλειστικής εστίασης στη βιομηχανική εργατική τάξη, μας επιτρέπει να ξεκινήσουμε, με την πρόταση του Μαρξ ότι όλοι οι ελεύθεροι εργάτες είναι «δυνητικά άποροι», καθώς «σύμφωνα με τις οικονομικές τους συνθήκες [αυτοί] είναι καθαρά ζωντανές εργασιακές ικανότητες, συνεπώς εξοπλισμένοι με τα αυστηρώς αναγκαία της ζωής. Η αναγκαιότητα από όλες τις πλευρές, χωρίς τις αναγκαίες αντικειμενικότητες για να πραγμοποιήσουν [τους εαυτούς τους] ως εργασιακές ικανότητες»σ.12 Marx, K. (1971). The Grundrisse. New York: Harper & Row, p. 604.. Αλλά, όπως προτείνει η έμφαση των Hall et al. στην ανάγκη για πολιτικές στρατηγικές ικανές να αντιμετωπίζουν τις «διαφορές, αποκλίσεις, αναντιστοιχίες μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων του κοινωνικού σχηματισμού σε σχέση με τη μαύρη εργατική τάξη – μεταξύ των οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών επιπέδων»σ.13Hall, S. et al. 1978. Policing the crisis, p. 393., θα έπρεπε να είμαστε επιφυλακτικοί με το είδος των φιλοσοφιών της ιστορίας που αντιμετωπίζουν αυτή την κρίσιμη «δυνητική» κατάσταση ως μια πραγματικότητα που τείνει να ενοποιηθεί – με τη μορφή προτάσεων για καθολική αμισθία, επισφάλεια, πλεονάζουσα ανθρωπότητα. Αν μη τι άλλο, μια ανάλυση των υπερπληθυσμών μας εναρμονίζει με τους ισχυρούς τρόπους με τους οποίους το κεφάλαιο ασκεί κατακερματισμένες, ιδιαίτερα διαμεσολαβημένες, χωρικά διαφοροποιημένες και χρονικά συγκεκομμένες μορφές προλεταριοποίησης, και αποδεικνύει ακριβώς ότι το κεφάλαιο είναι πολύ πιο αποτελεσματικό στη διαρκή καθαίρεση και αποσύνθεση των εργατικών τάξεων παρά να ενοποιεί, να δομεί και να οργανώνει τους ίδιους τους νεκροθάφτες του.
*Εδώ μπορείτε να βρείτε το Μέρος I
Υποσημειώσεις