To φαινόμενο της πεταλούδας στην Ιστορία

Το μυθιστόρημα του Λουίς Σεπούλβεδα «Το τέλος της Ιστορίας» κυκλοφόρησε το 2017. Το κείμενο του Φερνάρντο Γκαρσία στη La Vanguardia αναδεικνύει ενδιαφέροντα σημεία της συνομιλίας του με τον συγγραφέα με αφορμή αυτό το βιβλίο.

Του Φερνάντο Γκαρσία

Μετάφραση: Αλίκη Κοσυφολόγου

Δεν είναι εύκολο να αποδείξει κάποιος πως τα φτερουγίσματα μιας πεταλούδας στην Κίνα μπορoύν να προκαλέσουν έναν κεραυνό στο Τέξας, όπως υποστηρίζεται στη θεωρία του χάους. Ωστόσο,  το γεγονός ότι ο Λέων Τρότσκι χάρισε τη ζωή στον αρχηγό των Κοζάκων και εγκληματία Πιοτρ Κράσνοφ υπήρξε καταλυτικό για την πορεία του ανιψιού του Μιγκέλ Κράσνοφ, ο οποίος στη συνέχεια θα έφτανε στη Χιλή και θα εξελισσόταν σε έναν από τους πιο φριχτούς βασανιστές του καθεστώτος του Πινοσέτ.

Και αυτό είναι ένα από τα φαινόμενα της πεταλούδας τα οποία αφηγείται στο τελευταίο του μυθιστόρημα ο Λουίς Σεπούλβεδα, «Το τέλος της Ιστορίας». Το θρίλερ, στο οποίο πρωταγωνιστεί το λογοτεχνικό alter ego του, ο συναγωνιστής και παλιός συνεργάτης του Σαλβαδόρ Αλιέντε, Χουάν Μπελμόντε,  όχι μόνο αναβιώνει τις ενδιαφέρουσες γραμμές σύνδεσης μεταξύ των τσαρικών κοζάκων, των ναζί, των Oυστάσας της Κροατίας, – και μέσα από τη δυναστεία των Κράσνοφ- με τους δολοφόνους της  χιλιανής δικτατορίας, αλλά επίσης αποκαθιστά τις σχέσεις μεταξύ της επαναστατικής Αριστεράς της Λατινικής Αμερικής, των μυστικών υπηρεσιών της ΕΣΣΔ και των χωρών δορυφόρων από τη μία πλευρά, και της νέας Ρωσίας από την άλλη.  Δεν είναι ένα περίεργο κοκταίηλ αυτό που ο Σεπούλβεδα σερβίρει στο μυθιστόρημα του – αλλά αντίθετα ένα κείμενο με ροή κι ένα τέλος απρόσμενο αλλά και συνεκτικό.

Ο Μπέλμοντε είχε αποσυρθεί στο νότο της Χιλής μαζί με τη γυναίκα του Βερόνικα, η οποία είχε τραυματιστεί ανεπανόρθωτα από τα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, όταν δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον σκοτεινό Όσκαρ Κράμερ:  Μία ομάδα  Κοζάκων νοσταλγών του παρελθόντος  είχε προσπαθήσει να βγάλει από τη φυλακή τον καταδικασμένο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας Μιγκέλ Κράσνοφ. Ο Κράμερ και οι ρώσικες μυστικές υπηρεσίες γνωρίζουν τις ικανότητες του Μπελμόντε ως σκοπευτή και ειδικού στον ανταρτοπόλεμο και χρειάζονται τη βοήθεια του. Οι πραγματικές του σκέψεις για αυτή την επιχείρηση και ο ρόλος του σε αυτήν όμως δεν αποκαλύπτονται μέχρι το τέλος. Αυτό που κάνει (ο ήρωας) στο μεταξύ είναι τόσο σκοτεινό όσο και τα πραγματικά γεγονότα που του δίνουν περιεχόμενο σε αυτή την ιστορία.

Πριν ξεκινήσει να γράφει και με τον στόχο να αξιοποιήσει αυτό το πραγματικό περιεχόμενο, ο Σεπούλβεδα συγκέντρωσε ένα τεράστιο υλικό τεκμηρίωσης. Για να περιγράψει “τα πήγαινε – έλα” των Kοζάκων από την αρχή της ρωσικής επανάστασης μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου,  ο συγγραφέας μελέτησε μερικές χιλιάδες σελίδες, τις οποίες συνόψισε σε μερικές δεκάδες σελίδων λογοτεχνίας.  Ήθελα να μάθω, για παράδειγμα «ποιά τρέλα οδήγησε τον Χίτλερ να μετακινήσει τους Κοζάκους που με τόση αποτελεσματικότητα πολεμούσαν στην είσοδο του Στάλινγκραντ και να τους φέρει στα Βαλκάνια για να πολεμήσουν απέναντι στους παρτιζάνους του Τίτο».   Επίσης, ο συγγραφέας ήθελε να μάθει πως ο Κράσνοφ και οι δικοί του επιβίωσαν της καταστροφής στην Κροατία αναζητώντας καταφύγιο στην Ιταλία, στο Τολμέτσο (Επαρχία της Ούντινε), με σκοπό να δημιουργήσουν τη χώρα των Κοζάκων.

Στο σημείο, που εμένα προσωπικά με άγγιξε περισσότερο, ο Σεπούλβεδα ακολούθησε τη νέα περιπέτεια του ήρωα του Χουάν Μπελμόντε για καταδείξει «πως με την πτώση της ΕΣΣΔ αρκετοί νέοι και αρκετές νέες της Λατινοαμερικάνικης Αριστεράς, που είχαν εκπαιδευτεί στις σοβιετικές στρατιωτικές ακαδημίας για να γίνουν καθοδηγητές των μελλοντικών λαϊκών στρατών βρέθηκαν ξαφνικά σε ένα κενό». Και πως για να επιβιώσουν, «κάποιοι προσαρμόστηκαν στη νέα ρώσικη πραγματικότητα κι έγιναν μισθοφόροι των νέων ολιγαρχιών της χώρας( …) (sic)»

Tα στοιχεία τα οποία το «Τέλος της ιστορίας – μαζί με το προηγούμενο μυθιστόρημα με τον ίδιο χαρακτήρα πρωταγωνιστή,«Όνομα του Ταυρομάχου[1]» (“Νombre del Torrero”, εκδόσεις Τusquets, 1994)- αναδεικνύουν τον Μπελμπόντε ως έναν χαρακτήρα συνετό που δεν άσκησε βία με ωμότητα ή απερισκεψία. Ο συγγραφέας εξηγεί στη συνέντευξη του στη La Vanguardia με το κίνητρο του για το νέο του βιβλίο: Η πλειοψηφία όσων έφυγαν από τη Χιλή για να εκπαιδευτούν στις σοβιετικές ακαδημίες ή στην Λαϊκή Δημοκρατια της Γερμανίας  (RDA) ή στην Κούβα, ήταν νέοι αγωνιστές και νέες αγωνίστριες, που κουβαλούσαν ένα τραυματικό παρελθόν, ήταν θύματα δικτατορίας με δολοφονημένους συγγενείς και φίλους και πήγαν να εκπαιδευτούν για να προετοιμαστούν για την ιστορική αντεπίθεση».

Αν και η  ίδια στρατιωτική εκπαίδευση  έμαθε σε αυτούς τους αγωνιστές και αγωνίστριες να διακρίνουν μεταξύ επιθυμίας για εκδίκηση και του ιδανικού της δικαιοσύνης «όταν oι αναφορές τους κατέρρευσαν, όλα άλλαξαν. Και οι πιο επίμονοι αντικατέστησαν τον στόχο τους με ένα ιδανικό εκδίκησης». Αυτή η μετάβαση αποτελεί ένα σημαντικό μέρος του «Τέλους της Ιστορίας», στο βαθμό που αναβιώνει και το «γενεακό δράμα» που έζησε και ο ίδιος ο συγγραφέας του βιβλίου.

Ο ίδιος ο Λουίς Σεπούλβεδα, ο οποίος στην πραγματικότητα συνεργάστηκε με τον Αλιέντε, ήταν μέλος της της γκεβαρικής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Χιλής, όπως ονομαζόταν ο Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός προς τιμήν του κινήματος που ίδρυσε ο Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία.  «Όταν έφτασε η στιγμή να πολεμήσουμε στη Βολιβία, αρκετοί από εμάς πήγαμε να πολεμήσουμε εκεί. Και το ίδιο έγινε όταν έφτασε η στιγμή να βοηθήσουμε τους Σαντινίστας που έκαναν επανάσταση στη Νικαράγουα. Αυτό μας υποδείκνυε η πολιτική μας συνείδηση και η ενότητα», επισημαίνει στη συνέντευξη. Υπήρξαν περίοδοι κατά τους οποίους ο συγγραφέας κρατούσε μαζί και στυλό και το ντουφέκι: «Πάντα έγραφα, αλλά όταν ήταν αναγκαίο έπαιρνα το όπλο» σημειώνει. Για να εξηγήσει παρακάτω: «Έχω συμφιλιωθεί με το παρελθόν μου.  Έχω την πεποίθηση ότι έκανα το σωστό σε κάθε συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Διακινδύνευσα για ό,τι θεωρώ ήταν το πιο όμορφο: τις ιδέες.»

«Το τέλος της ιστορίας» γράφτηκε με μία αξιοσημείωτη γλωσσική οικονομία. Κι αυτό είναι απελευθερωτικό. Όχι τυχαία, το βιβλίο ξεκινά με ένα φανταστικό γράμμα του αμερικάνου δημοσιογράφου Τζον Ρηντ  προς του συντρόφους του στο The Liberator[2]. «Από τα τηλεγραφήματα του Τζον Ρηντ που περιέγραφαν το γεγονός της  συγχώρεσης του Πιοτρ Κράσνοφ από τον Τροτσκι, έμαθα για την πρακτική να στέλνονται τηλεγραφήματα με την περισσότερη πληροφορία αλλά γραμμένα με τις λιγότερες δυνατές λέξεις», λέει ο Σεπούλβεδα.

«Aγαπώ αυτή τη γλώσσα» συνεχίζει ο συγγραφέας μεταξύ πολλών άλλων του best seller «Η ιστορία του γλάρου που έμαθε σε ένα γάτο να πετάει[3]» (Historia de una gaviota y del gato que le enseñó a volar). «Γιατί τα ισπανικά επιτρέπουν αυτό το μικρό θαύμα: να  μπορείς να λες πολλά με σύντομες φράσεις» υπογραμμίζει. Αυτός ο τρόπος να γράφεις εκπληρώνει τον πρωταρχικό στόχο «να μη σταματάς να αφηγείσαι ούτε για ένα λεπτό». Γιατί ο Σεπούλβεδα δε θέλει στα μυθιστορήματα «ούτε lapsus, ούτε παύσεις, ούτε εμπόδια». Ούτε τα αποδέχεται στα κείμενα των άλλων. «Σήμερα υπάρχει αρκετή φλυαρία και δε τα πάω καλά με αυτή. Για αυτό είμαι ένας συγγραφέας ωμός. Σε κάθε βιβλίο δίνω δεκαπέντε σελίδες. Και μόλις τις τελειώσω αποφασίζω αν μου αρέσει, αλλιώς το αφήνω.»“

To κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στη La Vanguardia στις 08.08.2017: https://www.lavanguardia.com/cultura/20170808/43421582882/el-efecto-mariposa-de-la-historia.html

Το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα «Το τέλος της Ιστορίας»  κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Όπερα σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη (2017).

[1] Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις  Opera σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη (2003). (ΣτΜ)

[2] Αμερικάνικο Μηνιαίο σοσιαλιστικό περιοδικό που εκδιδόταν από το 1918 μέχρι το 1924. (ΣτΜ).

[3] Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Όπερα σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη (2007). (ΣτΜ)