Διάφοροι φαντάζονται το φοιτητικό κίνημα κλινικά νεκρό και φαντασιώνονται ότι θα είναι αυτοί που θα τραβήξουν την πρίζα για να ξεφορτωθούν αυτόν τον ασθενή, τον τόσο ενοχλητικό. Πρόκειται για την κυβέρνηση που ετοιμάζεται να περάσει τις αλλαγές στις οποίες απέτυχαν οι προηγούμενοι. Πρόκειται για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ΟΟΣΑ που στέλνουν διαρκώς αξιολογήσεις και σημειώνουν τις ανορθογραφίες: σπουδάζουν πάρα πολλοί, δεν υπάρχουν δίδακτρα στα προπτυχιακά, υπάρχουν ακόμα τομείς λειτουργίας που δεν έχουν ιδιωτικοποιηθεί. Πλάτες σε αυτούς, άθελα τους, κάνουν πολιτικές δυνάμεις με αναφορά στο κίνημα και αγωνιστική στάση. Από την ΚΝΕ μέχρι δυνάμεις της αναρχίας κοιτάνε τον ασθενή στην εντατική και δρουν σα να μην έγινε και τίποτα τρομερό. Θα βρούμε άλλους, σκέφτονται, πιο “εργατικούς” και “επαναστατικούς”. Δυστυχώς, δεν κατάλαβαν τίποτα από τις βαθιές ρίζες, ήδη από τα χρόνια της ΕΠΟΝ, του φοιτητικού κινήματος μέσα στην εργατική νεολαία και προσποιούνται ότι δεν ξέρουν τίποτα για τον τρομερό ρόλο ριζοσπαστικοποίησης συνειδήσεων που έπαιξε το φοιτητικό κίνημα την τελευταία εικοσαετία. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, ο ασθενής έδωσε σημεία ζωής το τελευταίο διάστημα. Οι αγώνες στην Ξάνθη, το ΤΕΙ Αθήνας και, πιο πρόσφατα, στο Πολυτεχνείο Κρήτης είναι ένα νέο στοιχείο σε μία κατάμαυρη διετία. Δεν επαρκούν για να γίνουν κύμα ανατροπής του συσχετισμού μέσα στις σχολές αλλά είναι εδώ και σιγοτραγουδάνε “κουφάλες, δεν ξοφλήσαμε”.
Για αυτούς τους αγώνες και ειδικότερα για την κατάληψη στα Χανιά, θα μιλήσουμε σε αυτό το κείμενο. Στο Πολυτεχνείο Κρήτης λοιπόν, στο τμήμα των Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών (ΗΜΜΥ), οι καθηγητές αποφάσισαν ότι στη σημερινή περίοδο η εμβόλιμη εξεταστική είναι περιττή. Με βάση την τελευταία υπουργική απόφαση λίγο πριν το καλοκαίρι, η διεξαγωγή της εμβόλιμης πλέον είναι στην κρίση της Γενικής Συνέλευσης Τμήματος. Η προσπάθεια λοιπόν διάσπασης της επίθεσης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και κατ επέκταση του φοιτητικού κινήματος συνεχίζεται και βρίσκει τρόπους να εξαπλώνεται ακόμα και στις πιο απλές πτυχές της φοιτητικής ζωής. Το τμήμα αυτό αποτελεί πρωτοπορία ούτως ή άλλως στις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις εδώ και πολλά χρόνια και φυσικά δεν θα έχανε σε καμία περίπτωση την ευκαιρία να αξιοποιήσει την απόφαση αυτή. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι καθηγητές δεν περίμεναν σε καμία περίπτωση αυτό που θα ακολουθούσε. Με μία συνέλευση 80 ανθρώπων και απόφαση για κάποιες δράσεις, έχουμε καταλήξει πλέον να γράφουμε το παρόν κείμενο μέσα από την κατάληψη του τμήματος που κρατάει εδώ και τρεις βδομάδες ενάντια σε απειλές και τρομοκρατία.
Αρχικά αξίζει να αναφερθεί ότι πρόκειται για έναν φοιτητικό σύλλογο με αμέτρητα προβλήματα, όπου οι επιχειρηματικές και ερευνητικές διακρίσεις του τμήματος έχουν δημιουργήσει έναν αρκετά αντιδραστικό καριερισμό, έντονο μέσα στο φοιτητικό σώμα. Και ενώ αυτό θα μας οδηγούσε εύκολα στο συμπέρασμα ότι θα δούμε ακόμα ένα αντιδραστικό μπλοκ φοιτητών να κατεβαίνει σε συνέλευση στο δίλημμα κατάληψη-αντικατάληψη όπως έχουμε δει πολλές φορές στο παρελθόν, η πραγματικότητα ήρθε να μας διαψεύσει αστραπιαία. Από τη δεύτερη συνέλευση κιόλας βρέθηκε να κατεβαίνει ένα πλαίσιο με αντιφάσεις, αλλά στον πυρήνα του κινηματικό, που κατέληγε μέσα από διάφορες δράσεις στην κλιμάκωση του αγώνα. Οι δυνατότητες συνεργασίας με τους φοιτητές αυτούς ήταν εμφανέστατη εξαρχής, όπως και πράξαμε και καταφέρνουμε αυτή τη στιγμή να έχουμε τις πιο μαζικές συνελεύσεις στην ιστορία του τμήματος, τριακοσίων και τετρακοσίων ατόμων. Το ζήτημα της εμβόλιμης σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν συνολικότερα στο τμήμα μας, θα μπορούσε κανείς να πει ότι αποτελεί ήσσονος σημασίας. Παρόλα αυτά συσπειρώθηκε όλος αυτός ο κόσμος, ο οποίος σαν ώριμος από πάντα, χωρίς να είναι, φάνηκε ότι δεν αντέχει άλλο να παίρνουν αποφάσεις εις βάρος του χωρίς να έχει λόγο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι απλά ξεχείλισε το ποτήρι, αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν ψέμα καθώς αυτό θα έπρεπε να έχει γίνει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Και παρά τις γραφικές απειλές των χαμένων εξαμήνων και την ανένδοτη στάση της διοίκησης, ο κόσμος συνεχίζει να λέει το «ως εδώ» σε κάθε συνέλευση. Βασικό συμπέρασμα από το παραπάνω αλλά και από όλη την πανελλαδική εμπειρία των τελευταίων χρόνων του φοιτητικού κινήματος για εμάς είναι ότι αυτό δεν γίνεται να ξεσπάει χωρίς στόχους άμεσα συνδεδεμένους με τη ζωή του υποκειμένου. Αυτά τα μικρά και ασήμαντα που λέμε πολλές φορές μεταξύ μας, φαίνεται ότι στο σήμερα αποτελούν μεγάλης σημασίας ζητήματα για τους φοιτητές. Και πράγματι αν κάποιος εξετάσει τις εμπειρίες μας τα τελευταία πέντε χρόνια, όλοι οι αγώνες που ακούμε ότι ξεσπάνε σήμερα αυτά τα «ασήμαντα» ζητήματα αφορούν. Από τις κινητοποιήσεις στην Αθήνα για τη μέριμνα μέχρι τις καταλήψεις του Ρεθύμνου την προηγούμενη διετία, μέχρι την εμβόλιμη σήμερα στα Χανιά και είμαστε σίγουροι ότι ξεχνάμε πολλά παραδείγματα ακόμα.
Φυσικά δεν ήταν όλα έτοιμα από την αρχή. Το μπλοκ των ανένταχτων συναγωνιστών μας δεν ήταν ενιαίο, με έντονη την θέληση για συμβιβασμό και υποχώρηση από πολύ νωρίς κιόλας από ένα κομμάτι του, το οποίο φοβικά μπήκε εξαρχής στον αγώνα, πιο πολύ στα πλαίσια διαλόγου. Άλλα άτομα μείνανε και συνεχίζουμε ακόμα μαζί, άλλα χάθηκαν στην πορεία. Εμείς όμως θέλουμε να μιλήσουμε για το τρίτο και σημαντικότερο κομμάτι που χαρακτήριζε το μπλοκ αυτό. Στο μεγαλύτερο μέρος του αποτελούνταν από κόσμο που σε προηγούμενα κινήματα βρέθηκαν μαζί με την ΕΑΑΚ και την θεωρούσαν τον εγγυητή την νικηφόρας έκβασης μίας μάχης, καθώς υπάρχουν και περιπτώσεις ανθρώπων που αποτελούσαν μέρος της ΕΑΑΚ. Συμφοιτητές μας οι οποίοι συμμετείχαν, ο καθένας με τη δική του ταχύτητα, στο σχήμα μας, παρακολουθούσαν τις διαδικασίες μας, δεν χάνανε κανένα κινηματικό ραντεβού, αλλά είτε βίαια είτε με τον καιρό αποτραβήχτηκαν, εξαφανίστηκαν και επέστρεψαν στην «χωρίς προοπτική πραγματικότητα». Και ενώ μπορεί κάποιος να πει με ευκολία ότι το σχήμα των Χανίων δεν έκανε καλή δουλειά στο να τους κρατήσει στην οργανωμένη πάλη μέσα από την ΕΑΑΚ, ή ακόμα χειρότερα ότι οι συναγωνιστές μας αυτοί δεν ήταν αρκετά πεισμένοι, ας προσπαθήσουμε να βρούμε τα βαθύτερα αίτια που τους οδήγησε στην αποστράτευση. Το να στρατεύεται στον αγώνα κάποιος στις σημερινές συνθήκες είναι μεγαλύτερη υπόθεση από ότι μπορούμε να φανταστούμε οι συνηθισμένοι σε αυτή τη στράτευση. Αυτή είναι μία ποιοτική διαφορά σε σχέση με την εποχή των μεγάλων φοιτητικών κινημάτων.
Ερωτήματα που μένουν να απαντηθούν.
Από τις τελευταίες τρεις βδομάδες έχουμε μία υπερβολική δόση πληροφοριών, εμπειριών και συζητήσεων που μας βοηθούν να βγάλουμε κάποια ασφαλή συμπεράσματα. Με σκληρή αυτοκριτική και για τους ίδιους μας τους εαυτούς που αποτελέσαμε πολλές φορές τροχοπέδη στην ανάπτυξη και εξέλιξη της ΕΑΑΚ. Το κυρίαρχο με το οποίο βασανιζόμαστε συνεχώς είναι πώς καταλήξαμε από λύση του προβλήματος στο παρελθόν, στα μάτια αυτών των συναγωνιστών μας που σίγουρα υπάρχουν σε όλες τις σχολές πανελλαδικά, να γινόμαστε κομμάτι του προβλήματος.
Μπορούν να ειπωθούν πάρα πολλά για το παραπάνω, παρόλα αυτά θα προσπαθήσουμε να εστιάσουμε στα πιο ουσιώδη κατά τη γνώμη μας. Η ΕΑΑΚ έχει πάψει τα τελευταία χρόνια να αποτελεί αυτό το κινηματικό και πολιτικό νεύρο που αποτελούσε στο παρελθόν. Μέσα στη γενικότερη υποχώρηση του κινήματος και της Αριστεράς γενικότερα, αντί να μπορέσει να δει τις αυξημένες δυνατότητες που υπάρχουν στη σπουδάζουσα νεολαία, καταλήγει στην εσωστρέφεια και την αποκοπή της από το υπόλοιπο φοιτητικό σώμα. Με αυτόν τον τρόπο δεν εντοπίζουμε και δεν κατανοούμε τις δυσκολίες και κυρίαρχα τις ανησυχίες του κόσμου στα πανεπιστήμια. Καταλήγουμε να υποτιμούμε τους στόχους πάλης στο σήμερα που θα βελτιώσουν τη ζωή των φοιτητών, να υποβαθμίζουμε την ανάγκη επεξεργασίας από πλευράς ΕΑΑΚ μιας χαρτογράφησης των προβλημάτων αυτών σε πανελλαδικό επίπεδο και τη χάραξη ενός σχεδίου για αυτά. Η μέριμνα, η εμβόλιμη και όλα αυτά τα «μικρά» ζητήματα όχι απλά μπορούν να συσπειρώσουν τους φοιτητές αλλά είναι απαραίτητη προϋπόθεση ένα σχέδιο με βάση αυτά, προκειμένου να μπορέσουμε να βγούμε από το αδιέξοδο ως ΕΑΑΚ. Ίσως έτσι από τη μία θα μπορέσουμε να μαζικοποιήσουμε και να συντονίσουμε αυτά τα ξεσπάσματα και από την άλλη θα μπορέσουμε να πετύχουμε νίκες και να δώσουμε μία ένεση αυτοπεποίθησης στο φοιτητικό κίνημα. Η αδυναμία μας να επικοινωνήσουμε με αυτές τις ανησυχίες είναι ένας από τους λόγους που βρεθήκαμε με έκπληξη να βλέπουμε αυτή την πορεία των ανένταχτων ανθρώπων που θα μπορούσαν να βρίσκονται πλάι ή και μέσα στην ΕΑΑΚ.
Φυσικά τα παραπάνω δεν αρκούν και γι αυτό μας διαβεβαιώνει το ίδιο το κοινό συντονιστικό με αυτό το δυναμικό, παρά την χαλάρωση των πολιτικών μας δεσμών με τους συναγωνιστές μας. Ανώτερα ερωτήματα μετά από όλες αυτές τις μέρες τίθενται από τους ίδιους τους φοιτητές και καλούμαστε να τα απαντήσουμε, ή τουλάχιστον να προσπαθήσουμε να το κάνουμε. Η αμφισβήτηση όλων των μεταρρυθμίσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ειδικά σε μία σχολή «πετυχημένη» στα μάτια των φοιτητών έρχεται με διάφορους τρόπους. Τόσο μέσω της καχυποψίας τους για την έρευνα του ιδρύματος για διάφορους κολοσσούς όπως η Huawei ή το ΝΑΤΟ, όσο και η αγανάκτηση για τα διαλυμένα εργαστήρια και την μέριμνα, όταν το τμήμα καλείται να λειτουργήσει με 50.000 ετησίως. Από πλευράς μας λοιπόν πρέπει πρώτα και κύρια να αντιληφθούμε ότι η ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος περνάει μέσα από τα ανοιχτά ερωτήματα της εποχής μας. Υπάρχει δυνατότητα σήμερα ρήξης με την ΕΕ, το μνημονιακό καθεστώς και το χρέος; Η απάντησή μας πρέπει να είναι θαρρετά ναι. Και βάση αυτού να κινηθούμε τόσο στις συλλογικές μας επεξεργασίες όσο και στο κίνημα, χωρίς να παρακάμπτουμε αυτή τη συζήτηση, αλλά με ανοιχτό και μετωπικό τρόπο. Το αστικό στρατόπεδο είναι μπροστά σε σχέση με εμάς στην απάντηση για τη σήψη που βρίσκεται η τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μέσα από την απάντηση αυτού του ερωτήματος περνάει και η δική μας θετική αντιπρόταση, ρεαλιστική και εφαρμόσιμη στο πως θέλουμε και μπορούμε να σπουδάζουμε στον 21ο αιώνα.
Στις παραπάνω προβληματικές δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει ο τρόπος λειτουργίας της ΕΑΑΚ. Οι διαδικασίες μας δεν αποτελούν σίγουρα κάτι ελκτικό για τον κόσμο του αγώνα πόσο μάλλον για τα μαζικά ακροατήρια, τόσο σε επίπεδο σχολής, όσο και τα διήμερά μας. Τα περισσότερα άτομα του συντονιστικού μας όντας φοιτητές που είχαν παρακολουθήσει τα σχήματά μας αποστράφηκαν από αυτά. Οι πολύωρες διαδικασίες, η έλλειψη ουσιαστικής κουβέντας για τα προβλήματα του υποκειμένου και κυρίαρχα οι διαφωνίες για τη διαφωνία αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα στην αποστροφή των ανθρώπων αυτών από την ΕΑΑΚ. Η έλλειψη δημοκρατίας μέσα στην ΕΑΑΚ, η αδυναμία χάραξης πολιτικής από τα ίδια τα σχήματα και τους σχηματίες καθώς και η αδυναμία μέσω της όποιας συζήτησης γίνεται να κρατηθεί η ουσία των διάφορων διαφωνιών εντός της ΕΑΑΚ την έχουν φτάσει σε ένα τέλμα. Το παλιό μοντέλο δυστυχώς έχει πεθάνει. Και λέμε δυστυχώς όχι γιατί είναι ένα αξιοζήλευτο μοντέλο, αλλά γιατί η διαδικασία αλλαγής του είναι επίπονη και δύσκολη αλλά αναγκαία. Όταν το φοιτητικό σώμα αλλάζει, εμείς δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να μένουμε στάσιμοι και εκτιμούμε ότι αν δεν κάνουμε μία στροφή στον τρόπο συζήτησης και δημοκρατίας μέσα στην ΕΑΑΚ, απλά θα συνεχίσουμε να κουτουλάμε στο τέλμα που έχουμε φτάσει.
Πες μου τι γίναν εκείνα τα (νέα) παιδιά…
Όχι αυτά του ’06-’07. Για αυτά μιλήσαμε στο παρελθόν και θα μιλήσουμε σίγουρα ξανά στο μέλλον. Αλλά για εκείνα τα νεότερα, που στρατεύτηκαν με τα λίγα καύσιμα από το κίνημα του ΄11-΄12, ή ακόμα χειρότερα στην περίοδο της ήττας από το ΄15 και μετά. Και αν κάτι τους ώθησε να δοκιμάσουν τον δρόμο του αγώνα, δεν καταφέραμε ποτέ από μεριάς μας να τους κρατήσουμε σε αυτόν. Είναι ανάγκη να αναγνωρίσουμε τις δυσκολίες και τις δυνατότητες για αυτό το κομμάτι της νεολαίας, το οποίο μπορεί να δώσει ανάσα τόσο στο φοιτητικό κίνημα, όσο και στο κίνημα της νεολαίας ευρύτερα. Από τη μία η περίοδος δεν τους επιτρέπει να ονειρεύονται τη μαζικότητα και τις νίκες που ονειρευόντουσαν και πέτυχαν τα μεγαλύτερα παιδιά. Από την άλλη όμως δεν σημαίνει ότι την δύσκολη στιγμή, όπως φάνηκε στα Χανιά, δεν θα θυμηθούν αυτή την σχετικά πρόσφατη ανάμνηση σιγουριάς που τους κίνησε εξαρχής. Με μία γερή δόση αισιοδοξίας από πλευράς μας που μπορεί να είναι και λάθος, ίσως να οδηγήσει και σε καλό αυτή η προσωρινή αποστράτευσή τους. Γιατί αν καταφέρουμε να ξανά μιλήσουμε μαζί τους, μπορούν να μας θέσουν νέα ερωτήματα γειωμένα στην πραγματικότητα του σημερινού νεολαίου. Δυστυχώς λοιπόν ξέρουμε τι απέγιναν τα νεότερα αυτά παιδιά, αλλά δεν μιλάμε για μία μη αντιστρέψιμη κατάσταση. Και αυτό το ρεύμα μέσα στα πανεπιστήμια είναι αυτό με το οποίο η ΕΑΑΚ πρώτα και κύρια πρέπει να επικοινωνήσει ξανά και να καταφέρει να το επανεντάξει στο συλλογικό δρόμο. Αυτό είναι το πρώτο και κύριο πράγμα που καλούμαστε να συζητήσουμε όλοι μαζί συλλογικά. Γιατί αυτό το ρεύμα αποτελεί την πρώτη μαγιά για την μαζικοποίηση των σημερινών ξεσπασμάτων.
Ακόμα και αν δεν δοθεί εμβόλιμη, ακόμα και αν δεν θα έχουμε καύσιμα για τις νέες γενιές στο Πολυτεχνείο Κρήτης είμαστε και πάλι κερδισμένοι. Λίγη σημασία έχουν έτσι και αλλιώς αυτά τα καύσιμα πλέον. Είμαστε κερδισμένοι λόγω της ελπιδοφόρας επιβεβαίωσης της γενικής εκτίμησης ότι το κίνημα δεν έχει πει την τελευταία του λέξη, πόσο μάλλον το φοιτητικό. Και δεν υπάρχει πιο πρόσφορο πεδίο η Αριστερά μας να παίξει καθοριστικό ρόλο στους αγώνες αυτούς από τα φοιτητικά αμφιθέατρα. Γιατί εμείς στα Χανιά μπορεί να ήμασταν τυχεροί και να βρήκαμε αυτό το αυθόρμητο ρεύμα σχετικά έτοιμο, αλλά είμαστε βαθιά πεισμένοι ότι αυτό το ρεύμα μπορεί να δημιουργηθεί και από το μηδέν. Αρκεί να μπορέσουμε ως ΕΑΑΚ να θυμίσουμε στους παλιούς συνοδοιπόρους τους λόγους που μας εμπιστεύτηκαν εξαρχής και να βρούμε και νέους. Το παραπάνω δεν είναι ακατόρθωτο. Οι νεότεροι φοιτητές στα Χανιά, που δεν έχουν γνωρίσει τη σκουριά μας των προηγούμενων χρόνων εμπιστεύονται και ακούνε την ΕΑΑΚ και έχουν δημιουργήσει ήδη ένα πρόσφορο πεδίο για τα μελλοντικά κινήματά μας, αρκεί να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος. Ο προσωπικός μας λόγος όμως που όπως και να έχει είμαστε κερδισμένοι, είναι μία κουβέντα που είπε μία συμφοιτήτριά μας. “Με αυτή την κατάληψη ξανάνιωσα φοιτήτρια”. Γιατί η φράση αυτή αν και άθελά της συμπεικνώνει όλη την ουσία της νεανικής ζωντάνιας και ορμητικότητας. Γιατί μας θύμισε τι πάει να πει όμορφα φοιτητικά χρόνια. Γιατί η πίστη ότι κάτι μπορεί να αλλάξει, η δύναμη του συλλογικού δρόμου είναι αυτό που μπορεί να σε βγάλει από τα πλαίσια της δίχως προοπτική πραγματικότητας και να σφραγίσουν τα φοιτητικά σου χρόνια με τον πιο όμορφο τρόπο. Το γεγονός ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε εμάς, τους ταγμένους στη συλλογική και οργανωμένη πάλη, αλλά και στον κόσμο στον οποίο θέλουμε να απευθυνθούμε, είναι τα δικά μας καύσιμα. Καύσιμα τα οποία αν συνεχίσουμε να τα ξοδεύουμε σε ανέξοδους κύκλους δεν θα μπορέσουμε να κάνουμε το άλμα προς τα μπρος. Πάμε λοιπόν σαν ΕΑΑΚ να τα αξιοποιήσουμε αναλόγως, μέσα από μία τομή στη λειτουργία και τη δημοκρατία μας, στην συζήτηση και τις αποφάσεις μας, για να μπορέσουμε να παίξουμε ρόλο στα όμορφα φοιτητικά χρόνια πολλών παιδιών και γενιών ακόμα.