(Εισαγωγή – ανάληψη πολιτικής ευθύνης)
Το 2005 η Γκρέτα Φρίντμαν, η νοσηλεύτρια που όπως αποδείχθηκε εικονίζεται στην διάσημη φωτογραφία του Άλφρεντ Άιζενσταντ από την V-Jay στη Νέα Υόρκη το 1945, κατέρριψε τον μύθο του ρομαντικού έρωτα που υποτίθεται ότι αποθέωνε η φωτογραφία, αποκαλύπτοντας ότι ποτέ της δεν επέλεξε να φιλήσει αυτόν τον άντρα, ο οποίος με βίαιο κι επιθετικό τρόπο είχε πέσει πάνω της. Αυτή η εμβληματική περίπτωση κανονιστικής μυθοπλασίας για τις έμφυλες σχέσεις «επιβίωσε» για περισσότερο από πενήντα χρόνια, χάρη στην ηγεμονία πατριαρχικών αντιλήψεων και στερεοτύπων. Αυτά τα πατριαρχικά στερεότυπα παραμένουν ενεργά ακόμη και στις πιο «μοντέρνες» εκδοχές ερωτικών σχέσεων – ακόμη και πέρα από τις ετερόφυλες σχέσεις-, όπως αντίστοιχα και οι συμβολικές μικροεξουσίες που αναπαράγονται εκπορεύονται από την πατριαρχική ιδεολογία και μέσω αυτής αναπαράγονται.
Υπό το πρίσμα τέτοιων προβληματισμών και με αφορμή την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, μεταφράσαμε το παρακάτω κείμενο από το New Statesman. Η συγγραφέας του, Laurie Pennie, είναι Αγγλίδα φεμινίστρια και ακτιβίστρια, θεωρείται μία από τις εκπροσώπους της Νέας Αριστεράς (New Left), ενώ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας φεμινιστικών και πολιτικών βιβλίων και αρθρογραφίας, καθώς και μυθιστορίας. Έχει επίσης γράψει, στον απόηχο της συμμετοχής της στο κίνημα Occupy, ένα βιβλίο-πειραματισμό διαπλέκοντας γραφή και τέχνη, πάνω στις κινητοποιήσεις του 2011, διεξάγοντας την έρευνα πεδίου της στην Ελλάδα [Discordia: Six Nights in Crisis Athens].
Το συγκεκριμένο άρθρο που επιλέξαμε να μεταφράσουμε είναι μάλλον προκλητικό – τουλάχιστον στον τίτλο, αλλά μάλλον και σε πλευρές του περιεχομένου του. Γραμμένο με διαφορετικό από τον συνηθισμένο, «αυστηρό» τρόπο, έχει πιο προσωπικό τόνο και ύφος, και πιστεύουμε ότι επικοινωνεί με σκέψεις και συναισθήματα πολλών γυναικών σήμερα. Παρόλο που μπορεί να διαφωνήσετε διαβάζοντας το, με επιμέρους επιχειρήματα ή και με το σύνολο του άρθρου, θεωρούμε ότι, ειδικά σε αυτές τις θεματικές, μια τέτοια “προκλητικότητα” μπορεί να λειτουργήσει προωθητικά για μια συζήτηση, που επιμένει να γίνεται σήμερα σε μικρότερο βαθμό από όσο είναι αναγκαίο.
Φωτίζει δε, ενδιαφέρουσες όψεις της συζήτησης για την κρίση της αναπαραγωγής του welfare [πρόνοια], που αποτελεί κεντρικό θέμα τα τελευταία χρόνια σε μαρξιστικές φεμινιστικές προσεγγίσεις. Με άλλα λόγια, αν και αγγίζει ελλιπώς το ζήτημα μιας χειραφετητικής και απελευθερωτικής διάστασης του έρωτα, θεωρούμε ότι μπορεί να συμβάλλει στην κριτική της υφιστάμενης, κυρίαρχης προσέγγισης των ερωτικών σχέσεων, και του εγκλωβισμού των γυναικών σε αυτή.
(Α! Και πιστεύουμε πάντα στους μονόκερους…)
Ανάληψη πολιτικής ευθύνης για τη μετάφραση: φεμινιστική φράξια του k-lab
πηγή: http://www.newstatesman.com/politics/feminism/2016/02/maybe-you-should-just-be-single
υ.γ.: Αφού διαβάσαμε το άρθρο της Laurie Pennie και αποφασίσαμε να αναλάβουμε την ευθύνη για τη δημοσίευση του, δεν μπορούσαμε παρά να σκεφτούμε ξανά παραδείγματα γυναικών, κάποιων πιο μακρινών και κάποιων πιο οικείων, που συνεχίζουν να παλεύουν καθημερινά για τη χειραφέτησή τους και τη χειραφέτηση του φύλου τους. Γυναίκες που αναλαμβάνουν καθημερινά την ευθύνη να γράψουν τη δική τους ιστορία, και όχι να είναι υποσημείωση στην ιστορία ενός άνδρα, όπως το είχε διατυπώσει και η Martha Gellhorn. Εκείνη συγγραφέας, από τις πρώτες γυναίκες – πολεμικές ανταποκρίτριες και η μοναδική γυναίκα που βρέθηκε στη απόβαση των συμμαχικών δυνάμεων στη Νορμανδία, πάλευε σε όλη της τη ζωή το αυτονόητο, δηλαδή να μην την θεωρούν απλά τη δεύτερη σύζυγο του Ernest Hemingway. Και μπορούμε να πούμε ότι τα κατάφερε αρκετά καλά. Για περισσότερη, δε, σκέψη, έμπνευση και χαλάρωση σας προτείνουμε να γνωρίσετε καλύτερα τους Hemingway & Gellhorn μέσα από τη ματιά του Philip Kaufman, ώστε να πειστείτε κιόλας και οι πιο δύσπιστοι και δύσπιστες ότι και οι “ελεύθερες” γυναίκες ερωτεύονται. Και μάλιστα έντονα.
Ακολουθεί η μετάφραση του κειμένου:
Ίσως θα έπρεπε απλά να είσαι ελεύθερη…
Κι όμως, δεν πρόκειται για το κλασικό παραλήρημα ενάντια στον Άγιο Βαλεντίνο.
Τα μέσα Φεβρουαρίου είναι η πιο ψυχρή περίοδος της χρονιάς, άρα φαινόταν πάντα εύστοχο το γεγονός ότι επιλέχθηκε για την διεξαγωγή της μεγαλύτερης ιεράς μέρας της λατρείας του ζευγαριού.
Αν διαβάζεις αυτό το άρθρο, υπάρχει σοβαρή περίπτωση να είσαι ένα ή αρκετά από τα παρακάτω: α) νέα, β) γυναίκα, γ) ελεύθερη ή δ) να σε πιάνει ναυτία από τον όγκο της γλυκανάλατης ρομαντικής προπαγάνδας που κυκλοφορεί στη δημόσια σφαίρα αυτή την συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Αλλά κανείς/καμιά μας δεν ζει έξω από την κουλτούρα, και το να νιώθεις απογοήτευση την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου δεν σε κάνει ανόητη ή κορόιδο ή ένα άμυαλο ρομποτάκι της βιομηχανίας των ευχετήριων καρτών.
Έχοντας αυτά κατά νου, είναι καιρός, όπως λένε οι Αμερικάνοι, για λίγη πραγματική συζήτηση.
Τα παραληρήματα ενάντια στον Άγιο Βαλεντίνο είναι σχεδόν τόσο παρωχημένα όσο και οι παρελάσεις με καρδούλες και λουλούδια. Σας σέβομαι αρκετά ώστε να μην σας υποβάλλω σε άλλη μια λίστα από λόγους που θα έπρεπε να απολαμβάνετε το να είστε ελεύθερες, ή από πράγματα που μπορείτε να κάνετε όσο περιμένετε να έρθει η αδελφή ψυχή σας. Στην πράξη, αυτά φαίνεται να περιλαμβάνουν το να φοράτε πυτζάμες, να βάζετε μάσκες προσώπου και να ποζάρετε σε φωτογραφίες. Αλλά ακριβώς αυτή την χρονική περίοδο, διάφοροι άνθρωποι αρχίζουν να ψάχνουν στο ίντερνετ για ερωτικές συμβουλές, οπότε ορίστε οι δικές μου.
Νομίζω ότι είναι συνήθως καλύτερα για τις γυναίκες να είναι ελεύθερες. Κυρίως τις νέες γυναίκες. Κυρίως τις ετεροφυλόφιλες νέες γυναίκες. Όχι απλώς «εντάξει», όχι απλώς «ανεκτό» – ενεργά καλύτερα.
Πέρασα το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας των 20 μου ελεύθερη, άλλες φορές από επιλογή, και άλλες επειδή έβγαινα με άντρες και δεν μπορούσα να βρω κάποιον που να μην προσπαθεί να με κρατήσει πίσω, ή να με υποβαθμίσει. Πέρασα πολύ καιρό όντας στεναχωρημένη γι’ αυτό, αν και η ζωή μου ήταν γεμάτη φίλους/ες, δουλειά που με πληρούσε, ενδιαφέροντες εραστές και περιπετειώδεις εκδρομές στο εξωτερικό. Κοιτώντας πίσω, ωστόσο, το γεγονός ότι ήμουν ελεύθερη ήταν η καλύτερη επιλογή που έκανα, για την καριέρα μου, την αφοσίωση στη δουλειά μου και τον ακτιβισμό, και τα μαθήματα που πήρα για το πώς να φροντίζω τον εαυτό μου και τους άλλους ανθρώπους.
Δεν είναι ότι δεν αναστατωνόμουν ή απογοητευόμουν. Υπήρχαν φορές που ήθελα απεγνωσμένα έναν σύντροφο, και για ένα μεγάλο μέρος αυτής της περιόδου, ένιωθα ότι έπρεπε να επιλέξω μεταξύ του να έχω σύντροφο και να είμαι ο καλύτερος εαυτός μου. Εκείνος ο εαυτός, ο εαυτός που αφοσιώνεται στη συγγραφή, τα ταξίδια, και την άσκηση πολιτικής, που είχε πολλά εξωτερικά ενδιαφέροντα και πολύ έντονες φιλίες, δεν ήταν κάτι που οι άντρες έδειχναν να εκτιμούν ή να επιθυμούν – τουλάχιστον όχι με αυτόν τον τρόπο. Δεν εννοώ ότι δεν έχω επίσης γιγαντιαία, περίεργα ελαττώματα που με κάνουν ιδιαίτερα μη ανεκτή σε μια σχέση – απλά ότι οι άντρες μένουν σπάνια αρκετό καιρό για να τα διαπιστώσουν. Οι περισσότεροι ήταν ιδιαίτερα πρόθυμοι να κοιμηθούν μαζί μου, αλλά μετά από λίγο, όταν μετατρεπόμουν σε πραγματικό πρόσωπο γι’ αυτούς, όταν μετατρεπόταν σε κάτι περισσότερο από απλά σεξ, γίνονταν μοχθηροί ή έφευγαν.
Αυτό ήταν δύσκολο. Υπήρχαν βδομάδες που τριγυρνούσα σαν να με είχε κλωτσήσει κάποιος στο στήθος, και ευχόμουν απίστευτα να είχα την ικανότητα να είμαι κάποια άλλη, κάποια πιο στερεοτυπικά αγαπήσιμη. Εκ των υστέρων βέβαια, χαίρομαι που δεν θέλησα ή δεν μπόρεσα ποτέ να στενέψω τους ορίζοντές μου για έναν άντρα. Δεν εξελίχθηκε ούτε κατά το ήμισυ τόσο τρομακτικό, ή ούτε στο ελάχιστο τόσο μοναχικό, όσο μου έλεγαν. Και, ξέρετε, διασκέδασα πολύ και έβγαλα ένα τεράστιο φορτίο συγγραφής.
Δεν είμαι ελεύθερη τώρα. Είναι λυπηρό που ένιωθα ότι έπρεπε να περιμένω μέχρι να μην είμαι ελεύθερη για να δημοσιεύσω ένα άρθρο σαν αυτό. Ένα μέρος μου, υποπτεύομαι, ήθελε να με δικαιολογήσει, να αποδείξει σε όλους και όλες ότι είχα την ικανότητα να επιτύχω να αγαπηθώ από ένα αρσενικό άτομο, και άρα να είμαι μια αποδεκτή γυναίκα. Ήθελα να περιμένω και να δω αν θα ένιωθα το ίδιο από την άλλη πλευρά των πέντε χρόνων χωρίς σύντροφο. Φαίνεται ότι έτσι νιώθω.
Βλέπετε, δεν πιστεύω ότι η σχέση μου συνιστά ένα ευτυχισμένο τέλος. Δεν θέλω ένα «ευτυχισμένο τέλος». Δεν θέλω κανένα τέλος, ειδικά όχι όσο είμαι ακόμα στη δεκαετία των είκοσι – θέλω μια μακρά ζωή γεμάτη από δουλειά και περιπέτεια. Δεν βλέπω καθόλου τη συντροφικότητα ως το τέλος αυτής της περιπέτειας. Και πιστεύω ακόμα ότι το να είσαι ελεύθερη είναι η σωστή επιλογή για πολλές νέες γυναίκες.
Δεν με απογοητεύει τίποτα περισσότερο από το να βλέπω νέες γυναίκες στην αρχή της ζωής τους να σπαταλούν πολλά διαδοχικά χρόνια σε μουντούς, αχάριστους, βαρετούς άντρες σαν παιδιά, που έψαχναν πάντα μόνο για ένα μαγικό κορίτσι για να επιδεικνύουν στους φίλους τους, ένα κορίτσι που ιδιωτικά θα ήταν και το υποκατάστατο μιας μητέρας και σεξουαλική σύντροφος. Έχω υπάρξει αυτό το κορίτσι. Δεν έχει καθόλου πλάκα να είσαι αυτό το κορίτσι. Αυτό το κορίτσι δεν μπορεί να έχει τις περιπέτειες που πρέπει να έχεις όταν είσαι νέα. Δεν είναι ότι δεν έχουν καμία σημασία τα όνειρα και τα σχέδιά της, αλλά έχουν πάντα λιγότερη σημασία από εκείνα του άντρα, γιατί αυτό μαθαίνουν οι άντρες να περιμένουν – ότι το κορίτσι τους είναι εκεί για να παίζει έναν υποστηρικτικό ρόλο στη ζωή τους.
Τις βλέπεις παντού – εξαντλημένες νέες γυναίκες που ρίχνουν όλη τους την ενέργεια στο να οργανώνουν, να ενθαρρύνουν και να φροντίζουν νέους άντρες που τις απεχθάνονται επειδή το κάνουν, αλλά τις απεχθάνονται περισσότερο όταν δεν το κάνουν. Τις βλέπεις να υποτάσσονται για κάθε ψίχουλο τρυφερότητας πριν κάποιος σπάσει, και όλα πάνε λάθος και ο ζοφερός κύκλος ξεκινήσει ξανά. Μπορείς να χαραμίσεις όλη τη νιότη σου έτσι. Ξέρω γυναίκες που το έχουν κάνει.
Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που είναι πολύ χειρότερα από το να είσαι ελεύθερη στη σύγχρονη πατριαρχία. Οι φεμινίστριες του τέλους του 20ου αιώνα ήταν συχνά ελεύθερες κατ’ επιλογή, και τις κοροϊδεύουν γι’ αυτό τώρα, εκείνοι που θέλουν να ξεχνούν ότι είχαν καλό λόγο για κάτι τέτοιο. Ήταν καλύτερα να είσαι μόνη σου από το να κάνεις εκείνο το είδος γάμου ή σχέσης που χαρακτηρίζεται από ζοφερό συμβιβασμό, εκείνον που απαιτούνταν ή απαιτείται ακόμα από τους ετεροφυλόφιλους ανθρώπους που τυγχάνει να είναι γυναίκες.
Απλά δεν άξιζε. Καμιά φορά, ακόμα δεν αξίζει.
Για εκείνες από εμάς που βγαίνουν κυρίως ή αποκλειστικά με το αυτοαποκαλούμενο «αντίθετο» φύλο, η ρομαντική αγάπη μπορεί στ’ αλήθεια να αποτελεί ένα πεδίο μάχης. Εκεί εμφανίζεται η πολιτική, σε προσωπικό επίπεδο και, συχνά, οδυνηρά. Υποτίθεται ότι δεν πρέπει να αναγνωρίζουμε ότι η αγάπη είναι πολιτική. Αλλά πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Πώς θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο παρά πολιτική, όταν οι σχέσεις με τους άντρες είναι τόσο συχνά ακριβώς εκείνο το πεδίο όπου οι γυναίκες βιώνουν την έμφυλη βία, όπου οι διαφορές στο μισθό και τα προνόμια είναι στο επίκεντρο, όπου εμείς κάνουμε όλη τη δουλειά της φροντίδας, και καθαριότητας, και του καθησυχασμού, και του κατευνασμού, που η πατριαρχία περιμένει από εμάς να κάνουμε για πάντα και δωρεάν;
Κάτω από τον καταιγισμό καρδιών και λουλουδιών βρίσκεται θαμμένο ένα άβολο γεγονός: η ρομαντική σχέση είναι, και ήταν πάντα, ένας οικονομικός διακανονισμός. Τα οικονομικά μπορεί να έχουν αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς πολλές γυναίκες έχουν κερδίσει μεγαλύτερη οικονομική ανεξαρτησία, αλλά όλα εκτυλίσσονται ακόμα γύρω από τα χρήματα. Εκτυλίσσονται γύρω από το ποιος/α κάνει την οικιακή εργασία, τη συναισθηματική εργασία, την εργασία της θεραπείας των πληγωμένων περιπατητών του ύστερου καπιταλισμού, Εκτυλίσσονται γύρω από την οργάνωση των ανθρώπων σε απομονωμένες, αποδοτικές, αυτό-αναπαραγωγικές μονάδες, κάνοντας τους να νιώθουν άσχημα είτε όταν αποτυγχάνουν να το κάνουν, είτε όταν αποτυγχάνει να τους φέρει την ευτυχία.
Σήμερα, ό,τι άλλο κι αν είμαστε, οι γυναίκες ακόμα διδάσκονται ότι έχουμε αποτύχει αν δεν αγαπιόμαστε από τους άντρες. Έχω χάσει το μέτρημα των αντρών που φαίνεται να πιστεύουν ότι το ατού που έχουν σε κάθε συζήτηση είναι «μα δεν είσαι γοητευτική». «Μα δεν θα έβγαινα μαζί σου.» Το πώς νιώθουμε γι’ αυτούς δεν έχει σημασία. Οι νέες γυναίκες πρέπει, υποτίθεται, να θέσουν ως προτεραιότητα την ρομαντική έγκριση από τους άντρες, και οι νέοι άντρες συχνά πρέπει να παλέψουν για να φανταστούν έναν κόσμο όπου θα μπορούσαμε να έχουμε άλλες προτεραιότητες.
Το πρόβλημα είναι ότι, για να κερδίσουμε αυτή την έγκριση, υποτίθεται ότι πρέπει να μειώσουμε τη δύναμή μας σε κάθε άλλη πλευρά της ζωής. Υποτίθεται ότι πρέπει να υποβαθμίσουμε την εξυπνάδα μας, να ανησυχήσουμε αν έχουμε μεγαλύτερη οικονομική ή επαγγελματική επιτυχία από τον σύντροφό μας. Μπορούμε να είμαστε δημιουργικές και φιλόδοξες, αλλά ποτέ περισσότερο από τους άντρες στις ζωές μας, μήπως και τους απειλήσουμε. Και υπάρχουν τόσοι λίγοι άντρες οι οποίοι αξίζουν μια τέτοια θυσία.
«Στην πατριαρχική κουλτούρα,» όπως παρατηρεί η Μπελλ Χουκς στο All About Love: New Visions, «οι άντρες τείνουν ιδιαίτερα να βλέπουν την αγάπη ως κάτι που θα όφειλαν να λαμβάνουν χωρίς να ξοδεύουν προσπάθεια. Συχνότερα, δεν διατίθενται να καταβάλλουν τη δουλειά που απαιτεί η αγάπη.» Ακόμα και οι καλύτεροι και πιο γλυκοί άντρες έχουν συχνά ανατραφεί με την προσδοκία ότι, όταν μια γυναίκα βρίσκεται με ρομαντικό τρόπο στη ζωή τους, δεν θα χρειάζεται πλέον να κάνουν τις περισσότερες από τις βασικές αγγαρείες που σχετίζονται με την φροντίδα του εαυτού τους. Όταν, στο παρελθόν, μίλησα κριτικά για αυτό το μονολιθικό ιδανικό της ρομαντικής αγάπης, οι περισσότερες αντιδράσεις που έλαβα ήταν από άντρες, κάποιες από τις οποίες ήταν βίαιες, και αυτό δεν είναι περίεργο. Οι άντρες έχουν συνήθως πολύ περισσότερα να κερδίσουν από ένα τέτοιο είδος παραδοσιακού διακανονισμού. Οι άντρες μπορούν να σκέφτονται τη ρομαντική αγάπη ως συναίσθημα, εμπειρία, δώρο που περιμένουν να τους δοθεί ως αμοιβή για το ότι είναι οι εκπληκτικοί εαυτοί τους. Αυτό μου ακούγεται μεγάλη υπόθεση. Δεν θα ήθελα να μου το αμφισβητήσει κάποιος/α.
Οι γυναίκες, αντίθετα, μαθαίνουν από πολύ μικρές ότι η αγάπη είναι δουλειά. Ότι, για να αγαπηθούμε, θα πρέπει να δουλέψουμε σκληρά, και αν θέλουμε να παραμείνουμε αγαπημένες, θα πρέπει να δουλεύουμε σκληρότερα. Φροντίζουμε τους ανθρώπους, καταπραΰνουμε τα πληγωμένα αισθήματα, οργανώνουμε χαοτικές ζωές και φροντίζουμε άντρες που δεν έμαθαν ποτέ να φροντίζουν τους εαυτούς τους, ανεξάρτητα από το αν είμαστε καταστατικά κατάλληλες για μια τέτοια δουλειά. Το κάνουμε γιατί μας λένε ότι αν δεν το κάνουμε, θα πεθάνουμε μόνες και κανείς δεν θα μας βρει μέχρις ότου μια στρατιά από γάτες φάει όλο το δέρμα από το πρόσωπό μας.
Τα μικρά αγόρια μαθαίνουν ότι πρέπει να «έχουν» κοπέλες, αλλά δεν ενθαρρύνονται να στοχαστούν σοβαρά τους μελλοντικούς τους ρόλους ως σύντροφοι και σύζυγοι. Το να είσαι ζευγάρι, για τους άντρες, δεν θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνει την παράδοση του εαυτού, όπως θεωρείται για τις γυναίκες. Οι νέοι άντρες δεν ανησυχούν για το πώς θα επιτύχουν μια «ισορροπία δουλειάς-ζωής», ούτε η πλευρά της «ζωής» αυτής της εξίσωσης μεταφράζεται σε «συντροφικότητα και φροντίδα των παιδιών». Όταν οι σχολιαστές μιλούν για την «ισορροπία δουλειάς-ζωής» των γυναικών, δεν μιλούν για το πόσο χρόνο θα έχει μια γυναίκα, στο τέλος της μέρας, να δουλέψει πάνω στα απομνημονεύματά της, ή να ταξιδέψει στον κόσμο, ή να περάσει χρόνο με τους φίλους της. «Η ζωή», για τις γυναίκες, θεωρείται μια μακρά διαδρομή προς τον γάμο. «Η ζωή», για τους άντρες, θεωρείται κάτι μεγαλύτερο από αυτό.
Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη που οι ελεύθερες γυναίκες στιγματίζονται, και αναμένεται ότι σε κάθε στροφή της ζωής τους οφείλουν να εξηγούν τις επιλογές ζωής τους. Δεν προκαλεί έκπληξη που η αγαμία της γυναίκας θεωρείται η χειρότερη μοίρα που θα μπορούσε να τύχει σε μια γυναίκα. «Η γεροντοκόρη» αποτελεί ακόμα προσβολή, ενώ οι νέοι άντρες θεωρούνται διασκεδαστικοί εργένηδες, παίκτες και επιβήτορες. Θα υπήρχαν σοβαρές κοινωνικές συνέπειες αν αρνούμασταν συλλογικά να κάνουμε την συναισθηματική διαχείριση την οποία συνήθως εμπερικλείει το να είσαι σύζυγος ή κοπέλα κάποιου – επομένως, είναι σημαντικό να εξαναγκαστούμε σε αυτήν μέσω εκφοβισμού, να εξαναγκαστούμε να αισθανθούμε σαν να μην είμαστε άξιες και αγαπήσιμες παρά μόνο αν είμαστε το κορίτσι κάποιου. Σήμερα, αναμένεται από εμάς να φέρουμε την εμπειρία της κοπέλας και στον χώρο εργασίας, καθώς η «συναισθηματική εργασία» – το καθημερινό ζόρι του να κρατάς όλους τους ανθρώπους ευτυχισμένους – γίνεται αναγκαίο τμήμα των χαμηλόμισθων, προσανατολισμένων στον πελάτη, επιπέδου υπηρεσίας, δουλειών στις οποίες οι γυναίκες και τα κορίτσια υπεραντιπροσωπεύονται.
Αυτός είναι ένας ιδεολογικός λόγος για να μην είναι κάποια σε σχέση. Τώρα να ένας πρακτικός. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι νέοι άντρες δεν έχουν ακόμη μάθει να φέρονται στις γυναίκες σαν ανθρώπινα πλάσματα, και μερικοί δεν το μαθαίνουν ποτέ. Δεν είναι εξ’ ολοκλήρου δικό τους το λάθος. Είναι ο τρόπος που αυτή η κουλτούρα τους μαθαίνει να συμπεριφέρονται, και παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποιοι αξιοπρεπείς, καλοί και προοδευτικοί νέοι άντρες που ψάχνουν για ειλικρινά ισότιμες σχέσεις με τις γυναίκες.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν αρκετοί για όλες τις πανέξυπνες, όμορφες, σφοδρά συμπονετικές γυναίκες και κορίτσια εκεί έξω, που θα μπορούσαν στ’ αλήθεια να τα βρουν με κάποιον σαν αυτούς στη ζωή τους. Αυτοί οι άντρες είναι σαν τους μονόκερους. Αν γνωρίσεις έναν, είναι υπέροχο. Μπορεί να νομίζεις ότι έχεις γνωρίσει έναν ήδη – εγώ το νόμισα συχνά – αλλά τα στοιχεία και η εμπειρία δείχνουν ότι αρκετοί μονόκεροι είναι, στην πραγματικότητα, απλώς άλογα με μη πειστικά κέρατα. Αν δεν καταφέρεις να πιάσεις έναν πραγματικό μονόκερο, δεν σημαίνει ότι κάτι τρέχει μαζί σου. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να έχεις και ένα δεύτερο σχέδιο (plan B).
Δεν έχουν όλες αυτή την επιλογή. Πολλές νέες γυναίκες είναι ήδη γονείς ή φροντίστριες. Η παγκόσμια κίνηση ενάντια στην κοινωνική πρόνοια επηρεάζει τις γυναίκες περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα, καθώς οι γυναίκες διεξάγουν το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας της φροντίδας, κάτι που τις εξαναγκάζει στην εξάρτηση από συντρόφους, κυρίως άντρες, εκτός αν είναι πλούσιες από μόνες τους. Η λιτότητα και η αντίθεση στον κοινωνικό προστατευτισμό αποτελούν επίθεση στην ανεξαρτησία των γυναικών στον καπιταλισμό. Γι’ αυτό η πάλη για οικονομική αλλαγή, όπως ο θεσμός του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, θα έπρεπε να είναι ένα από τα κεντρικά σχέδια του φεμινισμού.
Στο μεταξύ, ωστόσο, πρέπει να οργανώσουμε το πού βρισκόμαστε. Γι’ αυτό είναι τόσο κρίσιμο οι γυναίκες με την ικανότητα να το κάνουν – ιδιαίτερα οι γυναίκες και τα κορίτσια στην έναρξη της ενήλικης ζωής τους – ιεραρχούν την οικονομική και συναισθηματική τους ανεξαρτησία, και από τους άντρες.
Η απόρριψη μιας τέτοιας σχέσης δεν σημαίνει απόρριψη της έννοιας της αγάπης. Αντίθετα: σημαίνει να απαιτείς περισσότερα από την αγάπη. Είμαι μια γιγαντιαία ευαίσθητα ρομαντική από καρδιάς. Απλώς θεωρώ ότι η υποχρεωτική ετεροφυλοφιλική μονογαμία είναι η λιγότερο ρομαντική ιδέα καθώς συνιστά τυποποιημένη δοκιμή, και δεν καταλαβαίνω γιατί τα καλύτερα ιδανικά μας για την αγάπη και τον πόθο και το πάθος και την αφοσίωση να πρέπει να εγκλωβίζονται σε κάτι τέτοιο.
Το χειρότερο στην παραδοσιακή ρομαντική αγάπη είναι ότι θεωρείται το τέλος της ιστορίας – αν είσαι κορίτσι. Η μουσική δυναμώνει, η κουρτίνα πέφτει καθώς πέφτεις μέσα στην αγκαλιά του, και μετά τελείωσες. Θεωρείσαι ότι αποκοιμιέσαι μέσα σε μια ζωή ήρεμης ευδαιμονίας και γέννησης μωρών. Αυτό δεν θέλει κάθε κορίτσι στην πραγματικότητα;
Όχι, ούτε θα έπρεπε. Υπάρχουν πολλές διαφορετικές διαδρομές σε μια ζωή αγάπης και περιπέτειας και προσωπικά, δεν σκοπεύω να ταξιδέψω κάποια από αυτές στο περιθώριο. Επομένως, πρέπει να αρχίσουμε να λέμε ιστορίες για την επιλογή να είναι κάποια ελεύθερη – και να είναι σε σχέση με σεβασμό της ανεξαρτησίας – που περιλαμβάνουν κάτι περισσότερο από τα μανικιούρ και τις ξέφρενες ημέρες ποτού. Πρέπει να αρχίσουμε να θυμόμαστε όλες εκείνες τις γυναίκες ανά τους αιώνες που επέλεξαν να μείνουν χωρίς σύντροφο ώστε να κάνουν τέχνη και να αλλάξουν την ιστορία, χωρίς έναν άντρα να κρέμεται από πάνω τους περιμένοντας δείπνο και ένα χαμόγελο. Πρέπει να αρχίσουμε να θυμόμαστε ότι τα σύγχρονα ισοδύναμα αυτών των γυναικών είναι γύρω μας, και τα μικρά κορίτσια δεν πρέπει να τρομοκρατούνται από το ενδεχόμενο να γίνουν σαν αυτές. Περισσότερο από τις μισές γυναίκες άνω των 18 δεν είναι παντρεμένες. Περισσότεροι από τους μισούς γάμους καταλήγουν σε διαζύγιο. Είναι σίγουρα καιρός να εγκαταλείψουμε την ιδέα ότι μια ελεύθερη γυναίκα έχει αποτύχει στη ζωή.
Ακόμα και υποτιθέμενες ενδυναμωτικές ιστορίες ελεύθερων γυναικών, από το Sex and the City μέχρι το πρόσφατο βιβλίο της Κέιτ Μπόλικ Spinster, φαίνεται να τελειώνουν με την πρωταγωνίστρια να βρίσκει την αδελφή ψυχή της ακριβώς όταν έχει εγκαταλείψει την ελπίδα. Δεν τελειώνει εκεί η ιστορία μου. Απολαμβάνω την καινοτομία του να μην είμαι ελεύθερη, αλλά είναι αιματηρή και σκληρή δουλειά.
Κάθε αφοσιωμένη ερωτική σχέση είναι σκληρή δουλειά, ακόμα κι όταν είσαι μεγάλη και άσχημη και αρκετά τυχερή ώστε να είσαι ικανή να διαπραγματευτείς τα όριά σου και να επιμείνεις στην ανεξαρτησία σου. Είναι δουλειά για την οποία καταφέρνω να βρω χρόνο μέσα στη μέρα. Είναι δουλειά για την οποία σίγουρα δεν θα είχα χρόνο δύο ή τρία χρόνια νωρίτερα, όταν ήμουν πλήρως απορροφημένη με τη συγγραφή τριών βιβλίων ταυτόχρονα ενώ προσπαθούσα ταυτόχρονα να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Και είναι δουλειά με την οποία θα συμβούλευα τις περισσότερες γυναίκες να μην ασχοληθούν, γνωρίζοντας ότι η ανθρώπινη αξία τους δεν θα εξαρτάται ποτέ από το αν είναι η κοπέλα κάποιου.
Απλώς δεν αξίζει.
Πρέπει να προχωρήσουμε με την διάσωση του κόσμου, στο κάτω κάτω, και δεν μπορούμε να το κάνουμε με έναν άντρα τη φορά.
Μετάφραση: Ειρήνη Γαϊτάνου