Μετά τη μεγάλη απεργία στη Γαλλία στις 31 Μάρτη, το γενικό σύνθημα ήταν “Δεν γυρίζουμε στα σπίτια μας μετά τη διαδήλωση!”. Έτσι, στο Παρίσι, ο κόσμος συγκεντρώθηκε στην Πλατεία Ρεπουμπλίκ και δημιουργήθηκαν οι γνωστές, πλέον, Ολονυκτίες, που διαρκούν ακόμη και σήμερα. Κεντρικό ερώτημα εκείνων των ημερών ήταν “τι κάνουμε στις 32 Μάρτη;”, δηλαδή μετά την μεγάλη κινητοποίηση. Έκτοτε, οι ημέρες στη Γαλλία συνεχίζουν να μετρούν στον Μάρτη, και σήμερα, 21 Μάη 2016, η ημερομηνία για το κίνημα είναι 82 Μάρτη. Η συγκεκριμένη ανταπόκριση μας ήρθε από την Νάντη, μια πόλη στα δυτικά της Γαλλίας, με μακρά παράδοση στο ριζοσπαστικό κίνημα ήδη από τον Μάη του 68. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες γαλλικές πόλεις, στην Νάντη δεν είναι υποχρεωτική η κατάθεση πλάνου των διαδηλώσεων στην Αστυνομία. Έτσι, το κλίμα για την οργάνωση των κινητοποιήσεων είναι πολύ πιο θετικό. Εξάλλου, ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα της Γαλλίας αναπτύσσεται, εδώ και χρόνια, 20 χιλιόμετρα έξω από την πόλη. Πρόκειται για το κίνημα της ZAD (Zone à Défendre – Υπερασπιζόμενη Ζώνη) στην περιοχή της Notre–Dame–des–Landes, την οποία οι κάτοικοι, οι ντόπιοι αγρότες και καλλιεργητές, αλλά και πλήθος κόσμου από όλη τη Γαλλία, προστατεύουν ενάντια στην κατασκευή ιδιωτικού αεροδρομίου. Από το 2013, στο χώρο που προορίζεται για το μελλοντικό αεροδρόμιο, έχει δημιουργηθεί ένας αυτοσχέδιος οικισμός με κατοικίες, εστιατόριο, φούρνο, μπαρ κλπ., και που σήμερα αριθμεί 60 κτίρια, όχι μόνο από όσους ήδη κατοικούσαν ή καλλιεργούσαν τις συγκεκριμένες εκτάσεις, αλλά και από έναν μεγάλο αριθμό αλληλέγγυων που συμμετέχουν στο συγκεκριμένο κίνημα. Σήμερα, η ZAD θεωρείται η “μητέρα των γαλλικών κινημάτων” και δη του κινήματος ενάντια στον εργασιακό νόμο στην Νάντη.
του Maxime Oger, Université Sauvage
μετάφραση: Άλκηστη Πρέπη
Νάντη, 63η ΜΑΡΤΗ (2 Μάη)
Το βράδυ της 59ης Μάρτη, στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών της Νάντης, το αμφιθέατρο 1, που είχε καταληφθεί από τις αρχές των κινητοποιήσεων, είναι κατάμεστο, και ο κόσμος ξεχειλίζει μέχρι την αυλή της Σχολής. Οι φοιτητές και υποψήφιοι διδάκτορες έχουν οργανώσει μια συζήτηση με τίτλο “Η ταξική πάλη ξεκινά! Ιστορίες κοινωνικών αγώνων”. Οι κάτοικοι της Νάντης που κινητοποιούνται σε διάφορα μέτωπα, παίρνουν το λόγο και μιλούν για τους αγώνες τους: καλλιτέχνες και τεχνικοί στον τομέα του θεάματος (οι λεγόμενοι intermittents – εποχιακά απασχολούμενοι στον τομέα του θεάματος), οι κάτοικοι της ZAD, εργαζόμενοι στους σιδηρόδρομους, ταχυδρόμοι, εργάτες της SEITA σ.1καπνοβιομηχανία στο Carquefou της Γαλλίας, της οποίας το εργοστάσιο έκλεισε και μεταφέρθηκε πρόσφατα, παρόλο που η επιχείρηση αποκόμιζε τεράστια κέρδη.
Ο καθένας επισημαίνει τα δυνατά και αδύνατα σημεία του αγώνα του: πώς μπορούμε να συσπειρώσουμε τους πολίτες όταν οι εργαζόμενοι αγωνίζονται για τη διατήρηση της εργασίας τους σε ένα εργοστάσιο καπνού; Πώς ευαισθητοποιούμε τους επιβάτες όταν οι σιδηροδρομικοί μπλοκάρουν την κυκλοφορία των τραίνων; Για ποιο λόγο η μαζική οργάνωση και κινητοποίηση είναι καθοριστικοί παράγοντες για την επιτυχία μιας απεργίας;

Για πρώτη φορά, συνδικαλισμένοι βιομηχανικοί εργάτες, εργαζόμενοι καλλιτέχνες, εργαζόμενοι στα Ταχυδρομεία, και κάτοικοι της ZAD συγκεντρώνονται σε ένα φοιτητικό αμφιθέατρο, μπροστά από ένα σχετικά ετερογενές κοινό, που αποτελείται από φοιτητές, ανέργους, εργαζόμενους και μη, και εργαζόμενους με επισφαλή σχέση εργασίας. Το αμφιθέατρο είναι σε αναβρασμό: πανό και σημαίες κατασκευάζονται επιτόπου, συνεργασίες ενισχύονται, μια κινητή καντίνα από την ZAD προσφέρει γεύματα σε ελεύθερη τιμή, γίνονται συζητήσεις πίνοντας μπύρα, σχεδιάζονται οι στρατηγικές για την επόμενη μέρα…
Το κοινό μας σημείο είναι η αποφασιστικότητά μας να επαναπροσδιορίσουμε τα μέσα του αγώνα μας, απέναντι σε μια κυβέρνηση που επιδεικτικά περιφρονεί κάθε μας διεκδίκηση. Με αφορμή την απόρριψη του εργασιακού νόμου, ξεδιπλώνεται μια ολόκληρη σειρά από διεκδικήσεις: προστασία της εργασίας, αύξηση των μισθών ή, αντίθετα, η απόρριψη της εργασίας ως μέσο παραγωγής κέρδους (μήπως αυτό είναι μια γαλλική ιδιαιτερότητα;), και, γενικότερα: η ανάπτυξη αντικαπιταλιστικής συνείδησης, το ταξικό μίσος για την κυβέρνηση, η αναγκαιότητα ή μη της βίας ως αγωνιστικού μέσου κλπ… Με δυο λόγια, όλα τα παραπάνω μπορούν να συνοψιστούν σε μια απλή φράση: “Ενάντια στον Εργασιακό Νόμο και τον Κόσμο του”.
Το κεντρικό ερώτημα στο οποίο συγκλίνουν όλοι παραμένει: “Πώς θα κλιμακώσουμε τον αγώνα μας;”. Δηλαδή, πώς θα ευαισθητοποιήσουμε, πώς θα κινητοποιήσουμε και πώς θα οργανώσουμε μεγαλύτερες δυνάμεις απέναντι στα εμπόδια που αντιμετωπίζει το κίνημα.
Το πρώτο από αυτά τα εμπόδια είναι, αναμφίβολα, η αστυνομική καταστολή, διότι οι συγκρούσεις που δημιουργούνται με την αστυνομία προκαλούν έντονη δυσφορία. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει το γεγονός πως το κράτος κινητοποιεί στο έπακρο τον κατασταλτικό του μηχανισμό: την Εθνική Αστυνομία, τα ΜΑΤ (Compagnies Républicaines de Sécurité – CRS), τις Ειδικές Αστυνομικές Δυνάμεις Ενάντια στην Εγκληματικότητα (Brigade Anti Criminalité – BAC), τους λόχους της Κινητής Χωροφυλακής (Gendarmerie Mobile – GM), που ενισχύονται από την επιτήρηση ενός ελικοπτέρου της Εθνικής Χωροφυλακής, το οποίο παρακολουθεί από αέρος την κάθε διαδήλωση. Επιπλέον, η αστυνομία της Νομαρχίας, ως τοπικός αντιπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικών, μπλοκάρει ορισμένα σημεία της πόλης πριν την εκκίνηση των διαδηλώσεων, ώστε να απαγορεύσει την πρόσβαση. Συγκεκριμένες περιοχές της πόλης, για παράδειγμα εκεί όπου συγκεντρώνονται τα πολυτελή καταστήματα, περικυκλώνονται συστηματικά από αστυνομικές δυνάμεις, πάντα με την δικαιολογία των “μέτρων ασφάλειας”.
Προφανώς, τα παραπάνω δεν αποτελούν μια τοπική ιδιαιτερότητα, μια εξαίρεση. Οι ίδιοι μηχανισμοί λειτουργούν και στο Παρίσι, στη Ρεν κλπ… Κάθε εβδομάδα μαθαίνουμε για πληθώρα μαρτυριών, υπερβάσεων εξουσίας της αστυνομίας και για θύματα της αστυνομικής καταστολής. Φυσικά, τα ΜΜΕ παρουσιάζουν αυτήν την κατάσταση όπως συνηθίζουν: “Η διαδήλωση εκφυλίστηκε” ή “Επεισόδια στο περιθώριο της πορείας”. Παρόλα αυτά, με την αστυνομία να προβοκάρει ολοένα και περισσότερο, τα “όργανα της τάξης” γίνονται όλο και πιο μισητά: “Όλος ο κόσμος μισεί την αστυνομία!” φαίνεται να είναι ένα από τα αγαπημένα συνθήματα των διαδηλωτών απέναντι στον μοναδικό, τελικά, “συνομιλητή” του κράτους στο πεδίο των κινητοποιήσεων.

Η “διατήρηση της τάξης” – που είναι φαινομενικά η αποστολή της αστυνομίας στις διαδηλώσεις – έχει, πλέον, μετατραπεί σε μια στρατηγική “κατάσχεσης” του δημόσιου χώρου. Όσο περνάει ο καιρός, ο κατασταλτικός μηχανισμός του κράτους δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο, που δεν είναι άλλο από μια συστηματική προσπάθεια εξοβελισμού των πολιτών από το ίδιο το πολιτικό περιεχόμενο του δημόσιου χώρου. Ο τρόπος με τον οποίο η αστυνομία επιχειρεί να αποδυναμώσει το κίνημα εκφράζει και τη μορφή διακυβέρνησης που επιλέγει να ασκήσει η κεντρική εξουσία:
1_ Αποτροπή των διαδηλώσεων, μέσω μαζικής αστυνομικής παρουσίας, εξοπλισμένης με πολεμικό οπλοστάσιο, με τη συστηματική χρήση δακρυγόνων, στοχευμένες βολές με όπλα τύπου Flash-ball (LBD), και επαναλαμβανόμενες αστυνομικές έφοδοι. Στόχος είναι ο εκφοβισμός, η αύξηση της επικινδυνότητας των πορειών για τους διαδηλωτές που δηλώνει πως η διαμαρτυρία είναι ανεπιθύμητη.
2_ Ποινικοποίηση των κινητοποιούμενων με μαζικές συλλήψεις, που συνοδεύονται από δίκες με συνοπτικές διαδικασίες (άμεση προσαγωγή) βάσει αυθαίρετων κατηγοριών (“συμμετοχή σε οπλισμένη συνάθροιση, με καλυμμένο πρόσωπο”, “περιύβριση και αντίσταση κατά της αρχής” κλπ…)
3_ Κατάσχεση του δημόσιου χώρου, που καθίσταται, έτσι, μη προσβάσιμος. Δημιουργία εμποδίων στις πορείες. Απώθηση και διωγμός των διαδηλωτών εκτός του κέντρου της πόλης.
4_ Κατάληψη του δημοσιογραφικού διαλόγου με τη μέθοδο του αντιπερισπασμού: οι συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας είναι πρωτοσέλιδο των τοπικών και εθνικών εφημερίδων. Τα ΜΜΕ επικεντρώνονται μόνο στο ζήτημα της βίας, την οποία κρίνουν παράνομη και την συνδέουν με τις “βιαιότητες”, δυσφημίζοντας τις διαμαρτυρίες, οι οποίες θεωρούνται “πολύ ριζοσπαστικές”. Έτσι, ο πολιτικός διάλογος διαστρεβλώνεται.
Η διαχείριση αυτή στοχεύει στην καταστολή της κοινωνικής διαμαρτυρίας, και στην απονομιμοποίηση ενός τμήματος του πληθυσμού του οποίου οι πρακτικές θεωρούνται “παράνομες”. Η ίδια πολιτική έχει ήδη ακολουθηθεί στο παρελθόν και σε άλλες περιπτώσεις: απέναντι στις διαμαρτυρίες κατά της κατασκευής του αεροδρομίου στην Notre Dame des Landes στην περιοχή της Νάντης, ή ακόμα στο Sivens σ.2Η Notre-Dame-des-Landes είναι περιοχή στα βόρεια της Νάντης, όπου σχεδιάζεται η κατασκευή ιδιωτικού αεροδρομίου (AGO), και που σήμερα αποτελεί τον χώρο που καταλαμβάνει η ZAD. Πληθώρα διαδηλώσεων που πραγματοποιήθηκαν στο κέντρο της πόλης της Νάντης αντιμετώπισαν παρόμοια αστυνομική καταστολή: μαζική κινητοποίηση της αστυνομίας για την “ασφάλεια των διαδηλώσεων”, σημαντική καταστολή, δυσφήμιση και ποινικοποίηση του κινήματος κλπ… Ωστόσο, χάρη στην επιμονή των αγώνων, που ακολούθησαν πρακτικές που κρίνονται επίσημα ως “παράνομες”, αλλά και χάρη στην σημαντική ανυπακοή των ίδιων των κατοίκων, το έργο έχει προς το παρόν σταματήσει και είναι πολύ πιθανό να ακυρωθεί, όπως έγινε στην περίπτωση του φράγματος στο Sivens, όπου δολοφονήθηκε ο Remy Fraisse από μια χειροβομβίδα της χωροφυλακής..
“Σαράντα μία συλλήψεις. Δεκαπέντε άτομα οδηγήθηκαν στο τμήμα για αναγνώριση στοιχείων. Είκοσι έξι άτομα προφυλακίστηκαν. Μεταξύ αυτών, επτά άνδρες 18 έως 45 χρονών, δικάστηκαν με άμεση προσαγωγή, με επείγουσα ακρόαση, την Παρασκευή το απόγευμα.
Η εισαγγελία της Νάντης θέλησε να δώσει ένα ηχηρό μήνυμα μετά τις βιαιότητες που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της πορείας ενάντια στον Εργασιακό Νόμο, αυτή την Πέμπτη στην Νάντη. Το δικαστήριο ακολούθησε την ίδια λογική, καταδικάζοντας τέσσερα άτομα, μεταξύ των οποίων τρία με καθαρό ποινικό μητρώο, σε ποινή φυλάκισης”.
Απόσπασμα από άρθρο της εφημερίδας Ouest France, 30 Απρίλη 2016.
Το δεύτερο εμπόδιο που αντιμετωπίζει το κίνημα φαίνεται να είναι η δυσκολία κινητοποίησης δυνάμεων εκτός της φοιτητικής νεολαίας, των επισφαλώς εργαζόμενων και γενικότερα όσων κινητοποιούνται συνήθως. Ο “επαγγελματικός κόσμος”, τον οποίο ο νέος εργασιακός νόμος πλήττει άμεσα, εμφανίζεται εκπληκτικά απαθής απέναντι στο κάλεσμα για κινητοποίηση ενάντια στον εργασιακό νόμο. Ελάχιστοι-ες είναι αρκετά θαρραλέοι-ες ώστε να απεργήσουν ή να αφήσουν τον εργασιακό τους χώρο για να κατέβουν στον δρόμο. Εκτός από τις κινητοποιήσεις που καλούνται σε εθνικό επίπεδο από τα μεγάλα συνδικάτα (CGT κλπ), όπως στις 31 Μάρτη και στις 28 Απρίλη, ο κόσμος της μισθωτής εργασίας φαίνεται ελάχιστα κινητοποιημένος.
Ωστόσο, οι νέοι χώροι πολιτικής συζήτησης, όπως οι Ολονυκτίες, που αναπαράγονται σε πολλές πόλεις της Γαλλίας, επιτρέπουν στα άτομα που εργάζονται να “διαδηλώνουν” / “εκφράζονται” εκτός των ωραρίων εργασίας τους. Οι νέοι αυτοί χώροι ελεύθερου λόγου, χωρίς θεσμικό πολιτικό πλαίσιο και χωρίς ιεραρχίες, ανοίγουν τον δρόμο σε νέες δυνατότητες συσπείρωσης γύρω από ερωτήματα σχετικά με τον αγώνα και την αντίσταση, μέσα από τις διαφορετικές επιτροπές που δημιουργούνται. Οι επιτροπές αυτές ξεπερνούν κατά πολύ το πλαίσιο του Εργασιακού Νόμου. Παρόλα αυτά, είναι δύσκολο σήμερα να εκτιμήσουμε με ακρίβεια την εμβέλεια των Ολονυκτιών στους εργαζόμενους, τουλάχιστον στην πόλη της Νάντης.
Παράλληλα, διάφορες συλλογικότητες οργανώνουν δράσεις μπλοκαρίσματος: οι εποχιακά εργαζόμενοι στον τομέα του θεάματος μπλοκάρουν τις όπερες, τα θέατρα ή μεγάλα καταστήματα όπως η FNAC σ.3Μεγάλη αλυσίδα καταστημάτων στην Γαλλία, αντίστοιχο του ελληνικού Public.. Στρατηγικά σημεία μπλοκάρονται από την διασυνδικαλιστική συλλογικότητα “Μπλοκάρουμε τα Πάντα!” (“Bloquons Tout!”)· οι δράσεις αυτές όμως, δύσκολα συσπειρώνουν κόσμο εκτός των ήδη οργανωμένων πολιτικά κύκλων τους. Τελικά, τα επαναλαμβανόμενα μπλοκαρίσματα (όπως των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς), φαίνεται πως προκαλούν μάλλον την αγανάκτηση μερίδας πολιτών και όχι την κινητοποίησή τους. Πώς θα μπορούσαμε να καταστήσουμε ένα κίνημα ελκυστικό στο μη πολιτικοποιημένο τμήμα μιας κοινωνίας;

Παρόλα αυτά, τα αιτήματα για γενική απεργία πολλαπλασιάζονται σε ορισμένες συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες, κάτι που, ωστόσο δεν ακολουθείται ουσιαστικά από τους μη συνδικαλισμένους εργαζόμενους.
Αξίζει να σημειώσουμε πως, την ίδια στιγμή, αναδύονται νέες “θετικές προτάσεις”, όπως διάφορες δράσεις ξεμπλοκαρίσματος: ελεύθερη διέλευση στους αυτοκινητόδρομους με διόδια, δωρεάν χώροι στάθμευσης, δωρεάν μεταφορικά μέσα… Βέβαια, για την επιτυχία των παραπάνω δράσεων είναι απαραίτητη η κινητοποίηση μεγάλου αριθμού ανθρώπων.

Αυτό που μας διδάσκουν τα κινήματα ενάντια στον εργασιακό νόμο και γενικότερα ενάντια στην εργασιακή επισφάλεια, είναι πως δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε στις παραδοσιακές δομές που διαμορφώνουν την πολιτική ζωή στη Γαλλία (κόμματα, συνδικάτα…). Είναι απαραίτητη η κατανόηση της πολυπλοκότητας του κινήματος διαμαρτυρίας, καθώς και της ποικιλομορφίας των συμμετεχόντων, που συχνά αποκαλούμε “συνιστώσες”. Επίσης, είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε και να λάβουμε υπόψη τους διαφορετικούς τρόπους διαμαρτυρίας, ώστε να πετύχουμε να αποτρέψουμε αυτή την πολιτικο-μιντιακή διχοτομία που θέλει ένα τμήμα του κινήματος να είναι το “πειθαρχημένο”, το πασιφιστικό, και άρα το νομιμοποιημένο, και ένα άλλο τμήμα με ριζοσπαστικά, βίαια και μη-πολιτικοποιημένα άτομα (“οι ταραξίες”).
Σήμερα βρισκόμαστε σε έναν πόλεμο χαμηλής έντασης κατά της εξουσίας, στον οποίο εκείνη, με τη σειρά της, απαντάει με αστυνομική καταστολή και παράταση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης (η δεύτερη παράταση δόθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2016). Η μετωνυμία αυτή δύσκολα κρύβει το ότι η σημερινή κυβέρνηση στοχεύει στη μονιμοποίηση μιας κατάστασης εξαίρεσης, ενός θεμελιώδους παράγοντα στη διαδικασία εκφασισμού του κράτους. Κάτι, που, πλέον, γίνεται αντιληπτό από όλους μας.
Αλλά δεν είμαστε παρά μόνο στην αρχή. Βρισκόμαστε, σήμερα, στο στάδιο εκσυγχρονισμού του αγώνα και της αντίστασής μας, στο στάδιο, θα λέγαμε, του ανατρεπτικού πειραματισμού, στη διάρκεια του οποίου οφείλουμε να συνδυάσουμε κάθε υφιστάμενη μορφή δράσης: να γίνουμε αλληλέγγυοι, να γίνουμε μη κυβερνήσιμοι, να προκαλέσουμε την καθαίρεση αυτών που μας κυβερνούν.
Θα μπορούσαμε, τελικά, αντί επιλόγου, να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από άρθρο του Lundi Matin σ.4Εβδομαδιαία διαδικτυακή εφημερίδα, που περιγράφει εύστοχα την παρούσα κατάσταση:
“Το ερώτημα δεν είναι, λοιπόν, το παλιό τροτσκιστικό τροπάριο της ‘σύγκλισης των αγώνων’ – αγώνων που, άλλωστε, φαίνονται να είναι σήμερα τόσο αδύναμοι που, ακόμη κι αν τους φέρναμε σε σύγκλιση, δεν θα καταφέρναμε τίποτα το σημαντικό, εκτός από το να χάσουν τον ιδιαίτερό τους χαρακτήρα, όπως γίνεται συνήθως. Το ουσιαστικό ερώτημα είναι η πραγμάτωση της γενικότερης ανυποληψίας απέναντι στην πολιτική, δηλαδή πώς θα καταφέρουμε να κερδίζουμε όλο και περισσότερες ελευθερίες απέναντι στον δημοκρατικό κυβερνητικό μηχανισμό. Το διακύβευμα δεν είναι, επομένως, σε καμία περίπτωση, μια ενοποίηση του κινήματος, μέσω μιας τυπικής γενικής συνέλευσης, αλλά το να ξεπεράσουμε τα όρια, τις μετακινήσεις, τις διαρρυθμίσεις, τις μεταμορφώσεις και τους συντονισμούς μεταξύ των διαφόρων σημείων πολιτικής έντασης. Για παράδειγμα, είναι σίγουρο πως η ZAD επηρεάζει το κίνημα που δημιουργείται στην Νάντη, λόγω της γειτνίασής τους. […] Το σημαντικό είναι αυτό που γίνεται ήδη, και θα γίνεται όλο και περισσότερο: το να εμποδίζουμε σιγά-σιγά την κυβέρνηση να κυβερνήσει – και με τον όρο “κυβέρνηση” δεν εννοούμε μόνο ένα πολιτικό καθεστώς, αλλά όλο το δημόσιο και ιδιωτικό τεχνοκρατικό μηχανισμό του οποίου η κυβέρνηση δεν είναι παρά μια γελοία έκφραση. Τελικά, το ζήτημα δεν είναι αν το σημερινό κίνημα θα πετύχει ή όχι την απόσυρση του Νόμου El Khomri, αλλά αυτό που τώρα εξελίσσεται: η καθαίρεση του συστήματος που μας κυβερνά”.

Υποσημειώσεις