«Η ετυμηγορία του ελληνικού λαού ακυρώνει τα μνημόνια της λιτότητας και της καταστροφής. Η ετυμηγορία του ελληνικού λαού καθιστά την τρόικα παρελθόν»

Από την ομιλία του Α. Τσίπρα στις 25/1/2015

Πόσο μακριά φαντάζει η νύχτα της 25/1, πόσο διαφορετική είναι η πραγματικότητα ένα μόλις χρόνο μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον κυρίαρχο πυλώνα της νέας κυβέρνησης! Κατά την διάρκεια αυτού του χρόνου κανείς έβλεπε την προσδοκία να εναλλάσσεται με την απογοήτευση, την χαρά με την οργή, όλου αυτού του κόσμου ο οποίος άνεργος, απλήρωτος, φτωχός, εξαθλιωμένος ταύτισε την προσδοκία του για την απαλλαγή από το μνημονιακό εφιάλτη, την προσδοκία για αξιοπρέπεια και μια καλύτερη ζωή, με την ανάδειξη στην κυβέρνηση ενός κόμματος της αριστεράς.

Η επένδυση αυτή είχε έντονα τα κοινοβουλευτικά-θεσμικά χαρακτηριστικά, τα στοιχεία της ανάθεσης και της αναμονής, και πολύ λιγότερο το στοιχείο της βίαιης εισβολής του λαού στο προσκήνιο της ιστορίας, γεγονός που εξ’ αρχής ναρκοθέτησε τις δυνατότητες ανάδειξης στο προσκήνιο των συμφερόντων των καταπιεζόμενων κοινωνικών στρωμάτων.

Η εξέλιξη των πραγμάτων αποτέλεσε τον χειρότερο εφιάλτη για την μεγαλύτερη μερίδα του ελληνικού λαού που όλα αυτά τα χρόνια κατέβηκε στον δρόμο, πάλεψε ηρωικά, επίμονα, άλλαξε ως ένα βαθμό τον ίδιο του τον εαυτό γκρεμίζοντας τα παραδοσιακά αστικά πολιτικά κόμματα από το πολιτικό σκηνικό. Η πρώτη περίοδος της αστάθειας του πολιτικού σκηνικού που άνοιξε εμφανώς από το 2012, με την αλματώδη εκλογική και κοινωνική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ κλείνει σήμερα με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Κλείνει με την πολιτική δύναμη που είχε το ηθικό και υλικό πλεονέκτημα της συμμετοχής σε αυτή την κοινωνική διεργασία -και της τοποθέτησης της από την πλευρά των αγωνιζόμενων κομματιών της κοινωνίας, να είναι η κυβέρνηση που συνεχίζει τις ίδιες πολιτικές, με τα ίδια εργαλεία, με τα ίδια επιχειρήματα με τα παραδοσιακά αστικά πολιτικά κόμματα.

#ThisIsACoup

Το βράδυ της 12ης Ιουλίου, την νύχτα της ανατροπής του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του καλοκαιριού, το hastag “This is a coup” αναδείχθηκε σε δεύτερο trend παγκοσμίως με πάνω από 100 εκατ. μηνύματα. Στην πραγματικότητα, όλη αυτή την χρονιά, όλοι μας (και απ΄ ότι αποδείχθηκε μαζί και όλη η υφήλιος), ζήσαμε σε ένα διαρκές πραξικόπημα ενάντια στην μάχη που έδωσε ο ελληνικός λαός όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν τίποτα λιγότερο από μια ξεκάθαρη καταδίκη των μνημονίων, μια απαίτηση ανατροπής αυτής της πολιτικής, αλλά και της συνολικής κατάστασης εντός της Ελλάδας. Στις πιο ριζοσπαστικές μορφές της, ήταν η απαίτηση για μια πορεία ρήξης με τον νεοφιλελευθερισμό και τα κέντρα του, στην κατεύθυνση ενός συνολικότερου κοινωνικού μετασχηματισμού. Αν κάτι λοιπόν έγινε τελικά ξεκάθαρο, είναι ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυτό που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο είναι ο νεοφιλελευθερισμός, τα μνημόνια, η εξαθλίωση για τους πολλούς και όχι η δημοκρατία. Ότι ανεξάρτητα από την άποψη του ελληνικού εν προκειμένω (αλλά εν τέλει του κάθε) λαού, ανεξάρτητα από την κυβέρνηση ενός κράτους, η πολιτική είναι δεδομένη και μη διαπραγματεύσιμη. Μάλιστα το αντίθετο φαίνεται να ισχύει, καθώς αυτό που φάνηκε, είναι ότι μια κυβέρνηση που έστω και μερικώς αμφισβητεί το status quo, θα πρέπει να υποταχθεί ακόμα πιο βίαια σε σχέση με όσους απλά διεκπεραιώνουν τις εντολές της τρόικας, της Κομισιόν και της ΕΚΤ προς γνώση και συμμόρφωση των υπολοίπων. Με άλλα λόγια, η φράση «ούτε ρήξη ούτε υποταγή» που χρησιμοποιήθηκε και από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε κενή περιεχομένου. Με τις παντώς τύπου χούντες δεν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση παρά μόνο ρήξη, και αυτό αποτελεί ίσως ένα από τα ισχυρότερα χνάρια που άφησε ο τελευταίος χρόνος ως συλλογική εμπειρία.

Τελικά, το σχέδιο το οποίο εν πολλοίς υλοποιήθηκε ήταν το σχέδιο των επιτελείων της ΕΕ και του ΔΝΤ, ήταν η μετάλλαξη, η ακύρωση του αριστερού χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ και το χτύπημα των ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών ρευμάτων που γέννησε η πενταετία της κρίσης. Η ταχύτητα με την οποία το σχέδιο αυτό ξεδιπλώθηκε, ένα σχέδιο το οποίο είναι πολύ ανώτερο από την απλή ανατροπή ενός εκλεγμένου πρωθυπουργού και την αντικατάστασή του από ένα στέλεχος του στρατού (με τον τρόπο που γινόταν τις δεκαετίες του ’60-‘70), αναδεικνύει την ισχύ που έχει η τρόικα αλλά και τον πολιτικά εύστοχο χαρακτήρα του δημοφιλούς tweet.

#η συνέχεια του κράτους

Η δημόσια διατυπωμένη τακτική της κυβέρνησης από την πρώτη στιγμή της εκλογής της ήταν να μην συγκρούεται όσο διεξάγεται η διαπραγμάτευση. Ήταν δηλαδή η απόπειρα υλοποίησης έστω και δια της ανοχής, μιας «διαταξικής/εθνικής συμμαχίας» με τα κέντρα του αστισμού στην Ελλάδα ενάντια στην τρόικα, ως εάν τα κέντρα αυτά δεν είχαν ξεκάθαρη θέση όλα αυτά τα χρόνια για το σε ποιο στρατόπεδο τοποθετούνταν. Από τις πρώτες κινήσεις της νέας κυβέρνησης ήταν η στήριξη ενός στελέχους της ΝΔ, του Π. Παυλόπουλου για την θέση του πρόεδρου της δημοκρατίας, σε μια θέση δηλαδή που αν και συμβολική, ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να πυροδοτήσει στο θεσμικό επίπεδο (καταρχήν) μια πολιτική κρίση σ.1 Την περίοδο του δημοψηφίσματος τέθηκε από πλευράς Σαμαρά και Θεοδωράκη το ζήτημα παραίτησης του ΠτΔ ή της μη υπογραφής του προεδρικού διατάγματος για το δημοψήφισμα. . Σε δεύτερο επίπεδο, η ισχύς και η εξουσία των καναλαρχών, αλλά και γενικότερα των εγχώριων ελίτ ουδέποτε ανετράπη, όπως και οι εξευτελιστικοί θεσμοί εποπτείας στο εσωτερικό του κρατικού μηχανισμού. Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, η ΕΛΣΤΑΤ και μια σειρά «ανεξάρτητων» αρχών, εγκάθετων επιτηρητών της τρόικα παρέμειναν αλώβητοι, θέτοντας όρια και προσχώματα στην οποιαδήποτε δυνατότητα της κυβέρνησης να επιβάλει φιλολαϊκές πολιτικές και να αμφισβητήσει ουσιαστικά τις υφιστάμενες. Ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση της έκτασης της αυτονόμησης (sic) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων από την ελληνική κυβέρνηση, ήταν ότι ο Υπουργός Οικονομικών δεν είχε πρόσβαση στα ΑΦΜ των ελλήνων πολιτών και έπρεπε να τα υποκλέψει!

Η μη αμφισβήτηση από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ όλου αυτού το πλέγματος εξουσίας και των ισορροπιών του, που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από τα κέντρα εξουσίας του ελληνικού καπιταλισμού και υπερεθνικών οργανισμών, οδήγησαν τελικά στην ανατροπή των ισορροπιών του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Η «συνέχεια του κράτους» τελικά πυροδότησε την ασυνέχεια στον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο καθησύχαζε τα πιο αντιδραστικά ακροατήρια ενισχύοντας τα κέντρα εξουσίας, αλλά επίσης επανέφερε και τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία στην «αριστερή» εκδοχή της «τάξης» και του «ρεαλισμού». Η συνέχεια του κράτους σηματοδότησε τελικά την συνέχεια των ίδιων πολιτικών, την επιβίωση των ίδιων συμφερόντων, την σχετική συνέχεια στον ελληνικό πολιτικό χρόνο σ.2 Παρότι προφανώς προέκυψαν και οριακές καταστάσεις όπως αυτή του δημοψηφίσματος , παρότι η περίοδος της τελευταίας πενταετίας μάλλον μόνο ως ασυνέχεια μπορεί να χαρακτηριστεί.

#πρώτη φορά αριστερά

Αριστερά, εξουσία και κυβέρνηση είναι τρεις λέξεις οι οποίες όταν βρίσκονται μαζί συνοδεύονται συνήθως από εκατοντάδες σελίδες ιστορίας, συζήτησης και αντιπαράθεσης. Η ελληνική περίπτωση μάλλον αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα, το οποίο καθιστά προφανές (εκτός της θεωρίας και στην πράξη) ότι η κυβέρνηση και η εξουσία δεν είναι δυο λέξεις που απαραίτητα ταυτίζονται και ότι στην πραγματικότητα, ο μόνος τρόπος για να έχει νόημα η ύπαρξη της αριστεράς στην κυβέρνηση, είναι όταν ο λαός είναι πράγματι στους δρόμους και μια τέτοια επιλογή αξονίζεται στην κατεύθυνση υποστήριξης μιας τέτοιας κοινωνικής διεργασίας σ.3 Όταν δηλαδή ο λαός είναι ενεργός παράγοντας των εξελίξεων στο κοινωνικό επίπεδο και στη διαδικασία ρήξεων με το κράτος και το κεφάλαιο. Όταν δηλαδή οικοδομείται μια κοινωνική αντιεξουσία στην οποία μια τέτοια κυβέρνηση θα επενδύσει, θα ενισχύσει και τελικά θα τροφοδοτήσει, παράλληλα με τις απαραίτητες ρήξεις στο πολιτικό επίπεδο – με παράλληλες σοβαρές επεξεργασίες για τη σχετική αυτονομία των διαφορετικών επιπέδων. Γενικότερα το ζήτημα των προϋποθέσεων και των απαραίτητων συνθηκών αποτελεί ένα πεδίο ανοιχτό το οποίο είναι αδύνατον να αναπτυχθεί εντός των ορίων του κειμένου αυτού. . Οι επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κάθε άλλο παρά κινήθηκαν σε μια τέτοια κατεύθυνση, και τελικά λειτούργησαν αντίθετα παθητικοποιώντας μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.

Παρότι κανείς δεν μπορεί να περιγράψει με έναν καθαρό ντετερμινισμό τα πράγματα, ένα στοιχείο που επίσης αναδείχθηκε τον τελευταίο χρόνο είναι ότι η πολιτική φυσιογνωμία δεν αποτελεί απλά ένα διακηρυκτικό/ιδεολογικό στοιχείο αλλά συνδέεται άμεσα με την ίδια την πολιτική που υλοποιείται, τις κοινωνικές συμμαχίες που οικοδομούνται, τα υλικά συμφέροντα που διαμεσολαβούνται. Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας αντιλαμβανόμενο το όριο και την αντίφαση της γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ θεώρησε/θεωρεί ότι ακόμα και μόνο και το γεγονός ότι άφθαρτοι άνθρωποι θα αναλάβουν τα κυβερνητικά πόστα, θα πυροδοτήσει αντικειμενικά μια διαδικασία κάθαρσης του κράτους από το διεφθαρμένο δικομματικό σύστημα, θα οδηγήσει στον «αστικό εκσυγχρονισμό», σε μια «ορθολογική» εκδοχή του καπιταλισμού. Ότι δηλαδή ακόμα και αν δεν ανατραπούν τα μνημόνια, το «πρώτη φορά αριστερά» θα σήμαινε ότι θα τερματιστεί η καταλήστευση του δημόσιου πλούτου από τους εγχώριους και ξένους επιχειρηματίες, ότι αυτός ο συρφετός του ΠΑΣΟΚ θα πάψει να έχει ρόλο στον κρατικό μηχανισμό. Ωστόσο, η ιστορία δείχνει ότι η αμφισβήτηση ακόμα και σε τέτοιου τύπου ζητήματα προϋποθέτει ρήξεις και συγκρούσεις. Η πολιτική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να σταθεί απέναντι στον λαό και τα δικαιώματά του (και συνεπώς να αποδιαρθρώσει την όποια κοινωνική στήριξη), οδήγησε στην αναζήτηση πολιτικών στηριγμάτων σε αυτά ακριβώς τα κέντρα με τα οποία θεωρητικά θα συγκρουόταν (μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες, κανάλια, τράπεζες, διεθνή κέντρα κλπ), στην επιλογή ανθρώπων από αυτούς τους κύκλους για την στελέχωση του κρατικού μηχανισμού. Έτσι, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι την στιγμή που ήρθε σε ρήξη με τα λαϊκά συμφέροντα τα οποία μέχρι πρότινος διαμεσολαβούσε (έστω και μερικώς), ακύρωσε συνολικά την δυνατότητα τομών ακόμα και σε «δευτερεύουσες όψεις» της πολιτικής, με αποτέλεσμα να ενταχθεί πλέον στο κάδρο ως ένα ακόμα -σχεδόν τυπικό- συστημικό/αστικό πολιτικό κόμμα. Οι υποχωρήσεις αυτές, δεν αναφέρονται μόνο στο επίπεδο των δομών του κράτους αλλά και στο επίπεδο των δικαιωμάτων. Η υποχώρηση της κυβέρνησης στο ζήτημα των θρησκευτικών τον περασμένο Σεπτέμβρη αποτελεί μια συνειδητή επιλογή μη ρήξης (ή και επένδυσης στην συμμαχία) με την εκκλησία σ.4 Δηλώσεις Ιερώνυμου Ημερησία, http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26510&subid=2&pubid=113754364 και η αναδίπλωση της Υπουργού Παιδείας http://news247.gr/eidiseis/politiki/ta-mazeuei-h-anagnwstopouloy-parapoihthhkan-oi-dhlwseis-moy-gia-thn-apallagh-apo-ta-thrhskeytika.3687709.html  και συντηρητικά κοινωνικά στρώματα, ακριβώς επειδή αντιλαμβανόταν ότι με τα πιο ριζοσπαστικά η ρήξη θα είναι αναπόφευκτη.

Αντί επιλόγου

Θα ήταν μάλλον λάθος να ισχυριστεί κανείς ότι όλη η πορεία από το 2012 ήταν προδιαγεγραμμένη, ωστόσο είναι πραγματικότητα ότι πολλά από τα σημεία και τις αντιφάσεις του ΣΎΡΙΖΑ επισημαίνονταν στην δημόσια αντιπαράθεση. Και παρά το γεγονός ότι οι ευθύνες για το σημείο που βρισκόμαστε, για όσους εξακολουθούν να μιλάνε από την πλευρά του κινήματος (και όχι από τον αστικοποιημένο ΣΥΡΙΖΑ), δεν είναι κοινές, η κατάληξη αυτή αποτυπώνει τα ευρύτερα αδιέξοδα της υπαρκτής αριστεράς. Διότι πρώτα και κύρια ευθύνεται αυτός που διαχειρίστηκε όλο τον τελευταίο χρόνο τους κυβερνητικούς θώκους, ωστόσο με διαφορετικό τρόπο ευθύνονται και οι εκδοχές της αριστεράς που είτε διακήρυτταν (στην ουσία) ότι η αμφισβήτηση του πολιτικού status quo αποτελεί μια εκ των προτέρων χαμένη υπόθεση, είτε όσοι ενώ υποστήριζαν την προοπτική μιας συνολικότερης ρήξης δεν κατάφεραν να συγκροτήσουν ένα πειστικό σχέδιο, ένα μαζικό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα στην κατεύθυνση αυτή.

Σήμερα, βρισκόμαστε σε ένα τελείως διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον. Με τα λαϊκά στρώματα να έχουν ωριμάσει βίαια, κατανοώντας ότι χωρίς ρήξη δεν υπάρχει προοπτική αλλαγής της κατάστασης, αλλά και την ίδια στιγμή απογοητευμένα από την διαφαινόμενη κατάληξη του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Δείκτης της αδυναμίας της αριστεράς είναι ότι η αποστοίχιση κόσμου από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν παράγει (προς το παρόν τουλάχιστον) νέες στρατεύσεις που θα μπορούσαν να ανασυγκροτήσουν κοινωνικά την αριστερά. Πολύ περισσότερο που υπαρκτό κομμάτι της κοινωνίας φαίνεται να χρεώνει στο σύνολο της αριστεράς την κατάληξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η αδυναμία αυτή, θέτει επιτακτικά την ανάγκη διατύπωσης ενός πολιτικού σχεδίου το οποίο θα προϋποθέτει πέραν όλων των άλλων και την ρήξη με τον παραδοσιακό τρόπο που κάνουμε πολιτική. Οι απαντήσεις δεν είναι ούτε απλές, ούτε εύκολες, ούτε προφανείς. Ωστόσο, τα πολιτικά συμπεράσματα του τελευταίου χρόνου μπορούν εν δυνάμει να προχωρήσουν την κουβέντα στην κοινωνία σε πολύ ενδιαφέροντα, ριζοσπαστικά και ανατρεπτικά μονοπάτια. Φτάνει η ριζοσπαστική/κομμουνιστική/επαναστατική αριστερά να τιμήσει τον τίτλο της όχι στα λόγια, αλλά ως προς τον ρόλο τον οποίο καλείται να διαδραματίσει. Διότι σε διαφορετική περίπτωση η επαναφορά στον βούρκο της καθήλωσης και της εξαθλίωσης για τους εργαζόμενους, τους ανέργους και ευρύτερα τον λαό είναι κάτι παραπάνω από δεδομένη…

Υποσημειώσεις[+]