18 Μάρτη 2017: είναι πάλι καιρός να οργανωθούμε, να κινητοποιηθούμε, να παλέψουμε στην Ευρώπη και πέρα από αυτή

Στις 18 Μάρτη, στον ένα χρόνο από τη συμφωνία της ντροπής ΕΕ-Τουρκίας, κινήματα από όλη την Ευρώπη δίνουν αγωνιστικό ραντεβού ενάντια στον ρατσισμό και τη στοχοποίηση προσφύγων και μεταναστών, για την κατάργηση της συμφωνίας της ντροπής ΕΕ-Τουρκίας, για να ανοίξουν τα σύνορα σε πολιτικούς και οικονομικούς πρόσφυγες, για να φιλοξενηθούν αξιοπρεπώς οι πρόσφυγες μέσα στον οικιστικό ιστό, για ίσα δικαιώματα και αξιοπρέπεια για όλες και όλους.

Το k-lab συμμετέχοντας σε αυτή την πρωτοβουλία και τις κινητοποιήσεις θέλει να φιλοξενήσει στο διαδικτυακό του χώρο κείμενα, αναλύσεις, σχολιασμούς και εμπειρίες από συλλογικότητες, κοινωνικά κινήματα, πρωτοβουλίες και αγωνιστές-τριες που εμπλέκονται λιγότερο ή περισσότερο στο αντιρατσιστικό κίνημα. Μπορείτε να μας στέλνετε τις συμβολές σας στο [email protected] καθώς και στη σελίδα μας στο fb: https://www.facebook.com/klabzone/.

Σε αυτά τα πλαίσια απευθυνθήκαμε στον γνωστό φιλόσοφο και ακτιβιστή Σάντρο Μετσάντρα, ο οποίος διδάσκει πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και τα ενδιαφέροντά του εντάσσονται σε θέματα μετανάστευσης, μεταποικιακής πολιτικής, και κριτικής του καπιταλισμού από μαρξιστική σκοπιά. Έχει ιδιαίτερη σχέση με την Ελλάδα, την οποία έχει εξάλλου επισκεφτεί επανειλημμένα.

Ακολουθεί το κείμενο που μας έστειλε:

Πριν από ένα χρόνο η συμφωνία Ε.Ε./Τουρκίας επρόκειτο να τερματίσει την πρωτοφανή εμπειρία του “καλοκαιριού της μετανάστευσης” του 2015. Δεν ξεχνάμε τις εικόνες εκείνων των απίστευτων μηνών. Ήταν η συλλογική απόφαση μεταναστών και προσφύγων να αλλάξουν την πορεία τους από την κεντρική στην ανατολική Μεσόγειο που για πρώτη φορά στη διάρκεια πολλών ετών έκανε το πέρασμα της θάλασσας σχετικά πιο ασφαλές. Σχετικά: δεν λησμονούμε τους εκατοντάδες θανάτους ούτε τις εικόνες πτωμάτων στις παραλίες. Αλλά εκατοντάδες χιλιάδες μεταναστών και προσφύγων μπόρεσαν να πάνε στην Ευρώπη. Και για δύο μήνες οι πρακτικές της κινητικότητας κατά μήκος του αποκαλούμενου βαλκανικού δρόμου ήταν ανεξέλεγκτες. Διέλυσαν σύνορα και φράκτες και το μεταναστευτικό κίνημα έγινε ένα βασικό κίνημα ελευθερίας που δημιούργησε αλληλεγγύη παντού, τόσο στη διαδρομή όσο και στις χώρες όπου οι μετανάστες και οι πρόσφυγες κατευθύνονταν. Για μια στιγμή, λίγο αφού η Τρόικα είχε συντρίψει την αντίσταση της ελληνικής αριστερής κυβέρνησης, μια διαφορετική Ευρώπη – συγκροτημένη γύρω από τις αρχές της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης – έμοιαζε ξανά εφικτή χάρη στην ώθηση των ανθρώπων που έφευγαν μακριά από πολέμους στους οποίους η ίδια η Ευρώπη είναι βαθιά αναμεμειγμένη. Η πορεία από το σταθμό Κελέτι στην Βουδαπέστη προς τα αυστρο-ουγγρικά σύνορα στην αρχή του Σεπτέμβρη, η οποία έγινε γνωστή ως η “πορεία της ελπίδας” και κυριολεκτικά εξανάγκασε την αυστριακή και γερμανική κυβέρνηση να ανοίξουν τα σύνορα, παραμένει ως μια εμβληματική υποστασιοποίηση της πολιτικής διάστασης των κινημάτων της μετανάστευσης.

Η συμφωνία Ε.Ε./Τουρκίας είχε τη σημασία του επιστεγάσματος για μια σειρά από κυβερνητικά μέτρα, τα οποία περιελάμβαναν την ανέγερση νέων φρακτών και τοίχων, τη θεσμοθέτηση camp μετάβασης, όπως και τη διαλογή μεταναστών και προσφύγων βάσει εθνικοτήτων και τη δημιουργία σταθμών συμφόρησης, όπως το περίφημο ανεπίσημο camp της Ειδομένης, στα ελληνο-μακεδονικά σύνορα. Και ο σκοπός της ήταν να ξεφορτωθεί μια και καλή όλη την εμπειρία και την κληρονομιά του καλοκαιριού της μετανάστευσης, κλείνοντας χώρους ελευθερίας και μετατρέποντας το άτακτο κίνημα μεταναστών και προσφύγων σε αυτό που η γλώσσα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ορίζει ως διατεταγμένη και διαχειρίσιμη κινητικότητα. Η αποκαλούμενη ως “προσέγγιση των hotspot” θεωρήθηκε το απαραίτητο συμπλήρωμά της. Ένα χρόνο μετά τη “συμφωνία” (“deal”), ποια είναι τα αποτελέσματά της; Ένα κύμα απελάσεων κατά μήκος του Αιγαίου και σε αλλού στην Ευρώπη, η εκμηδένιση των “ανθρωπίνων δικαιωμάτων” των μεταναστών και προσφύγων, η αντικειμενική οχύρωση του αυταρχικού εθνικισμού του Ερντογάν στην Τουρκία, η τροφοδότηση εθνικιστικών αντιδράσεων στην Ελλάδα, δεκάδες χιλιάδες μεταναστών και προσφύγων ακινητοποιημένοι σε camp σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, η δημιουργία νέων εσωτερικών συνόρων από τα ελληνικά νησιά έως τη Βεντιμίλια, στα ιταλό-γαλλικά σύνορα, χιλιάδες θάνατοι στην κεντρική Μεσόγειο, ο μετασχηματισμός των hotspot σε μηχανισμούς που στοχεύουν στη διαχείριση και το δραστικό περιορισμό των “δευτερευόντων κινημάτων” (secondary movements) από ανθρώπους σε κίνηση, που αδιάκοπα τους γυρίζουν πίσω σε αυτούς τους τόπους διαλείπουσας κράτησης, το στιγματισμό των μεταναστών και προσφύγων, που ενισχύει τη διάδοση του ρατσισμού και τις επιθέσεις εναντίων τους. Και η λίστα θα μπορούσε εύκολα να συνεχίσει.

Παρ’ όλ’ αυτά η πρόκληση της μετανάστευσης συνεχίζει να στοιχειώνει την Ευρώπη. Αυτό είναι πρώτο απ΄ όλα επειδή οι μετανάστες και οι πρόσφυγες δεν χάνουν καμία ευκαιρία να διακηρύξουν πως βρίσκονται εδώ για να μείνουν. Το κάνουν με έναν ρητά πολιτικό τρόπο, με καταλήψεις όπως το Ξενοδοχείο City Plaza στην Αθήνα, με διαδηλώσεις στις ευρωπαϊκές πόλεις ή συμμετέχοντας σε μεγάλες κινητοποιήσεις, όπως για παράδειγμα πρόσφατα στην απεργία των γυναικών της 8ης Μάρτη σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Αλλά επίσης το κάνουν και με μυριάδες λιγότερο προφανείς τρόπους, με καθημερινές πρακτικές αντίστασης στα camp, στις αστικές γειτονιές και τους χώρους εργασίας, στα εσωτερικά όπως και στα εξωτερικά σύνορα, ακόμη και στη θάλασσα. Δρώντας με αυτόν τον τρόπο, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που έφτασαν πρόσφατα στην Ευρώπη γίνονται μέρος μιας μακράς ιστορίας μετανάστευσης και αγώνων που έχει κάνει αυτή την ήπειρο μια ήπειρο μεταναστών. Σαφώς, σήμερα γινόμαστε μάρτυρες της ανάδυσης νέων και παλαιών πολιτικών δυνάμεων της δεξιάς και μιας εθνικιστικής αντίδρασης ενάντια στη μετανάστευση σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Υπό διακύβευση, όμως, δεν είναι η εξάλειψη της παρουσίας των μεταναστών στην Ευρώπη, είναι κυρίως η βίαιη πειθάρχηση και ο έλεγχός τους στα πλαίσια του στάτους του πολίτη και της αγοράς εργασίας. Και η άνοδος της βίας, της πειθάρχησης και του ελέγχου ενάντια στους μετανάστες δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην καταστροφή των χώρων ελευθερίας και ισότητας για τη νεολαία της επισφάλειας και για τις γυναίκες, για τους εκμεταλλευόμενους εργάτες και τους φτωχούς, για κάθε είδος “μειονότητας” και για κάθε αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη.

Γι΄ αυτούς τους λόγους παλεύουμε και διαδηλώνουμε στις 18 Μάρτη. Στηρίζουμε το πείσμα και τις διεκδικήσεις των μεταναστών και προσφύγων στην πρώτη επέτειο της συμφωνίας Ε.Ε./Τουρκίας και κάνουμε ορατό το ευρύ πλέγμα πρακτικών αλληλεγγύης που τις υποστηρίζουν. Δεν επιβεβαιώνουμε απλά τη νομιμότητα της παρουσίας μεταναστών και προσφύγων στην Ευρώπη: εκλαμβάνουμε αυτή την παρουσία ως μια αναπόφευκτη βάση για να επανεφεύρουμε την κοινωνική συνεργασία και ζωή στις πόλεις μας, να διαλύσουμε κάθε είδους εθνικισμό, ρατσισμό και φασισμό και να σφυρηλατήσουμε νέους συνασπισμούς αγώνων ενάντια στην λιτότητα, τη φτώχεια και την επισφάλεια.

Μετάφραση: Αναστασία Ματσούκα

Ακολουθεί το κείμενο όπως μας το έστειλε ο συγγραφέας στα αγγλικά:

March 18, 2017: it is again time to organize, time to mobilize, time to struggle in Europe and beyond. One year ago the E.U./Turkey deal was meant to put an end to the extraordinary experience of the “summer of migration” 2015. We do not forget the pictures of those amazing months. It was the collective decision of migrants and refugees to change their route from the central to the eastern Mediterranean that for the first time for many years made the crossing of the sea relatively safer. Relatively: we do not forget the hundreds of deaths either, the images of corpses on the beaches. But hundreds of thousands of migrants and refugees were able to get to Europe. And for a couple of months their practices of mobility across the so-called Balkan route were uncontainable. They smashed borders and fences, the movement of migration became an elementary movement of freedom that raised solidarity everywhere en route as well as in the countries migrants and refugees were heading to. For a moment, soon after the Troika had smashed the resistance of the Greek left government, a different Europe – constituted around the principles of freedom, equality, and solidarity – seemed again possible due to the push of people fleeing from wars in which Europe itself is deeply involved. The march from Keleti station in Budapest toward the Austrian-Hungarian border in early September, which became known as the “march of hope” and literally compelled the Austrian and German governments to open the borders, remains as an iconic instantiation of the political dimension of movements of migration.

The E.U./Turkey deal was meant as the crowning of a set of governmental measures, which included the building of new fences and walls, the establishment of transit camps as well as selection of migrants and refugees by nationalities and the creation of bottlenecks as the notorious informal camp of Eidomeni, at the Greek-Macedonian border. And its aim was to get rid once for all of the experience and legacy of the summer of migration, sealing spaces of freedom and turning the unruly movement of migrants and refugees into what the language of the European Commission terms as ordered and governable mobility. The so-called “hotspot approach” was considered to be its necessary complement. One year after the “deal”, which are its effects? A surge of deportations across the Aegean and elsewhere in Europe; the annihilation of migrants’ and refugees’ “human rights”; the objective entrenchment of Erdogan’s authoritarian nationalism in Turkey; the nutrition of nationalist reactions in Greece; tens of thousands of migrants and refugees stuck in camps in a country like Greece; the establishment of new internal borders from the Greek islands to Ventimiglia, on the Italian-French border; thousands of deaths in the Central Mediterranean; the transformation of hotspots into devices aimed at managing and drastically limiting the “secondary movements” of people on the move, who are ceaselessly brought back to these sites of intermittent detention; the stigmatization of migrants and refugees, which supports the spread of racism and attacks against them. And the list could easily go on.

Nevertheless the challenge of migration continues to haunt Europe. This is first of all because migrants and refugees do not miss any occasion to claim that they are here to stay. They do it in an explicitly political way, with such occupations as the City Plaza Hotel in Athens, with demonstrations in European cities or participating in huge mobilizations as for instance lately in the women’s strike of March 8 in such countries as Italy and Spain. But they also do it in myriad less noticeable ways, with daily practices of resistance in camps, in urban neighborhoods and at workplaces, at external as well internal borders, even at sea. In doing so migrants and refugees who recently arrived to Europe join a long history of migration and struggle that has made this continent a migrant continent. Sure, we are currently witnessing a rise of new and old political forces of the right and a nationalist backlash against migration in several European countries. At stake however is not the erasure of migrants’ presence in Europe, it is rather their violent disciplining and subordination within citizenship and labor market. And the increase of violence, disciplining, and subordination against migrants cannot but result in a destruction of spaces of freedom and equality for the precarized youth and for women, for exploited workers and the poor, for any kind of “minority” and for any struggle for social justice.

For these reasons we struggle and demonstrate on March 18. We support the stubbornness and claims of migrants and refugees on the first anniversary of the E.U./Turkey deal and we make visible the widespread fabric of practices of solidarity that support them. We do not merely affirm the legitimacy of the presence of migrants and refugees in Europe: we take this presence as an avoidable basis to reinvent social cooperation and life in our cities, to smash any kind of nationalism, racism, and fascism and to forge new coalitions of struggle against austerity, poverty, and precarity.

Sandro Mezzadra